"Όσο αυξάνεται η γνώση μειώνεται το εγώ, ενώ όσο μειώνεται η γνώση αυξάνεται το εγώ!"

11 Ιουλ 2010

Τα ερωτήματα της κρίσης

Σε κάθε περίοδο κρίσης πληθαίνουν οι ερωτήσεις για το μέλλον: «πού πάμε;», «θα τα βγάλουμε πέρα;», «υπάρχει φως στον ορίζοντα;» «θα πιάσουν τόπο οι θυσίες των πολιτών;», «το “η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει” ισχύει, ή ήταν κι αυτό ένας από τους μύθους της μεταπολίτευσης;» κ. ά. Αντιθέτως σε περιόδους ευημερίας (πραγματικής ή πλασματικής) το ερωτηματολόγιο περιορίζεται στο «πού θα πάμε το βράδυ;».
Στα παραπάνω ερωτήματα δεν υπάρχει σαφής απάντηση, αλλά ένα από τα καλά της κρίσης είναι ότι μας αναγκάζει να στοχαστούμε όχι μόνο για το «πού πάει η χώρα;», αλλά κυρίως για το «πού θέλουμε να πάει η χώρα». Για την Αριστερά κι ένα κομμάτι του ΠΑΣΟΚ η απάντηση είναι εύκολη: «στο παρελθόν» · τότε που είχαμε μεγάλο δημόσιο τομέα, δηλαδή τότε που κάναμε δέκα χρόνια να βάλουμε τηλέφωνο κι έπρεπε να έχουμε μπάρμπα βουλευτή για να εγκριθεί το στεγαστικό δάνειο πριν πεθάνουμε.
Είναι όμως η Ελλάδα του παρελθόντος που θέλουμε, ή απλώς έχουμε σκιαχτεί τόσο πολύ από το παρόν που φτιάχνουμε ένα ρόδινο χθες για να κρατηθούμε; Διότι ακόμη και πριν από την κρίση δεν είχαμε πολλά πράγματα τα οποία δεν γκρινιάζαμε. Ο δημόσιος τομέας ήταν διεφθαρμένος κι αναποτελεσματικός, η ζωή στις πόλεις αφόρητη, η ακρίβεια μεγάλη κ.λ.π. Σύμφωνοι! Αλλάζει το ασφαλιστικό. Αλλά μεταξύ μας: όλοι δεν ψιθυρίζαμε ότι το σύστημα δεν βγαίνει και χαριτολογούσαμε με εκείνους τους συναδέλφους που «πρόλαβαν να βγουν στη σύνταξη»;
Η ύφεση θα είναι ένα πλήγμα, αλλά αν έχουν δίκιο οι προβλέψεις των διεθνών οργανισμών, η οικονομία θα υποχωρήσει στα επίπεδα που ήταν το 2007, για να βρεθεί και πάλι σε θετικό έδαφος. Οσο δε για το σταθεροποιητικό πρόγραμμα, συνηθισμένα τα βουνά από τα χιόνια: Περάσαμε ένα το 1985-1987, ένα το 1990-1993, ένα το 1994-2000 και θα περάσουμε ένα ακόμη το 2010-2013. Τα νούμερα -για τα οποία ανησυχούν οι πιστωτές μας και κοιτούν οι επιτηρητές μας- θα διορθωθούν. Το ερώτημα είναι άλλο: εμείς θα αφήσουμε αυτήν την κρίση να πάει χαμένη; Ή μήπως πρέπει να σκεφτούμε τι δεν κάναμε καλά ώστε μετά από κάθε σταθεροποιητικό πρόγραμμα να χρειαζόμαστε το επόμενο;
Το ερώτημα λοιπόν τώρα δεν είναι αν «θα τα βγάλουμε πέρα», αλλά οι όροι εξόδου από την κρίση. Μπορούμε να «τα βγάλουμε πέρα», όπως τα βγάζαμε στο παρελθόν, χωρίς δηλαδή να αλλάζουμε τις δομικές παθογένειες που μάς έφεραν ώς εδώ, με αποτέλεσμα να χρειαζόμαστε κάθε λίγο και λιγάκι νέα προγράμματα. Ή μπορούμε να σκεφτούμε τους τρόπους για να μην επανέλθουμε ποτέ στη σημερινή δυσχερή θέση. Κυρίως πρέπει να σκεφτούμε πώς αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα. Περιμένουμε απλώς να διογκώνονται μέχρι να σκάσουν (όπως κάναμε με την οικονομία, το κράτος, το ασφαλιστικό και τόσα άλλα), ή διορθώνουμε την πορεία μας όταν τα προβλήματα δεν βρίσκονται σε όξυνση, τότε δηλαδή που η θεραπεία είναι λιγότερο επώδυνη;
Η κρίση είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία. Οχι μόνο για να φτιάξουμε τα δημοσιονομικά, ώστε να μην είμαστε εκτεθειμένοι στους ανέμους της αγοράς. Αλλά, κυρίως, για να αλλάξουμε και όλα εκείνα που μας πλήγωναν και πριν από την κρίση. Να αποκεντρώσουμε το κράτος για να γίνει πιο λειτουργικό, να αποκρατικοποιήσουμε τον κρατικοδίαιτο ιδιωτικό τομέα για να γίνει παραγωγικός, να φτιάξουμε τις πόλεις για να είναι ανθρώπινες. Και αυτό είναι ένα στοίχημα που ακόμη έχουμε μπροστά μας...
Του Πάσχου Μανδραβέλη, από την Καθημερινή, 11-07-10.

1 σχόλιο:

  1. Ανοησίες! Και δε μου άρεσε καθόλου το α΄ πρόσωπο πληθυντικού.
    ΕΝΑΣ ΚΑΤΑ ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΠΟΛΙΤΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή