"Όσο αυξάνεται η γνώση μειώνεται το εγώ, ενώ όσο μειώνεται η γνώση αυξάνεται το εγώ!"

25 Σεπ 2015

Νέος ελληνικός μύθος για τη Volkswagen


Του Γιάννη Παλαιολόγου, από την Καθημερινή

Η εθνική μας υπερηφάνεια, πολλάκις ερεθισμένη φέτος, είναι ένα παράλογο πλάσμα. Ο συνδυασμός συμπλεγμάτων ανωτερότητας και κατωτερότητας που μας χαρακτηρίζει εκδηλώθηκε σε όλη του την αντιφατική μεγαλοπρέπεια στην υπόθεση του σκανδάλου της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας Volkswagen. Η προέλευση της εταιρείας είχε ούτως ή άλλως κεντρίσει το ενδιαφέρον της εμπροσθοφυλακής του πιο έξυπνου και πιο αδικημένου λαού στην Ιστορία. Όταν φάνηκε να προκύπτει ελληνική εμπλοκή στην αποκάλυψη του σκανδάλου με τις εικονικά χαμηλές μετρήσεις ρύπων στα αυτοκίνητα της VW, η «είδηση» εξαπλώθηκε στο ελληνικό Διαδίκτυο σαν αυθαίρετα σε πλαγιά του Υμηττού. Άσχετο αν δεν είχε καμία σχέση με την πραγματικότητα.

Αναφερόμαστε στην παράξενη -αλλά παράλληλα τόσο οικεία- υπόθεση της Άννας Στεφανοπούλου, διακεκριμένης καθηγήτριας Μηχανολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν στις ΗΠΑ. Μία συνέντευξη που παραχώρησε για το σκάνδαλο, αποσπάσματα της οποίας δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Wired, υπήρξε η αφορμή για να οικοδομηθεί ένας μύθος γύρω από το όνομά της στην ελληνική γωνιά του παγκόσμιου ιστού.

Η χαλαρή προσέγγιση στη μετάφραση και αναμετάδοση ειδήσεων από τον ξένο Τύπο -ιδιαίτερα στα διαδικτυακά μέσα- δεν εκπλήσσει. Ωστόσο, στην υπόθεση Volkswagen, το μείγμα ήταν πιο εκρηκτικό και η ελευθερία στη μετάφραση πιο αχαλίνωτη. Το δημοσίευμα που φαίνεται ότι τα ξεκίνησε όλα είχε τίτλο «Άννα Στεφανοπούλου: Η Ελληνίδα που “εκδικήθηκε” τη [sic] Γερμανία του Σόιμπλε και “έριξε” 18 δισ. δολάρια πρόστιμα στην VW (κατ’ αρχήν)». Ο υπέρτιτλος υπερθεμάτιζε: «Πώς καταρρίφθηκε για άλλη μια φορά ο μύθος του “έντιμου Γερμανού” από ελληνικό “χέρι”».

Το «ρεπορτάζ» ανέφερε, μεταξύ άλλων, την εξής «δήλωση» της κ. Στεφανοπούλου: «Οταν είδα την ανάλυση, ήταν πασιφανές σε μένα τουλάχιστον ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Ηταν αντίθετα στους νόμους της φυσικής με την υπάρχουσα τεχνολογία οι συγκεκριμένοι κινητήρες να έδιναν τόση ισχύ με τόσο χαμηλή εκπομπή ρύπων. Άρα έπρεπε να αναζητήσουμε αλλού την αιτία της εμφάνισης των χαμηλών τιμών». Είναι μία δήλωση που ποτέ δεν έκανε - αλλά γιατί να αφήσουμε μία τέτοια λεπτομέρεια να σταθεί εμπόδιο στην ανύψωση του εθνικού φρονήματος; Το κείμενο κατέληγε πανηγυρικά ότι «στο Βερολίνο ο Β. Σόιμπλε και η Α. Μέρκελ θα το "φυσάνε" και δεν θα "κρυώνει". Τους ήρθε από εκεί που δεν το περίμεναν... από μια Ελληνίδα».

Η «Κ» επικοινώνησε με την κ. Στεφανοπούλου μέσω email. Μας είπε ότι είχε μιλήσει σε διάφορα αμερικανικά ΜΜΕ για το σκάνδαλο της VW αλλά «ουδέποτε είπα ότι η δική μου ομάδα έπαιξε ρόλο στην αποκάλυψη του προβλήματος». Τη ρωτήσαμε πώς ένιωσε όταν συνειδητοποίησε ότι συνδέθηκε το όνομά της με την υπόθεση στο ελληνικό Διαδίκτυο.

«Απαίσια!» απαντά. «Aρχισα να λαμβάνω τηλεφωνήματα και emails, και όταν τελικά κοίταξα ένα από τα sites, δεν μπορούσα να το πιστέψω. Πρώτον με ενόχλησε ο εθνικιστικός τόνος των άρθρων. Δεύτερον -και πιο σημαντικό! - η λάθος απόδοση ενός ερευνητικού επιτεύγματος που ανήκει σε άλλους οργανισμούς και ερευνητές». (Για να συμβάλουμε στην επανόρθωση: την παραποίηση των μετρήσεων ξεσκέπασε ομάδα στο πανεπιστήμιο της Δυτικής Βιρτζίνιας, υπό τον Ντάνιελ Κάρντερ).

Η κ. Στεφανοπούλου είναι κορυφαία ειδικός στον τομέα της. Απόφοιτος του ΕΜΠ (το 1991), με διδακτορικό από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, έχει λάβει πληθώρα βραβείων και επαίνων για το έργο της, μεταξύ των οποίων και η συμπερίληψή της στους πιο καινοτόμους ερευνητές από το MIT Technology Review το 2002. Είναι κάτοχος 10 αμερικανικών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και έχει συγγράψει 230 επιστημονικές εργασίες. Αντί να τη μετατρέπουμε σε όχημα φαιδρών εθνικιστικών φαντασιώσεων, ας τη θαυμάσουμε για τα πραγματικά της επιτεύγματα - και ας αναλογιστούμε τι την οδήγησε να προσφέρει το ταλέντο της στο Μίσιγκαν αντί να εμπλουτίζει τη δική μας, πολύπαθη ερευνητική κοινότητα.

24 Σεπ 2015

Εχει πάντα δίκιο ο σοφός λαός;

Του Γιάννη Μεϊμάρογλου, από το Έθνος.gr
Η αυτονόητη αρχή της δημοκρατίας, ο σεβασμός της θέλησης της πλειοψηφίας, συνοδεύεται και από την -επίσης αυτονόητη- ανάγκη σεβασμού της κριτικής της μειοψηφίας. Η παραβίαση των αρχών αυτών, όποτε έγινε, οδήγησε σε περιπέτειες, με συνέπειες που κόστισαν ακριβά.
Είναι καλό να το θυμόμαστε αυτό μερικές μέρες μόλις από τις πρόσφατες εκλογές, καθώς δεν είναι λίγοι όσοι θεωρούν ότι η νωπή λαϊκή εντολή δεν δίνει σε κανέναν το δικαίωμα της αμφισβήτησής της. Ήταν λοιπόν σωστή η εκλογική επιλογή του ελληνικού λαού; Πέντε περίπου χρόνια από το ξέσπασμα της βαθιάς οικονομικής κρίσης, κουρασμένοι, εξουθενωμένοι και απογοητευμένοι οι Έλληνες πολίτες ανέθεσαν, τον περασμένο Γενάρη, τη διακυβέρνηση της χώρας στην πιο παράξενη κυβερνητική συμμαχία της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, τη συμμαχία κομμάτων της ριζοσπαστικής Αριστεράς και της ακροδεξιάς. Ο λόγος απλός: τα δύο κόμματα συγκρότησαν «αντιμνημονιακό» μέτωπο και υποσχέθηκαν την κατάργηση των δανειακών συμβάσεων και τη διαγραφή των χρεών της χώρας.
Σήμερα, οκτώ μήνες μετά τις εκλογές εκείνες, η χώρα βρίσκεται σε πολύ δυσμενέστερη οικονομική κατάσταση, δεσμευμένη με τους όρους ενός ακόμη μνημονίου, αφού μάλιστα η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων εξέφρασε ενδιάμεσα με δημοψήφισμα την καθαρή αντίθεσή της σε μια τέτοια εξέλιξη. Την περασμένη Κυριακή, ωστόσο, η απόφαση του ελληνικού λαού ήταν πανομοιότυπη με αυτήν του Γενάρη. ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ έλαβαν εντολή για τη συνέχιση της διακυβέρνησης της χώρας.
Όσοι σκέφτηκαν να δικαιολογήσουν την ψήφο αυτή πιστεύοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είχε πάρει το μήνυμα από τα λάθη του προηγούμενου οκταμήνου, διαψεύστηκαν ήδη με τον ορισμό του νέου υπουργικού σχήματος. Εσωκομματικές ισορροπίες και τακτοποιήσεις, που χώρεσαν ακόμα και ρατσιστικές, αντισημιτικές θέσεις! Ούτε και μπορούν να σταθούν στα σοβαρά «απόψεις» που θέλουν να εφαρμόσουν πιο αποτελεσματικά το μνημόνιο τα κόμματα που το υπέγραψαν, αφού τα κόμματα αυτά δήλωσαν ότι η υπογραφή τους είναι προϊόν εκβιασμού, ότι δεν το πιστεύουν, τη στιγμή μάλιστα που η υπερψήφιση του μνημονίου οφείλεται στη στάση της φιλοευρωπαϊκής αντιπολίτευσης.
Ο ελληνικός λαός, ψηφίζοντας μέσα σε συνθήκες πόλωσης ή απέχοντας, έχασε προχθές μια μεγάλη ευκαιρία. Να δώσει τη δυνατότητα στις φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις της χώρας, μετά την κατάρρευση όλων των αντιμνημονιακών αυταπατών, να προχωρήσουν στη συγκρότηση μιας ευρύτατης πολιτικά κυβέρνησης, στηριγμένης στη μεγάλη φιλοευρωπαϊκή πλειοψηφία των πολιτών. Μιας κυβέρνησης ικανής να προχωρήσει με συναινετικό τρόπο στην υλοποίηση των δεσμεύσεων της χώρας, αλλά και των ριζικών μεταρρυθμίσεων που μπορεί να οδηγήσουν την Ελλάδα στον δρόμο της ανάπτυξης.

22 Σεπ 2015

«Περί τυφλότητας»


Του Άρη Τόλιου, από τους protagon.gr

Η εικόνα του Πάνου Καμμενου την Κυριακή των εκλογών, το σφιχταγκάλιασμα με τον Αλέξη Τσιπρα, κυρίως η διθυραμβική συντροφική κραυγή του «Σήμερα ενώνουμε τις σημαίες μας», με το αριστερό κοινό να παραληρεί στην πλατεία, προκάλεσε τα πρώτο αυθόρμητο σχόλιο διπλανού. «Καλά ρε παιδιά, τυφλοί είναι; Δεν βλέπουν για ποια σημαία μιλάει;». Να, λοιπόν, που η ζωή μιμείται την τέχνη. Πριν δυο χρόνια ξεφυλλίσαμε το «Περί τυφλότητας» του μακαρίτη Σαραμάγκου. Πώς θα ήταν ο κόσμος σε μια ξαφνική επιδημία τύφλωσης άραγε; Ίσως έτσι... Η νέα Αριστερά σε ενθουσιώδη συνεύρεση με την εθνικιστική και λαϊκιστική ακροδεξιά να μην μπορεί να δει την εικόνα της. Αδιανόητο έγραψε μια γερμανική εφημερίδα. Πώς είναι δυνατόν ο κ. Τσίπρας με το πιο σκληρό πακέτο λιτότητας και την ακροδεξιά δίπλα του να φτάσει έτσι σε έναν θρίαμβο. Η αλήθεια είναι ότι σε μα κοινωνία με πιο ορθολογικά κριτήρια μοιάζει αδιανόητο. Ίσως γιατί δεν μπορούν να συλλάβουν τη δύναμη ενός χαρισματικού ηγέτη με έναν κόσμο που δεν μπορεί να δει την πραγματικότητα, αλλά ακούει απλώς τη συναρπαστική περιγραφή της. Σημασία δεν έχει τι περιέχει το τρίτο Μνημόνιο (ποιος το διάβασε άλλωστε), ή ποιοι είναι οι συγκυβερνήτες, αλλά το γεγονός ότι για να το φέρουμε «ματώσαμε». Όταν έρθει ο λογαριασμός βέβαια μάλλον τις βλέπω μεσίστιες τις σημαίες.

Προκαλεί ακόμη ιδεολογικό σοκ η συνάντηση του ΣΥΡΙΖΑ με τον ακροδεξιό εθνικισμό. Ίσως γιατί δεν θέλαμε να δούμε ότι η Αριστερά διολισθαίνει χρόνια τώρα στον απομονωτισμό και τον εθνικισμό. Αυτή την εικόνα δεν την αντικρίσαμε, ακούγαμε απλώς στις ηρωικές περιγραφές της για το νέο Κούγκι. Υπάρχουν και οι πιο ευαίσθητοι, που δεν διανοούνται ότι συμπλέει ενθουσιωδώς με την πιο οπισθοδρομική συνωμοσιολογική και ομοφοβική ομάδα του Κοινοβουλίου. Την εικόνα πάλι χάσαμε. Σε μια συντηρητική κοινωνία, που τρώει τη συνωμοσία με την κουτάλα και είναι η πιο ομοφοβική της Ευρώπης, σιγά μην χολοσκάσει η Αριστερά με τα δικαιώματα των «πουσταριών», που θα έλεγε και ο κ. Νικολόπουλος.

Το ίδιο βράδυ ο κ. Τσίπρας περιέγραψε στους δημοσιογράφους το όραμά του. Να γίνει ο ηγέτης της ευρωπαϊκής Αριστεράς, «ο προνομιακός συνομιλητής του Φρανσουά Ολάντ», όπως είπε. Δικαίως. Η παρουσία του στην πολιτική σκηνή είναι ηγεμονική και το τρίτο Μνημόνιο τον αναγκάζει να κινηθεί στον αστικό χώρο, προς τη Σοσιαλδημοκρατία και την Κεντροαριστερά. Δεν έχει αντίπαλο, παρά μόνο τον εαυτό του. Το σοκ, ωστόσο, που έχει προκαλέσει στην Ευρώπη με τους ΑΝΕΛ αρνείται ή δεν μπορεί να το δει. «Περί τυφλότητας» ο λόγος. Ας μην ξεχνάει άλλωστε ότι η ηγεμονία αυτή οικοδομείται σε εύθραυστο πεδίο. Η μεγάλη αποχή (ρεκόρ) περιγράφει κόπωση, απογοήτευση και ρευστότητα. Η απόσταση από τον θρίαμβο σε οδυνηρές προσγειώσεις, δηλαδή, έχει δραματικά μειωθεί σε αυτή την κρίση.  

Το σύμπτωμα έχει προεκτάσεις και στην Κεντροδεξιά φυσικά. Ο συμπαθής, αξιοπρεπής, λίγο μάγκας Βαγγέλης Μεϊμαράκης είχε τον κ. Τσίπρα περίπου στο τσεπάκι του. Το περιέγραφαν οι δημοσκοπήσεις, διάολε. Την πραγματική εικόνα δεν μπόρεσαν να δουν. Οι δημοσκοπήσεις έχουν χάσει προ πολλού την «αφηγηματική» τους ικανότητα, ενώ η πραγματική εικόνα ήταν άλλη. Ένας σιτεμένος και χρόνια στο κουρμπέτι πολτικός απέναντι σε έναν νέο, φρέσκο, με απήχηση και δεξιοτέχνη στη δημαγωγία. Χαμένος από χέρι. Η αλήθεια είναι βέβαια ότι ο κ. Μεϊμαράκης έδωσε μια αξιοπρεπή μάχη κουβαλώντας όμως ένα φθαρμένο προϊόν. Και που το έφτασε κοντά στο 30% επιτυχία του είναι, πρέπει να αναγνωριστεί. Τι καινούριο ωστόσο έχει να φέρει αυτή η Δεξιά, εκτός από τον φανατισμό κατά  του κ. Τσίπρα; Κόμμα εξουσίας, που ετεροπροσδιοριζεται μόνο από τον αντίπαλό του, απλώς δεν βλέπει πού πάει.

Θέλετε άλλο σύμπτωμα τύφλωσης; Το πολιτικό σύστημα μπροστά στο νεοναζιστικό φαινόμενο ψέλλιζε άλλοθι και δικαιολογίες. Ο θυμός, η οργή, η άγνοια. Ποτέ δεν είδε την πραγματική εικόνα για να την αντιμετωπίσει. Ένα 10% των συμπολιτών μας απλώς είναι φασισταριά. 

Νομίζω ότι η αυτογνωσία ίσως να ανοίγει κάποιους δρόμους. Αλλά ας το ομολογήσουμε πρώτα. Είμαστε μια συντηρητική κοινωνία. Μιλάμε για αλλαγές σε μια χώρα, που κατά βάθος δεν τις θέλει, τις φοβάται. Μια κοινωνία, που άκουσε τους σχεδιασμούς του κ. Μπαλτά ως μεγάλη μεταρρύθμιση, αλλά δεν είδε ότι ήταν μια κλωτσιά που στέλνει τα παιδιά μας δεκαετίες πίσω. Πριν λοιπόν ανασυνθέσουμε, εκσυγχρονίσουμε, μεταρρυθμίσουμε, αλλάξουμε και κάνουμε επανάσταση, μήπως απαραίτητη προϋπόθεση είναι η θεραπεία των οπτικών μας νεύρων;

ΥΓ.: Το «περί τυφλότητας»… αφήγημα επεκτείνεται φυσικά και στα ταλαιπωρημένα ενδιάμεσα κόμματα, αλλά για την οικονομία του χώρου το αφήνουμε για ένα άλλο σημείωμα. 

19 Σεπ 2015

Τα Φλάμπουρα της ηθικής

Του Γιάννη Λασκαράκη, από τη μεταρρύθμιση
Στις 20 του μήνα  οι Έλληνες θα πάνε να ψηφίσουν για τρίτη  φορά μέσα σε οκτώ μήνες.     Ο ΣΥΡΙΖΑ μας οδήγησε, με απολύτως δική του  ευθύνη,  σε τρεις περιττές  εκλογές ,  τις οποίες θα μπορούσαμε να είχαμε αποφύγει.  Εκλογές οι  οποίες  ζημίωσαν την χώρα κατά 60 δισεκατομμύρια,   κόστισαν  χιλιάδες θέσεις  εργασίας,  έκλεισαν τις τράπεζες, απαξίωσαν όλες τις αξίες  στο χρηματιστήριο,  επέφεραν ένα νέο μνημόνιο με 14 δις φόρους και απομάκρυναν την έξοδο στις αγορές  κατά τρία χρόνια.  Επί πλέον ανατέθηκαν σε περίεργους  και ακατάλληλους  ανθρώπους,  κρίσιμοι τομείς των θεσμών και της οικονομίας, όπως στον  Γιάνη Βαρουφάκη, στην Ζωή Κωνσταντοπούλου, στον Παναγιώτη Λαφαζάνη και σε άλλους, οι οποίοι  πολιτεύτηκαν με εντελώς ανάρμοστο τρόπο στην εκτέλεση των καθηκόντων τους, ζημιώνοντας πολλαπλώς την χώρα.
Αυτή την καταστροφή προσπαθούν να εξαφανίσουν από τα μάτια και την μνήμη των ψηφοφόρων , προβάλλοντας  ένα  νέο , αλλά και παμπάλαιο αφήγημα, που  θέλει την Ελλάδα  να βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με την Ευρώπη, με τους λαούς της Ευρωζώνης που μας δανείζουν με 0,5%   και γενικά με την Δύση και τον «καπιταλισμό»,   που ευθύνεται για τα δεινά μας.   Αλλά και με τους ευρωπαϊστές και τους μεταρρυθμιστές  των άλλων κομμάτων , τους οποίους απειλεί να τους «τελειώσει».
Το αφήγημά τους όμως  θα ήταν ατελές εάν δεν συμπεριλάμβανε και  την «άμεμπτη» ηθική τους υπόσταση,  σε αντίθεση με  τους πολιτικούς των «παλιών» κομμάτων.
Σήκωσαν λοιπόν  τα φλάμπουρα της ηθικής υπεροχής.  Όλοι οι προηγούμενοι είναι «διεφθαρμένοι»  και  «διαπλεκόμενοι»,  ενώ οι ίδιοι  κατέχουν το «ηθικό πλεονέκτημα» της Αριστεράς.  Κάτι σαν το κοκαλάκι  της  νυχτερίδας, που τους  έχει θωρακίσει απέναντι σε κάθε αμαρτία  και τους προστατεύει από τους πειρασμούς της εξουσίας.  Έχουν δε και ένα αξιοθαύμαστο τρόπο να  μετατρέπουν την νύχτα σε  μέρα , να   βαφτίζουν το νόμιμο σε ηθικό , αφού προηγουμένως βαφτίσουν και το παράνομο σε νόμιμο.   Ιδιαίτερη πάντως δραστηριότητα έχουν υποδείξει οι υπουργοί και τα στελέχη  της συγκυβέρνησης   ΣΥΡΙΖΑ -ΑΝΕΛ.
Ο ένας έχει πελάτες  τους απολυμένους δημόσιους υπάλληλους, η άλλη παρέχει εσωτερική πληροφόρηση στην μαμά της, ο  επόμενος    φέρεται να κατέχει οφσόρ εταιρία , ο  μεθεπόμενος κατηγορείται για φοροδιαφυγή , ενώ προσφάτως μας προέκυψε και ο υπουργός- μέτοχος   κατασκευαστικής εταιρείας,  που εκτελεί έργα του δημοσίου.
Έχουμε δηλαδή  έναν πρωτοκλασάτο υπουργό , ο οποίος μετείχε  στη διοίκηση   και είναι μέτοχος κατά 50,1% σε τεχνική εταιρεία,  η οποία ανέλαβε πέρυσι τον Σεπτέμβριο να  κατασκευάσει έργο του Δημοσίου, ύψους 3.900.000 ευρώ.   Σήμερα βέβαια στην διοίκηση της εταιρείας μετέχει  αντ’ αυτού ο γιός του.  Να σημειωθεί  ότι ο νόμος Βενιζέλου  περί βασικού μετόχου , προέβλεπε ότι  ο προμηθευτής  του δημοσίου και οι συγγενείς του μέχρι τρίτου βαθμού (θείος ή  ανιψιός)  απαγορεύονταν να είναι βασικοί  μέτοχοι  σε μέσο  ενημέρωσης. Πόσο μάλλον να είναι μέλος της Κυβέρνησης. Εάν είχε συμβεί κάτι αντίστοιχο σε υπουργό προηγούμενων κυβερνήσεων θα τον είχαν στήσει στο απόσπασμα.
Όταν  αποκαλύφθηκε η υπόθεση , αντί ο κ. Τσίπρας να τον αποπέμψει από τα ψηφοδέλτια,  βγαίνει και τον καλύπτει , ανακαλύπτοντας ξαφνικά τις …αρετές της επιχειρηματικότητας., η οποία μέχρι πρόσφατα ήταν κρατικοδίαιτη. Φυσικά για τους γνωρίζοντες, μόνο γέλια προκαλεί το σκηνικό που στήθηκε μέσα σε 24 ώρες για την   νομιμοποίηση της πώλησης των μετοχών του πρώην υπουργού, με διαδικασίες που θα μπορούσαν να προκαλέσουν και το ενδιαφέρον του εισαγγελέα.   Ο γράφων γνωρίζει εξ ιδίας πείρας πόσο χρονοβόρες και ψυχοφθόρες είναι οι μεταβιβάσεις  μετοχών εταιρειών , όταν μάλιστα  αυτές κατέχουν και ακίνητη περιουσία. Αποφάσεις Γ.Σ.,  συμβολαιογράφοι,  υποθηκοφυλακεία ,  κτηματολόγια, τοπογραφικά διαγράμματα, οικοδομικές άδειες, ΚΕΠ, ΓΕΜΗ, ΜΕΚ , εφορίες , πόθεν έσχες. Τρεις μήνες δεν φθάνουν μέχρι να οριστικοποιηθεί η μεταβίβαση  και να δημοσιευτεί στο ΦΕΚ.  Πως τα κατάφερε ο κ. Φλαμπουράρης σε μια μέρα και μάλιστα έχοντας εξασφαλίσει και αγοραστή (τον συνεταίρο του)  που διέθετε 1.150.000 ευρώ;  Και τελικά τι παραπάνω έκανε το «διεφθαρμένο και διαπλεκόμενο» παλιό πολιτικό σύστημα;  Μέχρι τώρα γνωρίζαμε για την διαπλοκή τριών μερών: Μέσου  ενημέρωσης, εργολάβου και υπουργού . Τώρα τα τρία έγιναν  ο εξής ένας:  Ο Υπουργός.
Όταν λοιπόν  μείνουμε μόνοι πίσω από το παραβάν, ας θυμηθούμε αυτό  που είπε προχθές ο Στέλιος Ράμφος : «Ο ΣΥΡΙΖΑ του 3% ήταν  γκρούπ ομαδικής ψυχοθεραπείας που έγινε κυβέρνηση και ότι ο Τσίπρας είναι από μόνος του ένας  χορός μεταμφιεσμένων»   Δυστυχώς την διαπίστωση αυτή την επιβεβαιώσαμε προσφάτως στην συμπεριφορά  αρκετών  στελεχών  που ανέλαβαν υψηλές θέσεις ευθύνης, αλλά και του ιδίου του κ. Τσίπρα. Όταν λοιπόν οι πολίτες ψηφίζουν , κρίνονται και οι ίδιοι , όχι μόνο για την ικανότητα πολιτικής  αξιολόγησης των κομμάτων    , αλλά και για την εμπειρία τους στην «ανάγνωση»  του ψυχογραφήματος  των υποψήφιων σωτήρων…
Ο Γιάννης Λασκαράκης είναι Πολιτικός Μηχανικός, εκδότης της εφημερίδας «Η ΓΝΩΜΗ» του Έβρου.  

6 Σεπ 2015

Νεοφιλελεύθερο Μνημόνιο ή μνημείο κρατισμού;

Πλάτων Τήνιος, από την Καθημερινή.

T​​ο τρίτο Μνημόνιο κατηγορείται από όλους, εχθρούς και «φίλους» ως Νεοφιλελεύθερος Μονόδρομος. Όλοι συμφωνούν με την κ. Κωνσταντοπούλου σε δύο σημεία. Πρώτον, ως προς τη διαδικασία, επιβλήθηκε απέξω, άρα υποκαθιστά τη δημοκρατία. Δεύτερον, ως προς το περιεχόμενο, αποτελεί εφαρμογή του νεοφιλελεύθερου δόγματος. Στην Ελλάδα σε κρίνουν από τις παρέες σου. Το μνημόνιο το πρότειναν «Νεοφιλελεύθεροι». Το εχθρεύονται αντι-νεοφιλελεύθεροι. Άρα το Μνημόνιο είναι νεοφιλελεύθερο. Και τι θα πρότειναν εμμονικοί νεοφιλελεύθεροι άλλο από νεοφιλελευθερισμό; Όπερ έδει δείξαι. Τελειώσαμε.

Υπάρχει μια πιο επίπονη μέθοδος – να διαβαστούν οι 29 σελίδες του Μνημονίου. Δυστυχώς μια τέτοια ανάγνωση καταλήγει σε μια παραδοξότητα: Το Μνημόνιο δεν είναι ούτε μονόδρομος, ούτε νεοφιλελεύθερο. Είναι ένα μενού γεμάτο με κρατικίστικες επιλογές.

Πρώτον: Μονόδρομος. Το Μνημόνιο δεν επιβάλει σχεδόν τίποτε. Απλώς αλλάζει το πλαίσιο επιλογής. Ενώ έχουμε συνηθίσει, αν κάτι δεν μας αρέσει, να το ακυρώνουμε διά της χρονοτριβής, τώρα αν καθυστερούμε προκύπτει (ως προεπιλογή-default) αυτό που λέει το Μνημόνιο. Στο ασφαλιστικό, για παράδειγμα, οι αντιμνημονιακοί φώναζαν ότι έχουν τη λύση (την οποία την μηρυκάζουν επί πενταετία). Αυτή η έτοιμη λύση αρκεί να εμφανιστεί ώς τις 15 Οκτωβρίου και θα γίνει πραγματικότητα. Άλλως, περνά του Μνημονίου. Στα εργασιακά μιλούσαμε για καταπάτηση του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Το Μνημόνιο λέει «προσέλθετε με τον δικηγόρο σας (το ILO) και το συζητάμε. Αν δεν έχετε τίποτε να πείτε για τους ανέργους και τις γυναίκες, τότε, μόνο, περνά το δικό μας». Καθόλου μονόδρομος. Απλώς μια (ελαφρώς αντεστραμμένη) δημοκρατική επιλογή
Δεύτερον: Νεοφιλελευθερισμός. Αυτοί που έχουν συναίσθηση του τι σημαίνουν οι έννοιες ματαίως θα ψάξουν έστω και ψήγματα νεοφιλελευθερισμού. Το Μνημόνιο είναι σίγουρα ένα πλαίσιο μεταρρυθμίσεων. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις όμως ανατίθενται όλες στο Κράτος. Το Κράτος διατηρεί την ευθύνη για όλους τους τομείς – είτε αυτοί είναι ανταγωνιστικότητα είτε κοινωνική πολιτική. Η κεντρική επιλογή είναι ένας (πεφωτισμένος, είναι αλήθεια) κρατισμός.
Μια προσέγγιση που δεν έχει τον κρατισμό ως κεντρική επιλογή θα φρόντιζε να αναθέσει κρίσιμες αποφάσεις στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Θα εμπιστευόταν τις αγορές και τα κίνητρα. Θα περιόριζε το πεδίο επιλογής της πολιτικής και θα διεύρυνε αυτό των αγορών. Και όμως. Το νέο ασφαλιστικό είναι αμιγώς κρατικό – απλώς δεν είναι κατακερματισμένο. Το μέγεθος του Κράτους δεν θίγεται – απλώς χρηματοδοτείται με νέους φόρους. Η Παιδεία παραμένει κυρίως κρατική – δεν εισάγονται ούτε ψήγματα ανταγωνισμού μεταξύ σχολείων ή πανεπιστημίων.
Το τρίτο Μνημόνιο, όπως και τα προηγούμενα, διαπιστώνει την ανάγκη μεταρρυθμίσεων. Τις περιγράφει και μετά τις αναθέτει στο Κράτος. Η διαφορά με τα προηγούμενα Μνημόνια είναι ότι υπάρχει επίγνωση για τις περιορισμένες δυνατότητες του κρατικού μηχανισμού. Και το πιο τέλειο σχέδιο στα χέρια αυτού του Κράτους θα είναι νεκρό γράμμα πριν ακόμα και από την πρώτη διάσπαση κόμματος. Για τον λόγο αυτό έχει ως κεντρικό του στοιχείο τα δύο σημεία όπου απέτυχαν τα άλλα δύο: Τον «ενστερνισμό» του προγράμματος και την ποιοτική αναβάθμιση της Δημόσιας Διοίκησης. Τι μας λέει αυτό για τα ισοδύναμα;
Δεν έχει έννοια να προταθούν κρατικίστικα ισοδύναμα. Το Μνημόνιο ως προϊόν διαπραγμάτευσης ήδη εμπεριέχει τον κρατισμό. Βάσει του δόγματος «Ο πελάτης έχει πάντα δίκιο», ζητήσαμε κρατισμό και μας σέρβιραν ένα Μνημόνιο, με το Κράτος παντού. Και να μην το πιστεύουν αυτοί που το πρότειναν, νομίζουν ότι θα ταιριάζει στα «χούγια» των πελατών που (νομίζουν ότι) το παράγγειλαν. Η Αχίλλειος πτέρνα του προκύπτει από το πρωθύστερο: σχεδιάζει τι θα έκανε ένα ιδανικό Κράτος, πολύ πριν όμως το αποκτήσουμε.
Το ελληνικό Μνημόνιο δεν είναι παρά μνημείο κρατισμού. Είναι έτσι επειδή έτσι μας άρεσε.
* Ο κ. Πλάτων Τήνιος είναι επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιά.

