Συστήσαμε πολιτική κοινότητα, πολίτες όμως δεν γίναμε. Ιδρύσαμε κράτος με βάση
τα ιδεώδη του Διαφωτισμού, σύγχρονο κράτος όμως δεν φτιάξαμε. Γίναμε μέλος της
ΕΕ, ευρωπαϊκή συνείδηση όμως δεν αποκτήσαμε. Δύο αιώνες, τώρα, η ανατολίτικη
ψυχή μας παλεύει με τις εκσυγχρονιστικές μας παρορμήσεις. Διαθέτουμε νεωτερική
πρόσοψη, αλλά προ-νεωτερική νοοτροπία.
Ένα (ακόμη…) πρόσφατο παράδειγμα οικογενειοκρατικής πρακτικής αποκαλύπτει πώς η προ-νεωτερική νοοτροπία διαβρώνει τους θεσμούς της χώρας. Όχι ότι η οικογενειοκρατία είναι άγνωστη στις ανεπτυγμένες κοινωνίες. Όταν όμως εκεί αποκαλύπτεται, ντρέπονται, δεν μπορούν να την υπερασπίσουν δημόσια. Αντιθέτως, στη μετα-οθωμανική Ελλάδα, όχι μόνο δεν ντρέπεται κανείς, αλλά δεν διστάζει να τη δικαιολογεί!
Ο βουλευτής κ. Πολύδωρας διετέλεσε Πρόεδρος της Βουλής για μία μόνο μέρα (!). Με την ιδιότητα του πρώην Προέδρου επέλεξε την κόρη του Μαργαρίτα να εργασθεί ως μετακλητή υπάλληλος στο πολιτικό του γραφείο. Στις επικρίσεις που προκάλεσε η απόφασή του αυτή, ο κ. Πολύδωρας φέρεται να απάντησε: «Κάλυψα τη θέση μόνο ενός υπαλλήλου (αντί για έξι) με την κόρη μου που είναι στενός, πολύτιμος συνεργάτης μου. Έχει τρία μεταπτυχιακά, μιλά τέσσερις γλώσσες και διερωτώμαι γιατί τώρα έρχεται το θέμα στη δημοσιότητα.».
Η ηθική αμβλύνοια του ανδρός είναι αξιοπρόσεκτη. Δεν κατανοεί ότι η πράξη του αυτή, ακόμα κι αν είναι νομότυπη, είναι ηθικά προβληματική. Στη συνείδηση των πολιτών, στη συγκεκριμένη συγκυρία της οικονομικής καταστροφής αλλά και της καθολικής απαξίωσης των πολιτικών, εγγράφεται ως ένα ακόμα δείγμα πλεονεξίας της πολιτικής ελίτ. Μπορεί, βέβαια, να μην υπάρχει νόμος που να απαγορεύει την πλεονεξία των πολιτικών, την απαξιώνει όμως το κοινό αίσθημα.
Ο κ. Πολύδωρας υπερασπίζεται το διορισμό της κόρης του επικαλούμενος τα προσόντα της. Δεν του περνάει από το νου ότι πολλοί νέοι έχουν παρόμοια προσόντα, αλλά έχουν ελάχιστη πιθανότητα να εργασθούν ως υπάλληλοι σε μια επίζηλη δημόσια θέση. Δεν είναι, λοιπόν, μόνο τα προσόντα της κυρίας Μαργαρίτας Πολύδωρα αυτά που είναι σημαντικά (τέτοια και περισσότερα έχουν κι άλλοι), αλλά ο τρόπος με τον οποίο γνωστοποιούνται τα προσόντα αυτά στους αρμόδιους λήπτες αποφάσεων. Ο κ. Πολύδωρας γνωρίζει τα προσόντα αυτά από πρώτο χέρι, αφού η Μαργαρίτα είναι κόρη του. Η συγγενική σχέση δηλαδή, στο μέτρο που δίνει προνομιακή πληροφόρηση σε έναν εργοδότη αναφορικά με τα προσόντα ενός υποψήφιου εργαζομένου, παραχωρεί το προβάδισμα στο συγγενή έναντι άλλων ατόμων. Σε ένα σύγχρονο κράτος δικαίου αυτό είναι επιλήψιμο, αφού δεν έχουν όλοι, κατ’ αρχήν, ίσες ευκαιρίες πρόσβασης σε δημόσιες θέσεις. Στο δικηγορικό του γραφείο ο κ. Πολύδωρας μπορεί να διορίσει όποιον θέλει, σε μια δημόσια θέση όχι.
«Είχα δικαίωμα να το κάνω», διατείνεται ο κ. Πολύδωρας. Ναι, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας. Ένας πατέρας δεν μπορεί να πείσει την κοινότητα ότι κρίνει αμερόληπτα το παιδί του. Πώς μπορούμε να ξέρουμε ότι η απόφαση του κ. Πολύδωρα δεν έγινε με ιδιοτελή κριτήρια, αλλά με αξιοκρατικά, τα οποία ως δημόσιος αξιωματούχος οφείλει να εφαρμόζει; Στο μέτρο που το ερώτημα αυτό δεν μπορεί να απαντηθεί με ασφάλεια, η λογοδοσία του δημόσιου αξιωματούχου ακυρώνεται.
Ο πολιτικός οφείλει να μην ενεργεί ως ιδιώτης που φροντίζει για την πάρτη του, αλλά ως ηγέτης που μεριμνά για την προαγωγή του δημοσίου συμφέροντος και των αξιών που το υπηρετούν, μεταξύ των οποίων η αξιοκρατία. Πράξεις που θέτουν εν αμφιβόλω την αξιοκρατία υπονομεύουν την πειθώ του πολιτικού, εφόσον αδυνατεί να πείσει ότι ενεργεί για το συμφέρον της «πόλεως» και όχι για το δικό του. Ο ενάρετος πολιτικός πείθει στο μέτρο που αυτο-περιορίζεται.
Ο πολιτικός ηγέτης ενσαρκώνει αξίες που συνέχουν την κοινότητα. Με τη στάση του παιδαγωγεί του πολίτες. Υπακούμε, όχι μόνο στους γραπτούς νόμους της «πόλεως», λέει ο Περικλής στον «Επιτάφιο», αλλά και σε εκείνους που «ενώ είναι άγραφοι, επιφέρουν πανθομολογούμενη καταισχύνη (των παραβατών)». Η αρχαιομάθεια του κ. Πολύδωρα αποδεικνύεται αυτό που μερικοί υποψιαζόμασταν: κενολογικός στόμφος, όχι πυξίδα ενάρετης πολιτικής συμπεριφοράς.
Ένα (ακόμη…) πρόσφατο παράδειγμα οικογενειοκρατικής πρακτικής αποκαλύπτει πώς η προ-νεωτερική νοοτροπία διαβρώνει τους θεσμούς της χώρας. Όχι ότι η οικογενειοκρατία είναι άγνωστη στις ανεπτυγμένες κοινωνίες. Όταν όμως εκεί αποκαλύπτεται, ντρέπονται, δεν μπορούν να την υπερασπίσουν δημόσια. Αντιθέτως, στη μετα-οθωμανική Ελλάδα, όχι μόνο δεν ντρέπεται κανείς, αλλά δεν διστάζει να τη δικαιολογεί!
Ο βουλευτής κ. Πολύδωρας διετέλεσε Πρόεδρος της Βουλής για μία μόνο μέρα (!). Με την ιδιότητα του πρώην Προέδρου επέλεξε την κόρη του Μαργαρίτα να εργασθεί ως μετακλητή υπάλληλος στο πολιτικό του γραφείο. Στις επικρίσεις που προκάλεσε η απόφασή του αυτή, ο κ. Πολύδωρας φέρεται να απάντησε: «Κάλυψα τη θέση μόνο ενός υπαλλήλου (αντί για έξι) με την κόρη μου που είναι στενός, πολύτιμος συνεργάτης μου. Έχει τρία μεταπτυχιακά, μιλά τέσσερις γλώσσες και διερωτώμαι γιατί τώρα έρχεται το θέμα στη δημοσιότητα.».
Η ηθική αμβλύνοια του ανδρός είναι αξιοπρόσεκτη. Δεν κατανοεί ότι η πράξη του αυτή, ακόμα κι αν είναι νομότυπη, είναι ηθικά προβληματική. Στη συνείδηση των πολιτών, στη συγκεκριμένη συγκυρία της οικονομικής καταστροφής αλλά και της καθολικής απαξίωσης των πολιτικών, εγγράφεται ως ένα ακόμα δείγμα πλεονεξίας της πολιτικής ελίτ. Μπορεί, βέβαια, να μην υπάρχει νόμος που να απαγορεύει την πλεονεξία των πολιτικών, την απαξιώνει όμως το κοινό αίσθημα.
Ο κ. Πολύδωρας υπερασπίζεται το διορισμό της κόρης του επικαλούμενος τα προσόντα της. Δεν του περνάει από το νου ότι πολλοί νέοι έχουν παρόμοια προσόντα, αλλά έχουν ελάχιστη πιθανότητα να εργασθούν ως υπάλληλοι σε μια επίζηλη δημόσια θέση. Δεν είναι, λοιπόν, μόνο τα προσόντα της κυρίας Μαργαρίτας Πολύδωρα αυτά που είναι σημαντικά (τέτοια και περισσότερα έχουν κι άλλοι), αλλά ο τρόπος με τον οποίο γνωστοποιούνται τα προσόντα αυτά στους αρμόδιους λήπτες αποφάσεων. Ο κ. Πολύδωρας γνωρίζει τα προσόντα αυτά από πρώτο χέρι, αφού η Μαργαρίτα είναι κόρη του. Η συγγενική σχέση δηλαδή, στο μέτρο που δίνει προνομιακή πληροφόρηση σε έναν εργοδότη αναφορικά με τα προσόντα ενός υποψήφιου εργαζομένου, παραχωρεί το προβάδισμα στο συγγενή έναντι άλλων ατόμων. Σε ένα σύγχρονο κράτος δικαίου αυτό είναι επιλήψιμο, αφού δεν έχουν όλοι, κατ’ αρχήν, ίσες ευκαιρίες πρόσβασης σε δημόσιες θέσεις. Στο δικηγορικό του γραφείο ο κ. Πολύδωρας μπορεί να διορίσει όποιον θέλει, σε μια δημόσια θέση όχι.
«Είχα δικαίωμα να το κάνω», διατείνεται ο κ. Πολύδωρας. Ναι, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας. Ένας πατέρας δεν μπορεί να πείσει την κοινότητα ότι κρίνει αμερόληπτα το παιδί του. Πώς μπορούμε να ξέρουμε ότι η απόφαση του κ. Πολύδωρα δεν έγινε με ιδιοτελή κριτήρια, αλλά με αξιοκρατικά, τα οποία ως δημόσιος αξιωματούχος οφείλει να εφαρμόζει; Στο μέτρο που το ερώτημα αυτό δεν μπορεί να απαντηθεί με ασφάλεια, η λογοδοσία του δημόσιου αξιωματούχου ακυρώνεται.
Ο πολιτικός οφείλει να μην ενεργεί ως ιδιώτης που φροντίζει για την πάρτη του, αλλά ως ηγέτης που μεριμνά για την προαγωγή του δημοσίου συμφέροντος και των αξιών που το υπηρετούν, μεταξύ των οποίων η αξιοκρατία. Πράξεις που θέτουν εν αμφιβόλω την αξιοκρατία υπονομεύουν την πειθώ του πολιτικού, εφόσον αδυνατεί να πείσει ότι ενεργεί για το συμφέρον της «πόλεως» και όχι για το δικό του. Ο ενάρετος πολιτικός πείθει στο μέτρο που αυτο-περιορίζεται.
Ο πολιτικός ηγέτης ενσαρκώνει αξίες που συνέχουν την κοινότητα. Με τη στάση του παιδαγωγεί του πολίτες. Υπακούμε, όχι μόνο στους γραπτούς νόμους της «πόλεως», λέει ο Περικλής στον «Επιτάφιο», αλλά και σε εκείνους που «ενώ είναι άγραφοι, επιφέρουν πανθομολογούμενη καταισχύνη (των παραβατών)». Η αρχαιομάθεια του κ. Πολύδωρα αποδεικνύεται αυτό που μερικοί υποψιαζόμασταν: κενολογικός στόμφος, όχι πυξίδα ενάρετης πολιτικής συμπεριφοράς.
Του Χαρίδημου Τσούκα, απότο Blog: έναρθρη κραυγή
I visit each day some sites and blogs to read articles,
ΑπάντησηΔιαγραφήhowever this website offers quality based writing.
My website > my article submitter