Η ιδιαίτερα σημαντική επιτυχία της υπουργού Παιδείας, αλλά και η ωριμότητα που έδειξε το πολιτικό σύστημα μπορούν να έχουν τεράστια σημασία για το μέλλον του τόπου. Παρά την παροδική επικάλυψη από το δημόσιο «ξεκατίνιασμα» Παπουτσή - Παμπούκη με τη θλιβερή κατάληξη, η θεσμική αλλαγή στην Ανώτατη Εκπαίδευση αποτελεί το πολιτικό γεγονός του καλοκαιριού και ίσως του έτους. Ας αποδώσουμε τα εύσημα εκεί που ανήκουν και ας χαρούμε μια στιγμή που τόσο είχαμε ανάγκη. Είναι καλό, όμως, τώρα που το σκηνικό καθάρισε, να χτίσουμε πάνω στο μέλλον του τόπου και, γι’ αυτό, πρέπει πρώτα να διαφυλάξουμε όσα κερδίσαμε.
Η επιτυχία δεν θα μείνει χωρίς να δοκιμασθεί. Ηδη διαφαίνονται οι «μουτζαχεντίν» που θα χρησιμοποιήσουν την ευκαιρία για να «χτίσουν» πολιτική παρουσία και μέλλον, καθώς οι εκλογές φαίνονται σχετικά κοντά. Ο κ. Τσίπρας και οι σύντροφοί του ονειρεύονται επανάληψη του 2007 και μόνο ο Θεός ξέρει μέχρι πού θα φτάσει αυτή η παρανοϊκή τάση αυτοκαταστροφής. Το ΚΚΕ θα πορευθεί με τα δικά του κριτήρια που, σίγουρα, δεν περιλαμβάνουν το καλό του τόπου. Τέλος, η «εξουσία» του πρύτανη - πολιτικού φαίνεται ότι καλάρεσε σε ορισμένους περισσότερο από τη «μοναξιά» του ακαδημαϊκού. Ο κ. Μυλόπουλος στη Θεσσαλονίκη ήδη «ζώστηκε» τα φυσεκλίκια και του μένει η γενειάδα. Ο ομόλογός του της Αθήνας, παραδόξως δεν κήρυξε ακόμη «ανένδοτο», αλλά δεν νομίζω ότι θα φύγει μόνο με ένα… λυγμό.
Η κοινωνία έδειξε με τη μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια ποια είναι η άποψή της για το πανεπιστήμιο, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του. Οι ταγοί της Ανώτατης Εκπαίδευσης πρέπει τώρα να αποφασίσουν με ποιον είναι. Να αναλογισθούν και να αποτιμήσουν το παρελθόν για να συμμετάσχουν στο μέλλον. Το ελληνικό πανεπιστήμιο της 30ετίας 1982-2011 ήταν ένας καθρέφτης της κοινωνίας που άλλαζε, αλλά δεν ήταν, όπως προπολεμικά, μοχλός κοινωνικού μετασχηματισμού. Αυτό τον ρόλο τον είχε αναλάβει το «κόμμα» (όλα τα κόμματα). Τα μέλη του πανεπιστημίου, καθηγητές και φοιτητές, είχαν αναλάβει «δεύτερο ρόλο», υπηρετώντας και όχι καθοδηγώντας τις επαναστατικές «cadres» που «έτρεχαν» τα πράγματα. Πολλοί φοιτητές που είχαν αναλάβει την καθοδήγηση, έγιναν dropouts (έτσι εξηγείται ο 30ετής έρωτας με τους αιώνιους φοιτητές), και έκαναν καριέρα στην πολιτική. Οι «βοηθοί», επίσης, έγιναν καθηγητές σε μία νύχτα, και μετά πολιτικοί. Ακαδημαϊκή κόλαση, αλλά σοσιαλιστικός παράδεισος. Ετσι, σταδιακά, «γέμισαν» τα πανεπιστήμια σε Αμερική και Ευρώπη με Ελληνες φοιτητές και καθηγητές «αστέρια». Οι φοιτητές δεν άντεχαν την ταπείνωση των φροντιστηρίων, αλλά και την εμπειρία της φοίτησης στο ελληνικό πανεπιστήμιο, ακόμη και αν έμπαιναν πρώτοι. Οι καθηγητές δεν άντεχαν την ταπείνωση της διαδικασίας εκλογής, αλλά και τις συνθήκες δουλειάς και αμοιβών. Η Ελλάδα πλούτιζε υλικά, αλλά φτώχαινε πνευματικά και επιστημονικά. Το τίμημα της εσωστρέφειας και του ηθικού ξεπεσμού που ακολούθησε το πληρώνουμε (σχεδόν) όλοι τώρα.
Το 2011 η Ελλάδα αντιμετωπίζει τα γνωστά προβλήματα. Καμία κοινωνία δεν μπορεί να κάνει τα απαιτούμενα για τη σωτηρία της άλματα χωρίς καλά πανεπιστήμια. Η υπουργός και οι συνεργάτες της έκαναν αυτό που σπάνια γίνεται σε μια μεταρρύθμιση στην Ελλάδα. Μελέτησαν, ρώτησαν, σκέφτηκαν, μίλησαν, για ενάμιση χρόνο και μετά κοίταξαν τον καθρέφτη. Αποτέλεσμα είναι ο νόμος που ψηφίστηκε. Δεν θα τον αναλύσω, γιατί το έχουν κάνει άλλοι καλύτεροι από εμένα. Βλέπω ποιοι τον στηρίζουν και αισθάνομαι ότι έχουν δίκιο. Βλέπω ποιοι τον πολεμούν και καταλαβαίνω ότι έχουν άδικο. Θα πω απλώς ότι μου θυμίζει αυτό που έζησα ως φοιτητής, στα καλύτερα χρόνια της ζωής μου στην Αμερική, το 1963-1974. Εχω σαφέστατη και αρνητική άποψη, μετά από θητεία 24 χρόνων στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Πιστεύω ότι η πανεπιστημιακή κοινότητα πρέπει τώρα να αγνοήσει ιδιοτελείς πρυτάνεις, καθηγητές σε μάχες οπισθοφυλακής, τα κόμματα της σκόπιμης οπισθοδρόμησης και θλιβερές μειοψηφίες του «όχι σε όλα». Αυτοί ποτέ δεν έγραψαν Ιστορία με δημιουργικό τρόπο. Τώρα που πέρασε η μεταρρύθμιση, πρέπει να εφαρμοσθεί και να αξιολογηθεί. Οποιος στέκεται ενάντια, σε αυτή τη συγκυρία, είναι υπόλογος, όχι τιμητής.
Του καθηγητή Οικονομικών της Υγείας, Λυκούργου Λιαρόπουλου, από την Καθημερινή.