4 Σεπ 2015

Πότε, επιτέλους, θα φτιάξουμε σύγχρονο κράτος;


Του Χαρίδημου Τσούκα, από την έναρθρη κραυγή

«[…] Θα έλεγε τις ότι η χώρα αύτη ηλευθερώθη επίτηδες δια ν’ αποδειχθή ότι δεν ήτο ικανή προς αυτοδιοίκησιν»
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1893) 

Στην ανακοίνωση της Συνόδου Κορυφής της Ευρωζώνης για την ελληνική κρίση (12/7/2015), αναφέρεται, μεταξύ άλλων: «Οι ελληνικές Αρχές […] θα πρέπει να θέσουν σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα, υπό την αιγίδα της Κομισιόν, για την ενίσχυση της ικανότητας και την αποπολιτικοποίηση της διοίκησης». 

Η φράση αυτή είναι αξιοπρόσεκτη. Γιατί; Πρώτον, διότι οι δανειστές δεν υπαγορεύουν μόνο οικονομικούς όρους, αλλά υπεισέρχονται και στον τρόπο λειτουργίας της κρατικής μηχανής – στον πυρήνα, δηλαδή, μιας αυτο-κυβερνώμενης πολιτείας. Δεύτερον, διότι εμμέσως υποδηλώνεται το χάσμα νεοτερικότητας και η διαφορά ισχύος μεταξύ Ελλάδας και Ευρώπης. Ο δανειστής δεν δανείζει μόνο χρήματα αλλά επιβάλλει στον οφειλέτη και αλλαγή νοο-τροπίας. Η δυνατότητα αποπληρωμής του χρέους προϋποθέτει ότι ο οφειλέτης θα μιμηθεί τις θεσμικές πρακτικές του δανειστή. Εν προκειμένω: ισχυρό και ακομμάτιστο κράτος. 

Αυτή η απαίτηση αναδεικνύει τον εθνικό μας αναχρονισμό: επί δύο αιώνες η ορθολογική διοίκηση παραμένει το μεγάλο ζητούμενο. Κράτος αποκτήσαμε, σύγχρονη χώρα δεν γίναμε! Το 1947, ο Πόρτερ, απεσταλμένος του Προέδρου Τρούμαν στην Ελλάδα, έγραψε απερίφραστα σε υπηρεσιακή έκθεσή του: «Εδώ δεν υφίσταται κράτος σύμφωνα με τα δυτικά πρότυπα»Όλες οι μεταπολεμικές εκθέσεις για την ελληνική διοίκηση κατέληξαν σε παρόμοια συμπεράσματα, αν και πιο κομψά διατυπωμένα. 

Θεωρητικά, τα ελληνικά κόμματα λίγο-πολύ αποδέχονται αυτό που αποτελεί κοινό τόπο στον ανεπτυγμένο κόσμο: η επαγγελματική, ορθολογική και ανεξάρτητη διοίκηση είναι απαραίτητος όρος για αποτελεσματική διακυβέρνηση. Το σκεπτικό είναι απλό: η κομματική κηδεμονία στρεβλώνει το πλέγμα κινήτρων-κυρώσεων σε έναν οργανισμό, αδυνατίζει τη θεσμική μνήμη, και εισάγει εξωγενή προς τη διοίκηση κριτήρια λειτουργίας. Όταν επικρατεί ο κομματισμός, η διοίκηση αποσυντίθεται, η ποιότητα των συλλογικών αγαθών πέφτει. 

Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι τα κόμματα εξουσίας υπόσχονται ριζικές αλλαγές στη διοίκηση. Ο Καραμανλής έκανε σημαία την «επανίδρυση του κράτους» . Ο Παπανδρέου το «open gov» . Ο Σαμαράς τις «μεταρρυθμίσεις» . Ο Τσίπρας δεσμεύθηκε τον Ιανουάριο 2015 να στελεχώσει «τα Γραφεία Υπουργών, Γενικών Γραμματέων και Διοικητών από τις τάξεις των δημοσίων υπαλλήλων». 

Τι από αυτά έγινε; Τίποτα έως ελάχιστα. Το ελληνικό κράτος εξακολουθεί, εν πολλοίς, να στελεχώνεται από προσωπικούς, οικογενειακούς ή κομματικούς ημέτερους! Αν και διαφορετικά κόμματα εναλλάσσονται στην εξουσία, οι θεσμοποιημένες ανορθολογικές πρακτικές παραμένουν. 

Ακόμη και σήμερα, με μια υποτίθεται ριζοσπαστική κυβέρνηση, γενικοί γραμματείς υπουργείων διορίστηκαν κυρίως κομματικά στελέχη ή πολιτευτές. Ηγετικές θέσεις οργανισμών δεν τίθενται σε δημόσια προκήρυξη. Διοικητής λ.χ. του μεγαλύτερου ασφαλιστικού οργανισμού της χώρας (ΙΚΑ) επελέγη ένας πρώην συνδικαλιστής-ευρωβουλευτής, ενώ τη μεγαλύτερη επιχείρηση των Βαλκανίων (ΔΕΗ) διοικεί ένας πρώην συνδικαλιστής της! Σχεδόν όλοι οι επιλεγέντες περιφερειακοί διευθυντές εκπαίδευσης είναι στελέχη, συνδικαλιστές ή πολιτευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Υπουργός Υγείας κ. Κουρουμπλής χαρακτήρισε τους διοικητές νοσοκομείων «πολιτικά πρόσωπα» , επιδιώκοντας τη δαπανηρή αντικατάστασή τους. 

Δεν ωφελεί να συνεχίσω. Η εικόνα είναι σαφής και καταθλιπτικά παρόμοια με αυτή του παρελθόντος. Μόνο το πρόσημο του κομματισμού διαφέρει. Οι βαθιές δομές του δημόσιου βίου έχουν φρακταλική δομή – αναπαράγονται σε διαφορετικές κλίμακες και περιόδους. Παραδόξως, η θεσμική ακινησία συντηρείται από την πολιτική αλλαγή. Όλα αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν! 

Η ελληνική πολιτική ελίτ πάσχει από «ακρασία» – ξέρει τι πρέπει να κάνει αλλά, δέσμια των φαύλων εθισμών της, δεν έχει τη δύναμη να το κάνει. Εκλογικεύει την υποκριτική στάση της υιοθετώντας την αντίληψη ότι το κράτος αντανακλά πολιτικούς συσχετισμούς, οπότε αμιγώς διοικητικές θέσεις θεωρούνται πολιτικές. Δυσκολεύονται να διακρίνουν την πολιτική εποπτεία από την επαγγελματική διοίκηση. Δείτε πόσο εύστοχα ένα έγκριτο επιστημονικό σωματείο θυμίζει τα αυτονόητα. Σε επιστολή της στον κ. Κουρουμπλή, η Ελληνική Εταιρία Μάνατζμεντ Υπηρεσιών Υγείας επισημαίνει: «[…]Οι θέσεις των νοσοκομειακών Διοικητών δεν είναι πολιτικές, αντιθέτως, είναι αμιγώς επαγγελματικές και τεχνοκρατικές. Οι Διοικητές δεν παράγουν και δεν ασκούν πολιτική. Έργο τους είναι να υλοποιούν, κατά τον αποτελεσματικότερο και επιστημονικά δόκιμο τρόπο, την πολιτική υγείας της εκάστοτε κυβέρνησης». Τα ίδια περίπου είχε επισημάνει και στην κυβέρνηση Σαμαρά. 

Οι δανειστές πιέζουν την ελληνική κυβέρνηση να αλλάξει ο νόμος για τον διορισμό των διοικητών νοσοκομείων ώστε να αποπολιτικοποιηθεί η επιλογή τους. Μακάρι να επεκτείνουν το εύρος των απαιτήσεών τους: όλες οι ηγετικές θέσεις του κρατικού μηχανισμού πρέπει να αποπολιτικοποιηθούν. Μεταφέροντας τεχνογνωσία προηγμένων χωρών, γνωρίζουν καλά ότι μόνο η αμιγώς επαγγελματική διοίκηση διασφαλίζει τη συστηματικά ορθολογική διαχείριση πόρων. 

Όσες, όμως, νομοθετικές αλλαγές κι αν γίνουν, το ελληνικό habitus δεν θα σπάσει αν δεν δημιουργηθεί ενδογενώς η επιθυμία για αυθεντική αλλαγή. Πρόκειται για κολοσσιαία αλλαγή «παραδείγματος». Η διεθνής επιτήρηση περιορίζει τη δύναμη αρνησικυρίας σημαντικών εγχώριων συμφερόντων, αλλά δεν αρκεί. 

Ο μετασχηματισμός ενός μετα-οθωμανικού σε σύγχρονο κράτος απαιτεί μια κρίσιμη μάζα εγχώριων μεταρρυθμιστών με πείσμα, αξιοπιστία και κύρος. Η ιστορία δείχνει ότι δεν επαρκεί η πίεση των δανειστών. Το σύστημα τείνει να επανέρχεται στην παραδοσιακή του ισορροπία. Απαιτείται ενεργός ανασημασιοδότηση κρίσιμων εννοιών στην πολιτική μας κοινότητα (π.χ. «αξιοκρατία», «αξιολόγηση», κλπ), η οποία θα εδράζεται σε νέες πρακτικές – σε έμπρακτες δεσμεύσεις - που σηματοδοτούν την απαρχή ενός νέου «παραδείγματος». 

Θα πιστέψω ότι αποκτήσαμε μια αυθεντικά μεταρρυθμιστική κυβέρνηση όταν δω τον πρωθυπουργό να περιορίζει αυτοβούλως την εξουσία του – να σέβεται την επετηρίδα και την αξιοκρατία στη Δικαιοσύνη, να διορίζει γενικούς γραμματείς στελέχη της διοίκησης, να προκηρύσσει τις ηγετικές θέσεις δημοσίων οργανισμών, και να μη θεωρεί τους διοικητές νοσοκομείων ή τους προϊσταμένους εκπαίδευσης «πολιτικά πρόσωπα» . Επειδή αυτή η αλλαγή «παραδείγματος» είναι απίθανο να προκύψει ενδογενώς, οι πιέσεις των δανειστών είναι η κύρια ελπίδα όσων οραματίζονται την Ελλάδα μια σύγχρονη, ευρωπαϊκή χώρα.

2 Σεπ 2015

Τί ήταν τελικά ο Σύριζα;

Του Σάκη Μουμτζή, από το capital.gr
Χρησιμοποιώ τον παρατατικό, τον πιο πένθιμο χρόνο της ελληνικής γραμματικής, για να δείξω πως ο Σύριζα που ξέραμε, έχει πεθάνει. Δεν υπάρχει. Ας κάνουμε λοιπόν τη νεκροψία του. Τα αίτια του θανάτου γνωστά. Άγνωστη όμως η ιδιοσυστασία αυτού του οργανισμού, όπως απέδειξε και το τέλος του. 
Νομίζω πως το κύριο γνώρισμα του τεθνεώτος, δεν ήταν η πολυμορφία των συνιστωσών του και η συνύπαρξη τους. Το κύριο γνώρισμα ήταν, πως συνυπήρχαν άνθρωποι με διαφορετική κοσμοαντίληψη για την πολιτική στράτευση και την συνέπεια στις αρχές τους. Υπήρχαν αυτοί που εννοούσαν αυτά που έλεγαν, ασχέτως αν εμείς, "οι κανονικοί" άνθρωποι, τα βρίσκαμε γραφικά στην αρχή, αποκρουστικά μετέπειτα. Υπήρχαν άνθρωποι εκεί μέσα που πίστευαν πραγματικά πως το 4% του εκλογικού σώματος, πριν μετασχηματίσει την Ελλάδα, θα άλλαζε την Ευρώπη όλη. Δεν έχει σημασία που εμείς γελούσαμε στην αρχή και γίναμε έξαλλοι αργότερα, με τις συνέπειες αυτής της ιδεοληψίας. Σημασία έχει πως αυτά τα στελέχη του Σύριζα, εμμένοντας πεισματικά στην πεποίθηση πως αποτελούν την φωτισμένη πρωτοπορία, αρνήθηκαν το συμβιβασμό της ηγετικής ομάδας και παράτησαν θώκους και αξιώματα. Άλλοι, από νέους σχηματισμούς συνεχίζουν τον αγώνα τους, άλλοι, με στυφή τη γεύση της ήττας, φαίνεται πως θα ιδιωτεύσουν. Όλους αυτούς, μπορούμε να τους προσάψουμε μύρια -όσα σε πολιτική βάση. Ένα όμως δεν μπορούμε να πούμε: πως είναι πολιτικοί απατεώνες. Πως γαντζωμένοι στις καρέκλες τους πούλησαν σημαίες και ιδέες. Και είναι πολλοί αυτοί. 
Στον ίδιο οργανισμό, συνυπήρχε και η ηγετική ομάδα. Την απαρτίζουν άνθρωποι –όπως αποδείχτηκε– εξουσιομανείς, που προχώρησαν στο όνομα του ρεαλισμού, στην μεγαλύτερη ιδεολογική και πολιτική μετάλλαξη. Το ψέμα και ο κυνισμός, η πολιτική απάτη και ο τυχοδιωκτισμός, τα υπέρτατα πολιτικά τους όπλα. Και τώρα ακόμα που το κόμμα τους αποσυντίθεται, ξεδιάντροπα, αφήνουν χωρίς δουλειά 2000 προλετάριους - μεταλλωρύχους, δηλώνουν ανερυθρίαστα πως το μνημόνιο που υπέγραψαν ήταν τακτικός ελιγμός, ενώ μεθοδεύουν το προεκλογικό τέχνασμα του "παράλληλου προγράμματος". Θα μου πείτε, και ποιός τους πιστεύει πλέον; Δεν είναι αυτό το ζήτημα. Κρίνουμε την χωρίς αρχές συμπεριφορά τους, που θα κλιμακωθεί όσο πλησιάζουμε προς την ημέρα των εκλογών. 
Το πόρισμα της νεκροψίας επίσης δείχνει, πως ο εκλιπών οργανισμός διέθετε συλλογική ηγεσία σε μία χώρα που ήταν εθισμένη στην ύπαρξη αρχηγού-ηγέτη και σε ένα πολίτευμα με πρωθυπουργοκεντρικό χαρακτήρα. Και ο μεν λαός, με τη βοήθεια των ΜΜΕ, κατασκεύασε την πλαστή εικόνα του ηγέτη Τσίπρα, την οποία όμως ακύρωνε κάθε συνεδρίαση των κομματικών οργάνων, σε τέτοιο σημείο που η εφημερίδα Λιμπερασιόν έγραψε: "οι Ευρωπαίοι διαπραγματεύτηκαν για έξι μήνες όχι με μια κλασσική κυβέρνηση αλλά με μία κεντρική επιτροπή." Το δε πολίτευμα τραυματίσθηκε βαρύτατα, οι θεσμοί καταρρακώθηκαν, γιατί έγινε απόπειρα τα κέντρα λήψης των αποφάσεων να μετατεθούν από τη βουλή και την κυβέρνηση, στα κομματικά όργανα του Σύριζα, με έναν πρωθυπουργό άβουλο, ανίκανο να διαχειρισθεί την κρίσιμη διαπραγμάτευση. Απρόθυμο να κυβερνήσει. 
Μέσα σε αυτόν τον σεσηπότα οργανισμό, εκτράφηκαν τα φαινόμενα Βαρουφάκη και Κωνσταντοπούλου. Ο πρώτος εκμεταλλευόμενος την ανυπαρξία του πρωθυπουργού προσπάθησε να εφαρμόσει τη θεωρία των παιγνίων επί του κοινωνικού σώματος, σε τελική ανάλυση. Μία θεωρία μοντέλων σε μία κοινωνία ανθρώπων. Η καταστροφή πλήρης. Η Κωνσταντοπούλου, ευθύς εξ αρχής κατέστησε σαφή την πρόθεση της να αυτονομηθεί πολιτικά, κάτι που και με δεδομένη την ιδιομορφία του χαρακτήρα της προκάλεσε πολλές θεσμικές δυσλειτουργίες. 
Σήμερα λοιπόν αυτό το "πράγμα" που ονομάζεται Σύριζα, ουδεμία σχέση έχει με τον κραταιό οργανισμό του Ιανουαρίου του 2015. Όσες προσπάθειες και να κάνει η "σεσημασμένη" διαπλοκή να τον πλασάρει ως την νέα κεντροαριστερά, ο λαός πολύ δύσκολα θα ξαναφάει το παραμύθι. Το στοιχειωμένο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης είναι το θλιβερό ενθύμιο του Σύριζα. 
* Ο κ. Σάκης Μουμτζής είναι συγγραφέας