Του Γιάννη Παλαιολόγου, από την Καθημερινή.
Ο Αλέκος Παπαδόπουλος ήταν ένας από τους λίγους πολιτικούς που υπηρέτησαν σε κορυφαίες θέσεις και προειδοποιούσαν με συγκεκριμένο και επιτακτικό τρόπο για την καταστροφή που έρχεται. Στο νέο βιβλίο που δημοσιεύει, με τίτλο «Πολεμώντας τον επόμενο πόλεμο» (Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις), το οποίο συνίσταται σε «εκ των προτέρων σχολιασμό όσων συμβαίνουν σήμερα», όπως γράφει, περιλαμβάνονται κάποιες από τις προειδοποιήσεις αυτές, μεταξύ των οποίων δύο αδημοσίευτες και ιδιαίτερα σημαντικές. Η πρώτη, σε μορφή υπομνήματος προς τον πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη, έχει ημερομηνία 21 Αυγούστου 1996. Η δεύτερη χρονολογείται από τις 19 Δεκεμβρίου του 2004, με αποδέκτη τον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Γιώργο Παπανδρέου.
Η επιστολή προς τον κ. Σημίτη συντάσσεται λίγες μέρες πριν από την προκήρυξη των εκλογών του Σεπτεμβρίου του 1996, με σκοπό, όπως γράφει στο βιβλίο ο κ. Παπαδόπουλος -υπουργός Οικονομικών τότε- να θέσει προτεραιότητες για μια ενδεχόμενη νέα κυβερνητική θητεία του ΠΑΣΟΚ. Ο κ. Παπαδόπουλος ξεκινά σημειώνοντας ότι «υποβόσκει μια γενική πολιτική κρίση» που επεκτείνεται στην οικονομία και την κοινωνία και που καθίσταται «εκρηκτικά επικίνδυνη» εξαιτίας της άγνοιας της ύπαρξής της μεταξύ τόσο της κοινής γνώμης όσο και των ηγετικών στελεχών του κυβερνώντος κόμματος.
Παρά τις επιτυχίες της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ μετά το 1993, τις οποίες συνοψίζει ως την αποτροπή της εθνικής χρεοκοπίας και τη λήψη των εύκολων πρώτων μέτρων στη μακρά πορεία σύγκλισης για την ΟΝΕ, ο κ. Παπαδόπουλος τονίζει ότι είναι «λάθος και ψεύδος» η άποψη ότι η Ελλάδα έχει μπει σε μια τροχιά αυτοτροφοδοτούμενης επιτυχίας. Η οικονομία «παραμένει στην κατάσταση μιας επιχείρησης με αρνητική καθαρά θέση που κατορθώνει να αποτρέψει την πτώχευση μόνο επειδή βυθίζεται βαθύτερα στο χρέος». Οπως τονίζει, με έντονους χαρακτήρες: «Εχουμε φτάσει στο σημείο να αυξάνουμε το χρέος μόνο και μόνο για να πληρώνουμε τους τόκους του χρέους». Τέτοιες εξελίξεις, όπως παρατηρεί, καθιστούν ανέφικτη την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ και την οδηγούν στο περιθώριο της Ευρώπης.
Σημειώνοντας ότι η χώρα «ουσιαστικά δεν κυβερνιέται», ο τότε υπουργός Οικονομικών προτείνει δύο ειδών μέτρα: «Μέτρα άμεσης ανάσχεσης της εκφυλιστικής διαδικασίας του τόπου και μέτρα μεσοπρόθεσμης ανασύνταξης του κράτους». Στην πρώτη κατηγορία κατατάσσει μέτρα για την αυστηροποίηση και τη μηχανογράφηση της φορολογικής διοίκησης, πάγωμα μισθών και προσλήψεων, κατάργηση επιδομάτων και φοροαπαλλαγών. Αναφέρει μάλιστα ως «δυναμική λύση» για το μισθολογικό κόστος του Δημοσίου τη «μείωση των αριθμών» και τη «μισθολογική αναβάθμιση ενός πολύ μικρότερου αριθμού πολύ πιο αποτελεσματικών υπαλλήλων». Στη δεύτερη κατηγορία εντάσσει δέσμη μέτρων για τον εκσυγχρονισμό της κεντρικής διοίκησης, της Αυτοδιοίκησης, του ευρύτερου δημόσιου τομέα, της παιδείας, των Ενόπλων Δυνάμεων και των δημόσιων επενδύσεων.
Προς Γ. Παπανδρέου
Οκτώ χρόνια αργότερα, απλός βουλευτής πια, έχοντας απογοητευτεί από τα πρώτα δείγματα γραφής της κυβέρνησης Καραμανλή αλλά και ανήσυχος για το «ασαφές στίγμα» της οικονομικής θεώρησης του ΠΑΣΟΚ, ο κ. Παπαδόπουλος γράφει στον νέο πρόεδρό του μεταφέροντας «μερικές σκέψεις και προτάσεις για την ελληνική οικονομία». Το υπόμνημα ξεκινάει με την επισήμανση ότι «παρά τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης των τελευταίων χρόνων, η ελληνική οικονομία δεν παρουσιάζει αναπτυξιακό δυναμισμό», καθώς η αύξηση του ΑΕΠ «οφείλεται κυρίως στην εγχώρια ζήτηση παρά στην αύξηση της παραγωγικότητας ή των καθαρών εξαγωγών».
Ο κ. Παπαδόπουλος στο υπόμνημά του ασκεί κριτική στην πολιτική αυξήσεων στον δημόσιο τομέα της δεύτερης κυβέρνησης Σημίτη (2000-4). Παρατηρεί δε ότι, από άποψη διαχείρισης προσδοκιών για την εποχή συμμετοχής στην ΟΝΕ, αυτή ήταν η κρίσιμη περίοδος και συνεπώς ο «ευκαιριακός χαρακτήρας» της διαχείρισης της οικονομίας στα χρόνια αυτά «δημιουργεί μονιμότερα πολιτικά προβλήματα για τη διαμόρφωση μιας νέας οικονομικής πολιτικής».
Στη συνέχεια της επιστολής, ο κ. Παπαδόπουλος καταπιάνεται λεπτομερώς με το ζήτημα της αξιοπιστίας των δημοσιονομικών στοιχείων της χώρας. Σημειώνει μάλιστα ότι «η εικόνα που αναδύεται στην περίπτωση της Ελλάδος εγείρει πολλά ερωτήματα σε σχέση με τη διαφάνεια των στοιχείων», ενώ τονίζει ότι «η χώρα αποδείχθηκε ανίκανη να αντιμετωπίσει το δημοσιονομικό της πρόβλημα», με αποτέλεσμα «το μέρισμα που προέκυψε από την ένταξη» στην ΟΝΕ (μείωση επιτοκίων) να εξανεμιστεί «από την αύξηση του ίδιου του χρέους». Οι δυσοίωνες δημοσιονομικές προοπτικές ήδη έχουν καταγραφεί από τους οίκους αξιολόγησης, γράφει στην επιστολή του ο κ. Παπαδόπουλος, ενώ κάνει αναφορά και στα spreads των ελληνικών ομολόγων, που κινούνταν τότε στα -παραδεισένια, υπό το φως των μετέπειτα εξελίξεων- επίπεδα των 20 μονάδων βάσης.
Στις προτάσεις του προς τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, ο Θεσπρωτός πολιτικός είναι ριζοσπάστης. Τονίζει ότι «τα βαθύτερα διαρθρωτικά προβλήματα αναδεικνύονται σε μεγάλες προτεραιότητες», αλλά ζητεί και τη θέσπιση «χρυσού κανόνα» στα δημοσιονομικά, που θα επιβάλλει ετήσια μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ μεγαλύτερη από τον ρυθμό ανάπτυξης, χρήση των εσόδων από τις αποκρατικοποιήσεις για την αποπληρωμή χρέους και όχι την κάλυψη καταναλωτικών δαπανών και άλλα προωθημένα μέτρα στα οποία κώφευε το σύνολο του πολιτικού συστήματος.
Για πολλά χρόνια στην Ελλάδα, πολλοί δεν ήξεραν και πολλοί που ήξεραν δεν μιλούσαν. Το πιο τραγικό από όλα, όμως, ήταν ότι υπήρχαν αυτοί που ήξεραν και μιλούσαν – αλλά δεν τους άκουγε κανείς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου