Του Στάθη Καλύβα, από την Καθημερινή.
Οι μεγάλες αντιπαραθέσεις της ατελείωτης αυτής εξαετίας έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: είναι σχεδόν πάντοτε διατυπωμένες έτσι ώστε να μετατρέπουν σύνθετα προβλήματα σε δήθεν απλά διλήμματα. Παράγουν έτσι εύκολες αντιπαραθέσεις αλλά σχεδόν ποτέ ουσιαστική εμβάθυνση. Τα παραδείγματα αφθονούν: είναι η κρίση ελληνική ή ευρωπαϊκή; Φταίει η νοοτροπία μας ή το πολιτικό μας σύστημα, η ιστορία μας ή η διεθνής συγκυρία; Εμείς «τα φάγαμε» ή μια δράκα διεφθαρμένων πολιτικών; Μνημόνιο ή αντιμνημόνιο; Το ίδιο συμβαίνει τώρα με το θέμα των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών.
Υπάρχει, πιστεύω, μια εξαίρεση στον κανόνα αυτό, ένα πραγματικό δίλημμα με απλή απάντηση. Επανέρχεται συχνά και αφορά την ευθύνη των πολιτικών και κοινωνικών ελίτ σε σχέση με τον λαό. Ως ηγεσίες ή ελίτ εννοούμε τους ανθρώπους εκείνους που λειτουργούν ως κοινωνικά υποδείγματα και έχουν τη δυνατότητα να εμπνέουν την κοινωνία και να δρομολογούν το μέλλον της: πολιτικούς ηγέτες, οικονομικά ισχυρούς, πνευματικούς ανθρώπους, κάθε λογής διαμορφωτές της κοινής γνώμης, ανώτερους και ανώτατους δημόσιους λειτουργούς. Πρόκειται προφανώς περί ετερογενούς και όχι πάντα συνεκτικής ομάδας. Εξίσου προφανώς, οι ελίτ δεν είναι εύκολο να προσδιοριστούν και να μετρηθούν με ακρίβεια, ενώ η έννοια του λαού διαστέλλεται τόσο εύκολα ώστε να περιλαμβάνει ουσιαστικά τους πάντες. Εξ ου και η αναπόφευκτη σκιαμαχία ανάμεσα σε δύο λογιών λαϊκισμούς, με τον πρώτο να κατακεραυνώνει τον λαό που έκανε τις επιλογές που έκανε και τον δεύτερο να τον θεωρεί εξ ορισμού αθώο και άμωμο, «πάντα ευκολόπιστο και πάντα προδομένο».
Παρ’ όλ’ αυτά, θα ισχυριστώ πως το ερώτημα για το μερίδιο της ευθύνης που αντιστοιχεί στις ελίτ απαντάται εύκολα και αυτό γιατί η ευθύνη των μεγάλων επιτυχιών και αποτυχιών σε οποιαδήποτε συλλογικότητα ανήκει πρωταρχικά στις ελίτ: αυτές έχουν το γενικό πρόσταγμα. Και δεν αναφέρομαι εδώ στις ακραίες περιπτώσεις των διεφθαρμένων πολιτικών και επιχειρηματιών και στις πιο γελοίες φυσιογνωμίες που υπάρχουν παντού.
Πρόσφατα διάβαζα για μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο της ελληνικής ιστορίας, τον Μεσοπόλεμο. Οι ελίτ της εποχής εκείνης, παρά τα συχνά σφάλματα και τις ενίοτε λανθασμένες τους επιλογές, διέθεταν κάποια βασικά χαρακτηριστικά: εργατικότητα, ακεραιότητα, αγάπη για τη μόρφωση, αυτοπειθαρχία, ορθοκρισία, έννοια για το συλλογικό. Χωρίς να ωραιοποιώ, θα έλεγα πως τις διέκρινε μια στιβαρότητα, ένα gravitas που διασώζεται σε πολλά γραπτά τεκμήρια. Με τα σημερινά κριτήρια, θα μπορούσαμε να τις χαρακτηρίσουμε συντηρητικές ή και αρτηριοσκληρωτικές, αλλά δεν είναι ορθό να επιβάλλουμε το δικό μας αξιακό πλαίσιο στο παρελθόν.
Αν αντίστοιχα, εξετάσουμε τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων που αποτέλεσαν την ελίτ της τελευταίας τριακονταετίας εύκολα θα διαπιστώσουμε τη συχνότητα με την οποία επανέρχονται χαρακτηριστικά όπως η ματαιοδοξία, ο κυνισμός, η επιδερμική μόρφωση, η επιπολαιότητα και ο νεοπλουτισμός. Τη μετάλλαξη αυτή, την βίωσα ο ίδιος από πρώτο χέρι ως φοιτητής του ελληνικού πανεπιστημίου στις αρχές της δεκαετίας του ’80, όταν είδα να εξαφανίζονται οι παλαιάς κοπής καθηγητές (αρκετοί από τους οποίους ήταν αξιόλογοι), να αποτυγχάνει να ριζώσει η επόμενη γενιά των σοβαρών και ανοιχτόμυαλων ερευνητών και τελικά να κυριαρχούν οι φελλοί που δεν νοιάζονταν καν να τηρήσουν τα προσχήματα. Την αίσθηση αυτή, του διάχυτου κυνισμού, του περιορισμένου αυτοελέγχου, της γενικευμένης χαλαρότητας και ελαφρότητας και της αδιαφορίας για το συλλογικό, την διαπίστωσα πολλές φορές έκτοτε. Και είναι εντυπωσιακό το πόσο γρήγορα διαχύθηκε στην κοινωνία και αντανακλάται στην μπαχαλοποίηση του κράτους και της κοινωνίας που προηγήθηκαν βέβαια της κρίσης.
Τι ακριβώς συνέβη; Η πιθανότερη εξήγηση πρέπει να αναζητηθεί στην εύκολη ευμάρεια της εποχής των παχιών αγελάδων. Πολλοί ήταν εκείνοι που βρέθηκαν σε θέσεις ευθύνης και, που ενώ δεν έπραξαν αυτά που έπρεπε να πράξουν, επιβραβεύθηκαν γι’ αυτά καθώς η χώρα (και οι ίδιοι) φαινόταν να πορεύεται από επιτυχία σε επιτυχία. Είναι εύκολο (και πολύ ανθρώπινο) να αποδώσεις τις επιτυχίες που δεν σου ανήκουν στις (ανύπαρκτες) ικανότητές σου.
Και πώς διορθώνεται το πρόβλημα; Πώς αποκτά μια χώρα καλύτερη ελίτ; Κατ’ αρχάς με την αναγνώριση του προβλήματος δίχως υπεκφυγές. Αυτονόητο μεν, αλλά όχι και τόσο εύκολο. Ένα δεύτερο βήμα προσφέρει η ίδια η ζωή, καθώς η κρίση στρέφει μια σημαντική μερίδα των πιο δυναμικών νέων ανθρώπων εκτός της χώρας και τους αναγκάζει να αναπτύξουν τα ατομικά εκείνα χαρακτηριστικά που αντιστοιχούν στις νέες, σκληρές συνθήκες. Πολλοί από αυτούς θα χαθούν βέβαια για τη χώρα, αλλά το παράδειγμά τους θα εμπεδωθεί και θα εμπνεύσει.
Το μεγαλύτερο βήμα, όμως, είναι η συνειδητή επιλογή να δημιουργήσουμε εκ του μηδενός (και, εννοείται, έξω από τα ασφυκτικά όρια του κράτους) τις δομές εκείνες που θα δια πλάσουν ανθρώπους ικανούς στο μέλλον να εμπνεύσουν την κοινωνία και να ηγηθούν. Και η βασική δομή αυτού του είδους, ίσως και η μόνη, είναι η παιδεία. Εκεί λοιπόν θα πρέπει να συγκεντρώσουν τις δυνάμεις τους όσοι θλίβονται από τη σημερινή κατάντια της χώρας και ενδιαφέρονται για το μέλλον της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου