του Ευθύμη Δημόπουλου, από το Blog, μη μαδάς τη μαργαρίτα
Η αρχή της μεταπολίτευσης (24 Ιουλίου 1974) είναι γνωστή σε όλους, με εξαίρεση ίσως κάποιους διαδηλωτές του ΣΥΡΙΖΑ που για χάρη της ομοιοκαταληξίας φωνάζουν ότι «η χούντα δεν τελείωσε το ’73». Το τέλος της μεταπολίτευσης μάλλον δεν μπορεί να το ορίσει κανείς ακόμη. Όμως είναι δύσκολο να αρνηθεί κάποιος ότι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της μεταπολιτευτικής περιόδου, αν όχι το κυριότερο, είναι ο ρόλος των μαζικών κομμάτων όχι μόνο στη συγκρότηση της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας και πολιτείας αλλά και στη διαμόρφωση μιας νέας συλλογικής ταυτότητας, για τους πολίτες.
Στην πρώτη μεταπολιτευτική φάση με τη μαζική ένταξη και συμμετοχή τους στα κόμματα δεκάδες χιλιάδες πολίτες αναζήτησαν όχι μόνο τον πολιτικό τους αλλά και τον κοινωνικό τους αυτοπροσδιορισμό. Στη δεύτερη μεταπολιτευτική φάση, φάση εκφυλισμού των κομμάτων σε μηχανισμούς για την κατάληψη της εξουσίας, εκφυλίζεται και η σχέση πολιτών και κομμάτων. Τα κόμματα μετατρέπονται σε μηχανισμούς παροχής προσόδων και προνομίων για τα κομματικά τους μέλη αλλά και για μεγάλες κατηγορίες ψηφοφόρων τους. Μοιράζουν δημόσιο χρήμα, οφίτσια, πουλάνε γνωριμίες και κοινωνική προβολή, φτιάχνουν επαγγελματικές καριέρες. Ο διευθυντής του σχολείου, ο πρύτανης στο πανεπιστήμιο, το διοικητικό συμβούλιο του νοσοκομείου, ο διοικητής στους ενστόλους, ο ανώτερος δικαστικός και πολλοί άλλοι δημόσιοι λειτουργοί δεν είναι πια προϊόν θεσμών αλλά κομματικών δικτύων. Το κομματικό κράτος έχει ήδη στηθεί και οι υπόλοιποι θεσμοί της κοινωνίας έχουν επικίνδυνα ατροφήσει. Οι κομματικοί μηχανισμοί αυτονομούνται και επικαθορίζουν ή εκβιάζουν ακόμη και ηγεσίες. Ο κομματάνθρωπος κυριαρχεί πάνω στον πολίτη. Η Ελλάδα έχει αποκτήσει ένα μεγάλο δομικό μειονέκτημα σε σχέση με τη Δυτική Ευρώπη.
Απ’ όποιο πρίσμα και να δει κάποιος παρατηρητής την ελληνική χρεωκοπία είναι αδύνατο να την κατανοήσει χωρίς να λάβει υπόψη του τον κομματικό πατερναλισμό και υδροκεφαλισμό. Όποια στρατηγική και να επιλεγεί για την ανασυγκρότηση της ελληνικής δημόσιας ζωής και του κράτους αλλά και για την προσαρμογή προς το ευρωπαϊκό μοντέλο είναι απίθανο να τελεσφορήσει χωρίς το τέλος του κομματικού κράτους.
Αυτό δε συνεπάγεται απαραίτητα εξαφάνιση των κομμάτων ή σύνθλιψή τους. Σημαίνει όμως ρευστοποίηση και ανασύνθεσή τους. Ένα μεγάλο τμήμα πολιτών με ανησυχία για τη χώρα και διάθεση προσφοράς αρνείται να αυτοπροσδιοριστεί με κάποιο κομματικό επίθετο. Ένα άλλο τμήμα πολιτών συγκροτεί οργανώσεις και κινήσεις, αποχωρεί από κόμματα ή χειραφετείται από τις κομματικές ηγεσίες. Όλοι αυτοί αναζητούν ένα πεδίο συνάντησης και κοινής δράσης. Η κίνηση των 58 προβάλλει ως ελπίδα συσπείρωσης και κοινής δράσης για αυτούς τους ανθρώπους. Για να καταφέρει όμως να τους εκφράσει δεν μπορεί και δεν πρέπει η προσπάθεια να είναι ούτε μονοκομματική ούτε μόνο κομματική.
Ωστόσο, οι κομματικοί μηχανισμοί δεν είναι διατεθιμένοι (οι τελευταίες αυταπάτες διαλύθηκαν μέσα στο χώρο της ΔΗΜΑΡ) να παραδώσουν τα κλειδιά της εξουσίας και των προνομίων τους. Προχωρώντας προς τις ευρωεκλογές, τη δημιουργία «σώματος» στους 58, την παραγωγή θέσεων και τη συγκρότηση ευρωψηφοδελτίου οι μηχανισμοί θα βάζουν, εφόσον δεν ικανοποιούνται, όλο και περισσότερες τρικλοποδιές στο εγχείρημα. Από την άλλη δεν μπορούν να μιλούν πια από θέση ισχύος. Οι ψηφοφόροι δεν τους ανήκουν, πολύ περισσότερο οι ενεργοί πολίτες.
Στη φάση αυτή θα είναι κρίσιμος ο ρόλος των κινήσεων και των πολιτών που έχουν χειραφετηθεί από κομματικά επιτελεία. Χρειάζεται από μέρους μας πολιτική γενναιοψυχία. Να μη θαμπωθούμε από οφίτσια, να μη δελεαστούμε από αρχηγικούς ρόλους. Πρέπει να προσέλθουμε στο εγχείρημα συντεταγμένα όλες οι πολιτικές φυλές (Δράση, ΔΗΝΕΛ, Πρωτοβουλία Β, ανέστιοι φιλελεύθεροι, Δημαρίτες που ήρθαν σε ρήξη με την επίσημη ηγεσία τους, οικολόγοι, εκσυγχρονιστές του ΠΑΣΟΚ κ.ά.) που ερμηνεύουμε την ελληνική κρίση με κοινούς όρους. Στην ιδρυτική μας συγκέντρωση θα αναμειχθούμε μεταξύ μας κατά το πρότυπο της μεταρρύθμισης του Κλεισθένη. Οι «πολιτικές τοπικότητες» θα παραχωρήσουν τη θέση τους στο νέο κράμα. Θα εκλέξουμε τους αξιότερους και όχι αυτούς που θα μας υποδείξουν τα δίκτυα. Έτσι, η αξία του αθροίσματος θα να είναι μεγαλύτερη της αξίας των όρων του, ώστε να παράγει μια διαφορετική πολιτική ποιότητα που δε θα παγιδευτεί στο παιχνίδι της παραδοσιακής κομματικής αντιπαλότητας. Έτσι θα κατακτήσουμε μια νέα πολιτική χειραφέτηση και μια νέα συλλογική αυτογνωσία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου