"Όσο αυξάνεται η γνώση μειώνεται το εγώ, ενώ όσο μειώνεται η γνώση αυξάνεται το εγώ!"

29 Σεπ 2013

Με ποια στρατηγική θα αντιμετωπίσουμε τη Χρυσή Αυγή;

Ούτε συνταγματικό τόξο ούτε αντιμνημονιακό μπλοκ ούτε «διπλό δημοψήφισμα»
 Αντώνης Λιάκος
Η αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής χρειάζεται να είναι προσεκτική γιατί ενδέχεται να προκαλέσει απροσδόκητα αποτελέσματα που θα στραφούν σαν μπούμερανγκ εναντίον της δημοκρατίας. Η έως τώρα ανοχή ή η αδιαφορία απέναντι στη Χρυσή Αυγή, η έλλειψη ενός σαφούς ιδεολογικού μετώπου δεν πρέπει να οδηγήσει σε αποτελέσματα που θα έχουν ως συνέπειες αμφισβητούμενες συνταγματικές πράξεις. Με δυο λόγια, η αμέλεια δεν δικαιολογεί την πρεμούρα που παραβιάζει τυπικές διαδικασίες, ούτε η εγκληματική ιδεολογία και πράξη της Χ.Α. δικαιολογεί το «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» εναντίον της. Ο κύβος έχει ριφθεί με τη σύλληψη της ηγεσίας της Χρυσής Αυγής, το ζήτημα είναι η αποναζιστικοποίηση των μυαλών των οπαδών της. Η αποφασιστική μάχη εναντίον της Χρυσής Αυγής θα είναι πολιτική, όχι απλώς νομική. Η πολιτική ήττα της θα θωρακίσει τη δημοκρατία. Διαφορετικά κινδυνεύουμε να κατέβουμε ένα ένα, και κατρακυλώντας, τα σκαλοπάτια της εκτροπής και μιας άγριας ανεξέλεγκτης σύγκρουσης. Ο κίνδυνος δεν έχει παρέλθει. Χωρίς τον σχολαστικό σεβασμό του συντάγματος και της νομοθεσίας της δημοκρατίας, η υπεράσπιση του λεγόμενου «συνταγματικού τόξου» είναι προπέτασμα καπνού. Το ζήτημα αυτό απασχολεί τον κόσμο, τους συμπολίτες μας που μάχονται τον φασισμό καθημερινά, στο σχολείο, στους τόπους δουλειάς, στις γειτονιές. Αντιμετωπίζουν το δίλημμα: Θα πολεμήσουμε τη Χρυσή Αυγή με το συνταγματικό τόξο ή εμβαθύνοντας την αντιμνημονιακή πάλη; 
Καταρχήν αυτή η έννοια συνταγματικό τόξο είναι καθυστερημένο αντίγραφο από την Ιταλία και χρησιμοποιήθηκε για να αποκλείσει τους νεοφασίστες του M.S.I. και να περιγράψει τα κόμματα της Ιταλίας μετά τη συντριβή του Μουσσολίνι. Αυτή η δημοκρατία έγινε σκόνη από τα σκάνδαλα και οι νεο- ή μετα-φασίστες έγιναν συνεταίροι του Μπερλουσκόνι. Ο όρος έπαψε πλέον να χρησιμοποιείται ώσπου τον θυμηθήκαμε στην Ελλάδα. Πολλοί τον θεωρούν, ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ, μέσα στη Ν.Δ. και το ΠΑ.ΣΟ.Κ., Σαμαράς και Βενιζέλος επιδιώκουν μια δημοκρατική αναβάπτιση.
 Είναι εμφανής ο εργαλειακός τρόπος με τον οποίο ο Βενιζέλος χρησιμοποιεί το συνταγματικό τόξο παράλληλα με τη θεωρία των δύο άκρων, χωρίς να τον ενδιαφέρει αν πρόκειται για δύο έννοιες που ορίζουν εντελώς διαφορετικά την πολιτική γεωγραφία, δηλαδή δύο έννοιες αλληλοαποκλειόμενες από την άποψη αυτή. Σύμφωνα με τη θεωρία των δύο άκρων, όσοι διαμαρτύρονται για την πολιτική των μνημονίων είναι λαϊκιστές της Αριστεράς ή της Δεξιάς. Σύμφωνα με τη θεωρία του συνταγματικού τόξου, η Αριστερά οφείλει να υποστείλει την αντίθεση στο μνημόνιο και να ενταχθεί σε ένα σχήμα το οποίο καθοδηγείται από την κυβέρνηση (η πρόταση για κοινούς υποψηφίους σε ενδεχόμενες εκλογές στις κενές έδρες της Χ.Α.). Ρωτούν: Μα δεν είναι μείζον κακό ο ναζισμός σε σχέση με το μνημόνιο; Ένα ερώτημα όχι χωρίς σκοπιμότητες.
Ο ναζισμός στην Ελλάδα δεν προέκυψε μόνο επειδή υπήρχε πάντοτε ένα αντιδραστικό μπλοκ δυνάμεων. Θα μπορούσε μια χαρά το αντιδραστικό αυτό μπλοκ να το εκφράσει ο ΛΑ.Ο.Σ., ο Χρύσανθος και ο Φαήλος. Το ερώτημα είναι γιατί ριζοσπαστικοποιήθηκε και απέκτησε έρεισμα η Άκρα Δεξιά; Γιατί δεν εμφανίστηκε ο ναζισμός όσο τα δύο κόμματα της Δεξιάς, η Ν.Δ. και ο ΛΑ.Ο.Σ., ήταν εναντίον του μνημονίου; Το πέρασμα της Δεξιάς με το μνημόνιο, που βιώθηκε από τον κόσμο της ως προδοσία, ήταν η μεγάλη τομή για την εκτόξευση της επιρροής της Χ.Α. Η ανεργία και η ανέχεια πλήττει εξίσου και τον κόσμο που δίνει την υποστήριξή του στη Χρυσή Αυγή και εκεί μπορεί να εκφράζει την οργή του αδιαμεσολάβητη από την πολιτική σκέψη και ταυτόχρονα τον ρατσισμό του. Πάνω σε αυτή την οργή («όλοι είναι ίδιοι», «κρεμάστε τους κλέφτες», «φταίνε οι ξένοι για την ανεργία») αναπτύσσεται η Χρυσή Αυγή και την καλλιεργεί προσφέροντάς της διέξοδο στη βία, καθώς και την καταστροφική ουτοπία μιας κοινωνίας με φυλετική καθαρότητα, αντριλίκι, τσαμπουκά, στρατιωτική τάξη.
Άρα δεν μπορείς να κάνεις αντιφασισμό χωρίς την κριτική και την πολεμική στις κοινωνικές αιτίες που τον έθρεψαν. Θα ήταν καταστροφικό να αφήσεις την οργή να τη μονοπωλούν οι ναζιστές και να συντάσσεσαι με όλους αυτούς που στην ψύχρα υποστήριξαν την κοινωνική καταστροφή και επιδίδονται στη μεγάλη ληστεία του δημόσιου πλούτου και των λαϊκών εισοδημάτων, παραβιάζοντας ουσιαστικά τους κανόνες της δημοκρατίας. Δεν μπορείς να απομονώσεις τον φασισμό από το κοινωνικό του περιεχόμενο και να πεις ότι είναι μόνο εγκληματική οργάνωση. Είναι σαν να αφοπλίζεις και να ξεδοντιάζεις το αντιφασιστικό μέτωπο. Η θεωρία του συνταγματικού τόξου αποσκοπεί στο να απο-ριζοσπαστικοποιήσει το αντιφασιστικό μέτωπο. Τελικά, πολλοί, που έχουν επαφή με λαϊκό κόσμο, καταλαβαίνουν ότι η συμπαράταξη αυτή έχει τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που επιδιώκει. Χαρίζει περισσότερη λαϊκή επιρροή στους φασίστες απ’ όση υποτίθεται ότι τους αφαιρεί με την επίκληση της ενότητας με πρόσωπα και κόμματα που τα θεωρεί υπεύθυνα για τη σημερινή καταστροφή, και τα οποία, στο κάτω κάτω, ενέχονται επανειλημμένα σε ουσιαστικές παραβιάσεις των κανόνων της δημοκρατίας.
Από την άλλη μεριά όμως, το διπλό μέτωπο («διπλό δημοψήφισμα» το ονόμασε ο Παπαδημούλης) και εναντίον της Χρυσής Αυγής και εναντίον του Μνημονίου είναι επίσης προβληματικό. Ούτε το μνημονιακό μέτωπο ούτε το αντιμνημονιακό είναι συμπαγή μέτωπα. Στο πρώτο υπάρχουν εκείνοι που θέλουν να επωφεληθούν από την καταλήστευση του δημόσιου πλούτου, την εκπτώχευση των πολιτών και τη διάλυση κάθε εργασιακής συλλογικότητας. Υπάρχουν όμως και εκείνοι που συντάχτηκαν με το μνημόνιο για να μη διακινδυνεύσουν έξοδο από το ευρώ, ή νομίζοντας ότι θα διαφυλάξουν τη νομισματική σταθερότητα και τα ολίγα κεκτημένα, τη μικροεπιχείρηση, τις καταθέσεις μιας ζωής και τη σύνταξη, έστω κι αν μειώνεται. Αυτοί που δεν θέλουν να ρισκάρουν, οι συντηρητικοί συμπολίτες μας. Δεν μπαίνουν σαφώς όλοι στο ίδιο καλάθι των μνημονιακών και, με δυο λόγια, όσα λάθη κι αν διέπραξε, ο Κουβέλης δεν είναι Βενιζέλος. Αλλά ας μην ξεχνάμε ότι και το αντιμνημονιακό στρατόπεδο έχει μεγάλες και βαθιές αντιθέσεις. Και η Χρυσή Αυγή στο στρατόπεδο αυτό έχει κατασκηνώσει και από τον αντιμνημονιακό κόσμο παίρνει ψήφους, και στην αντιμνημονιακή οργή ποντάρει. Και οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, αυτός ο κοσμάκης της λαϊκής Δεξιάς με τη μυθολογία και τις γραφικότητές τους, στο αντιμνημονιακό στρατόπεδο κατοικοεδρεύουν. Δεν πρέπει να τους περιφρονούμε, αλλά πέραν της αντίθεσης στο μνημόνιο δεν υπάρχει και πολύ έδαφος για συμφωνίες.
Επομένως, πρέπει να είναι σαφές ότι αν περιοριστεί ο αντιφασιστικός αγώνας μόνο στο αντιμνημονιακό στρατόπεδο αφορά μόνο εμάς και τους φίλους μας. Μπορεί να αισθανόμαστε μια χαρά μεταξύ μας, αλλά αυτό στενεύει απελπιστικά το μέτωπο εναντίον της Χ.Α., και ακόμη αφαιρεί διαπιστευτήρια από την Αριστερά γιατί την εμφανίζει, την κρίσιμη στιγμή, περιχαρακωμένη στις εμμονές της, μνησίκακη, ή να επιδιώκει να εκμεταλλευτεί μείζονα ζητήματα για να προωθήσει κομματικά οφέλη, ή τέλος ανέμελη στον παρεΐστικο ναρκισσισμό της.
Επομένως; Ούτε συνταγματικό τόξο ούτε αντιμνημονιακό μπλοκ ούτε «διπλό δημοψήφισμα». Τι πρέπει να κάνουμε; Πώς χαράζει κανείς πολιτική γραμμή μέσα από δύο διαφορετικούς πολιτικούς χάρτες που συνεπάγονται αυτά τα δύο σχήματα; Αυτή είναι μία μείζων πρόκληση, και η πολιτική μαστοριά και ικανότητα κερδίζεται ακριβώς όταν έχεις να διαχειριστείς όχι ένα αλλά δύο διασταυρούμενα διλήμματα.
Προφανώς δεν έχω σκοπό να χαράξω καμιά πολιτική γραμμή, απλώς γράφω τις σκέψεις μου, και μάλιστα από κάποια απόσταση. Έχω υποστηρίξει όμως (στο άρθρο μου στην Εφημερίδα των Συντακτών, «Για ένα μεταμνημονιακό εμείς») ότι έχουμε μπει σε μια νέα εποχή. Τα μνημόνια όπου να ’ναι λήγουν. Μια νέα πολιτική κατάσταση έχει εγκαθιδρυθεί. Στην καινούρια εποχή πρέπει να κινηθούμε με θετικά πρόσημα. Όχι ρεσάλτο αλλά ήρεμη δύναμη. Όχι ολομέτωπες αλλά τραβέρσο. Η αποτυχία της κινητοποίησης των εκπαιδευτικών κάτι πρέπει να μας πει. Επομένως πρέπει να κινηθούμε με βάση ένα σχέδιο θετικών προοδευτικών μεταρρυθμίσεων, ένα σχέδιο ανασυγκρότησης της χώρας. Προτάσσοντας το τι θέλουμε πάνω στο τι δεν θέλουμε. Η δημιουργία ενός μεγάλου μεταμνημονιακού Εμείς που επιδιώκει προοδευτικές μεταρρυθμίσεις στην κοινωνία και την οικονομία, σαφώς εντάσσει την αντιμετώπιση της Χ.Α. και του ναζισμού στην υπεράσπιση της δημοκρατίας. Στην υπεράσπιση των θεσμών και από τις παράπλευρες συνέπειες της δίωξης της Χ.Α. και από τις συνεχείς παραβιάσεις και τη ρευστοποίηση του Συντάγματος τα τελευταία τρία χρόνια. Χρειάζεται επίσης η αξιοπιστία της υπεράσπισης της δημοκρατίας να μην υπονομεύεται από την έλλειψη σαφών γραμμών προς τη βία που, λιγότερο τώρα από τις προηγούμενες εποχές, ξεφυτρώνει αριστερότερα.
Χρειάζεται με λίγα λόγια η επεξεργασία μιας σύνθετης πολιτικής πρότασης που δεν μπαίνει σε διλήμματα που άλλοι έχουν επιλέξει, αλλά παίρνει την πρωτοβουλία να χαράξει η ίδια μια νέα πολιτική γεωγραφία και να βάλει με τον δικό της τρόπο διλήμματα στους άλλους.
Αναδημοσίευση από το ηλεκτρονικό περιοδικό Χρόνος.

26 Σεπ 2013

Μερκελισμός


Του Κώστα Μποτόπουλου, από τη μεταρρύθμιση
Από όποια πλευρά και να τη δει κανείς, η πρόσφατη εκλογική επίδοση της κυρίας Μέρκελ είναι ένας θρίαμβος. Από τα μεγαλύτερα σκορ στην ιστορία του κόμματος της, με τη μεγαλύτερη διαφορά από τους αντιπάλους της, σε μια καμπάνια περιστρεφόμενη σχεδόν αποκλειστικά γύρω από το άτομο της, σε εποχή πανευρωπαϊκής απόρριψης των ηγεσιών και μετά από ήδη οκτώ χρόνια στην εξουσία: είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς μεγαλύτερη αποδοχή και νομιμοποίηση.

Συγχρόνως, όμως, αυτός ο εκλογικός θρίαμβος αποτελεί και πανωλεθρία της πολιτικής. Γιατί την αποδοχή και τη νομιμοποίηση αυτή την κέρδισε ένας πολιτικός που απλώς υποσχέθηκε σταθερότητα, κανονικότητα και ατομικότητα στη χώρα του σε βάρος των αναγκαίων αλλαγών και της επίδειξης τόλμης και φαντασίας που απαιτεί η συγκυρία αλλά και η Ιστορία. Μια πανίσχυρη Γερμανία σε μια όλο και πιο αδύναμη Ευρώπη δεν μπορεί παρά να σημάνει παρακμή για την Ευρώπη, αλλά και για τη Γερμανία. Χρόνια στο κουρμπέτι, η κυρία Μέρκελ το ξέρει αυτό. Δεν την αφήνει να το πει και να το κάνει πράξη όχι ο περίφημος «πραγματισμός» της, που θα ήταν καλό πράγμα αν στηριζόταν σε ένα μίνιμουμ αυτογνωσίας και ιστορικότητας, αλλά ο καλά καλυμμένος κυνισμός εκείνου που νομίζει ότι γεννήθηκε για να δίνει μαθήματα.

Ενισχυμένη, χωρίς εσωτερικούς αντιπάλους και χωρίς διεθνείς ανταγωνιστές στα μέτρα της, η κυρία Μέρκελ θα συνεχίσει να δίνει μαθήματα. Θα τα ονομάζει «σοβαρότητα» και «συνέπεια» και δεν θα έχει τελείως άδικο. Θα συνεχίσει, όμως, να καλύπτει πίσω από αυτές τις έννοιες την έλλειψη όχι ιδεολογίας, που μπορεί και να μην είναι πάντα απαραίτητη, αλλά αρχών, που αποτελούν –ή θα έπρεπε να αποτελούν- τη ραχοκοκαλιά κάθε πολιτικής δράσης. Μια Καγκελάριος που «προστάτεψε» τη χώρα της, δηλαδή την οικονομία της, αλλά συνέθλιψε το κοινό θεμέλιο του ευρωπαϊκού σχεδίου, μπορεί άραγε να περάσει στην Ιστορία ως μεγάλος ηγέτης;

Ως νικητής, μπορεί –εξαρτάται από τη συγκυρία, από το πόσο γρήγορα θα πιάσει τη Γερμανία ο κύκλος της γήρανσης της, της αποκοπής και της σιγουριάς της. Ως ηγέτης, θεωρώ πως όχι, όσο και αν η προχτεσινή της νίκη της δίνει το δικαίωμα να το πιστεύει –καθώς και σε όσους βλέπουν την πολιτική μόνο μέσα από το εκλογικό αποτέλεσμα ή μοιράζονται τη δική της αντίληψη για τη δύναμη της ακινησίας. Είναι οι ίδιοι βέβαια που θα αλλάξουν πρώτοι γνώμη και θα μιλήσουν για έλλειψη «οράματος» μόλις κάτι στραβώσει στην καλογυαλισμένη μηχανή που δεν είναι φτιαγμένη για δρόμους με λακκούβες. Και λακκούβες θα υπάρξουν, σύντομα, πολλές: λέγονται γύρισμα του κύκλου ή της τύχης, έκρηξη κάπου εκεί δίπλα, απίσχναση από τη μη ανάληψη ευθύνης, κούραση από το μονόδρομο, ξύπνημα της αίσθησης καθήκοντος και άλλων δυνάμεων. Τότε θα φανεί πραγματικά από τι μέταλλο είναι φτιαγμένη η Καγκελάριος που έπαιρνε τις ιδέες των αντιπάλων τους για να τους –και να τις- εξουδετερώσει, που «έσωζε» την Ευρώπη αφαιρώντας τη μεγάλη της ιδιαιτερότητα, το πέταγμα πάνω από τους εθνικούς εγωισμούς.

22 Σεπ 2013

Η Χρυσή Αυγή είναι το σύμπτωμα, το πρόβλημα είναι η πολιτική βία


του Πέτρου Παπασαραντόπουλουαπό τη Μακεδονία (Αναδημοσίευση από το Blog, "μη μαδάς τη μαργαρίτα")
Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα επιβεβαιώνει τη διαπίστωση ότι την τελευταία διετία στη χώρα διεξάγεται ένας εμφύλιος χαμηλής έντασης, που ανά πάσα στιγμή μπορεί να πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Ο φερόμενος ως δράστης (που ομολόγησε την ενοχή του) είναι μέλος της Χρυσής Αυγής. Εργάτης στην ιχθυόσκαλα του Πειραιά, φτωχοδιάβολος. Έως πρόσφατα υποστηρικτής κόμματος από τον αντίθετο πολιτικό χώρο. Επίσης δεν είναι κάποιο ειδεχθές τέρας. Ο χρυσαυγίτης της διπλανής πόρτας. Η περίπτωσή του δείχνει πόσο διεισδυτική είναι η διαπίστωση της Χάνα Άρεντ για την “κοινοτοπία του κακού”, για το πώς συνηθισμένοι άνθρωποι μπορούν να κάνουν εγκλήματα, όταν “εκτελούν εντολές”.
Με αφορμή αυτό το γεγονός άρχισε ξανά η συζήτηση για το πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί η Χρυσή Αυγή. Ας διευκρινίσουμε ότι η Χρυσή Αυγή δεν είναι παροδικό φαινόμενο. Ήρθε, για να μείνει. Η αντιμετώπισή της δεν πρέπει να είναι επιπόλαια και παρορμητική. Απαιτεί σοβαρό σχεδιασμό και μακροχρόνια στρατηγική. Πολλοί υποστηρίζουν ότι πρέπει να τεθεί εκτός νόμου. Υπάρχει σειρά επιχειρημάτων, νομικών και πολιτικών, για το ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει και ότι, ακόμη κι αν αποφασιστεί, θα είναι ατελέσφορο. Η σχετική νομική επιχειρηματολογία, όπως την έχουν διατυπώσει ο Νίκος Αλιβιζάτος και πολλοί άλλοι νομικοί, είναι ιδιαίτερα ισχυρή. Παράλληλα η πολιτική διάσταση μιας τέτοιας απαγόρευσης μας υποχρεώνει να σκεφτούμε εάν θα είναι στοιχειωδώς αποτελεσματική. Μάλλον όχι, δεδομένου ότι το πρόβλημα της Χρυσής Αυγής έχει βαθύτατες πολιτικές, κοινωνικές και ανθρωπολογικές ρίζες, που είναι αδύνατο να εξαλειφθούν “με ένα άρθρο, έναν νόμο”. Μόνον εάν προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε τα αίτια της ανόδου του ακροδεξιού εξτρεμισμού, θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά το πρόβλημα. Αλλιώς θα δίνουμε ασπιρίνες στον ασθενή, που έχει υψηλό πυρετό, και θα αδιαφορούμε για τα αίτια του πυρετού.
Φυσικά και η ασπιρίνη είναι απαραίτητη. Σε αυτή τη λογική είναι αναγκαίο να αντιμετωπιστούν με παραδειγματική αυστηρότητα συγκεκριμένες εγκληματικές πράξεις της Χρυσής Αυγής τόσο με την υφιστάμενη νομοθεσία όσο και με την επείγουσα ψήφιση ενός νόμου με βάση το ευρωπαϊκό κεκτημένο.

Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΒΙΑΣ
Πέρα όμως από το σύμπτωμα της Χρυσής Αυγής πρέπει να ασχοληθούμε σοβαρά με τη ρίζα του προβλήματος, τη γενεσιουργό του αιτία. Πρέπει να βρούμε και να ξεριζώσουμε τον προνομιακό βιότοπο που δημιουργεί το εύφορο έδαφος για τον πολιτικό εξτρεμισμό της Χρυσής Αυγής.
Έχω υποστηρίξει ότι ο λόγος για τον οποίο η Χρυσή Αυγή έχει βρει εύφορο έδαφος στην ελληνική κοινωνία είναι η κοινωνική αποδοχή και νομιμοποίηση της πολιτικής βίας. Μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, ίσως και πλειοψηφικό, όπως έχουν δείξει πολλές δημοσκοπήσεις, εγκρίνει και δικαιολογεί την πολιτική βία. Πολύ συχνά την κωδικοποιεί σε “καλή” και “κακή” βία, ανάλογα με τις πολιτικές προδιαθέσεις της. Πολλοί αναλυτές, όπως πρόσφατα ο Δημήτρης Ψυχογιός, έχουν επιχειρήσει να εξηγήσουν αυτήν την πλειοψηφική αποδοχή της κουλτούρας της βίας στην ελληνική κοινωνία. Η εξήγηση δεν είναι μονοδιάστατη και σίγουρα πρέπει να διερευνηθεί περισσότερο. Το αξιοσημείωτο είναι ότι αυτή η αποδοχή διαπερνά οριζοντίως την ελληνική κοινωνία. Τέμνει την παραδοσιακή διάκριση Αριστεράς-Δεξιάς και δημιουργεί ένα νέο πολιτικό υβρίδιο, εκείνους που πιστεύουν ότι η λύση στα προβλήματα της χώρας είναι η τυφλή βία.
Υπάρχει η εύκολη εξήγηση, την οποία διακινούν ανεύθυνοι δημαγωγοί, ότι η ροπή προς τη βία είναι αποτέλεσμα της κρίσης και του μνημονίου. Για κάποιον που θέλει να σκέπτεται λίγο ευρύτερα, εάν είχε βάση αυτός ο ισχυρισμός, τότε παρόμοια φαινόμενα θα έπρεπε να είχαν εμφανιστεί και σε άλλες χώρες σε κρίση ή και με μνημόνιο, όπως η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Κύπρος, η Ιταλία, η Ισπανία. Όμως πουθενά κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει.
Η κρίση έφερε στην επιφάνεια χρόνιες παθολογίες του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού. Η βαθιά εδραιωμένη πεποίθηση περί “έθνους ανάδελφου”, η βεβαιότητα ότι είμαστε τα κακομαθημένα παιδιά της Ιστορίας, όπως είναι ο εύστοχος τίτλος του τελευταίου βιβλίου του Κώστα Κωστή, η εκ του ασφαλούς ριζοσπαστικοποίηση μετά τη μεταπολίτευση του 1974 και η εμμονική μανία καταδίωξης, ότι όλοι οι ξένοι επιβουλεύονται το υπερήφανο και μοναδικό έθνος των Ελλήνων, οδήγησαν σημαντικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, δυστυχώς όχι μόνον το λούμπεν, στη φενάκη της πολιτικής βίας. Παράλληλα ο σταδιακός εθισμός στην ανοχή της πολιτικής βίας για δεκαετίες, που προήλθε κυρίως από την άκρα αριστερά, δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την όξυνση του φαινομένου.

ΓΙΑ ΕΝΑ ΝΕΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ
Είναι καθήκον και υποχρέωση εκείνων των πολιτικών δυνάμεων που πιστεύουν στο δημοκρατικό πολίτευμα να αναλάβουν γενναίες πολιτικές πρωτοβουλίες. Το τέρας της πολιτικής βίας, εάν δεν χτυπηθεί στη ρίζα του, απειλεί να κατασπαράξει την ελληνική κοινωνία. Εάν δεν συμφωνήσουμε ότι στις νεωτερικές κοινωνίες οι πολίτες έχουν εκχωρήσει με την ελεύθερη βούλησή τους το μονοπώλιο της έννομης βίας στο κράτος και ότι διαρκώς το ελέγχουν για το εάν το χρησιμοποιεί σωστά, τότε η διάλυση του κοινωνικού ιστού θα έχει συντελεστεί ανεπανόρθωτα και τελεσίδικα.
Ονειρεύομαι την ημέρα που σε όλες τις μεγάλες πόλεις της χώρας θα οργανωθούν -από τα “πάνω” ή από τα “κάτω” με αφήνει αδιάφορο- μεγάλες συγκεντρώσεις με ένα και μοναδικό σύνθημα: Όχι στη βία. Χωρίς αλλά, αστερίσκους και υποσημειώσεις. Συγκεντρώσεις χωρίς κομματικά πανό, όπου θα είναι δίπλα, δίπλα υποστηρικτές της Νέας Δημοκρατίας, του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ, των Ανεξάρτητων Ελλήνων, της ΔΗΜΑΡ, ανέντακτοι φιλελεύθεροι, σοσιαλδημοκράτες και συντηρητικοί πολίτες, υποστηρικτές των μικρότερων κομμάτων που δεν αντιπροσωπεύονται στο κοινοβούλιο και απλοί πολίτες, που θα αποφασίσουν ότι το κοινό μας σπίτι πρέπει να περιφρουρηθεί από εκείνους που θέλουν να το κάψουν, για να επιβάλουν με ολοκληρωτικό τρόπο τις δικές τους ιδέες. Ακούγεται ουτοπικό, αλλά είναι η μόνη ρεαλιστική επιλογή αυτής της χώρας για τη ριζική αντιμετώπιση του φαινομένου.
Εάν σώσουμε το κοινό μας σπίτι, τότε μπορούμε να μαλώνουμε, όσο θέλουμε, προτείνοντας ο καθένας τη λύση που θεωρεί σωστή. Τότε αυτή η χώρα θα έχει αποκτήσει επιτέλους ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, θα έχει ενηλικιωθεί πολιτικά. Οι ιδιώτες θα έχουν γίνει πολίτες και θα αντιμετωπίσουμε την κρίση με μία άλλη ματιά, με μία διαφορετική αυτογνωσία, χωρίς εύκολους λαϊκισμούς και βολικούς μύθους.
Τότε και η Χρυσή Αυγή θα είναι οριστικά και αμετάκλητα ένα εφιαλτικό παρελθόν.
Έλεγα κάποτε, το αίμα
φέρνει το αίμα κι άλλο αίμα-
το πήραν για παράσταση σαλτιμπάγκων,
άχρηστα παραμύθια.
Γιώργος Σεφέρης

20 Σεπ 2013

Η αυταπάτη ότι η Ελλάδα θα σωθεί χωρίς τίποτα να αλλάξει, είναι απλώς ο αργός θάνατος που ζούμε μέχρι τώρα

Ο
τίτλος «Σκοτώνουν την Αμυντική Βιομηχανία» θα ήταν ίσως το καλύτερο αστείο του φθινοπώρου. Μια αριστερά που δίνει αγώνες για τη βιομηχανία όπλων μόνο ελληνική θα μπορούσε να ήταν. Ευτυχώς δεν έχουμε βιομηχανία όπλων. Κάτι σφαίρες αγοράζαμε κάποτε από το φίλο Μιλόσεβιτς και τις βάφαμε γαλανόλευκες. Η αμυντική μας βιομηχανία δικάζεται αυτή τη στιγμή στο εφετείο μαζί με τον Άκη. Αυτά που κυρίως παρήγαγε, ήταν μίζες.

Είναι πολύ βολικό τώρα να μιλάμε για εξοπλιστικά σκάνδαλα. Να μιλάμε για τον Άκη αλλά όχι για τη βιομηχανία πολεμικού κλίματος, τις θεωρίες συνωμοσίας, την ιδεολογία του περιτριγυρισμένου από εχθρούς έθνους που δίνει διαρκείς αγώνες για να περιφρουρήσει τα ιερά και τα όσια. Αυτή δηλαδή τη διακομματικά στημένη μηχανή που δικαιολογούσε την αχόρταγη ανάγκη για πάντα περισσότερους εξοπλισμούς, τους περισσότερους αναλογικά στον κόσμο, και συνακόλουθα για συμβάσεις του αιώνα και μίζες της χιλιετίας. Αυτά έχουν ξεχαστεί. Οι εχθροί είναι πάντα χρήσιμοι για να κινείται το χρήμα, τώρα υπάρχουν οι Γερμανοί για να στηθεί το εμπόριο πατρίδας.
Αυτό που υπερασπίζεται το μέτωπο της καθυστέρησης είναι απλώς δύο κατακαημένες, χρεοκοπημένες εδώ και χρόνια κρατικές επιχειρήσεις, ίδιες με δεκάδες άλλες. Κι άλλη μια μεταλλευτική, ο ακριβότερος παραγωγός νικελίου στον κόσμο, όπως έχει ονομαστεί, γιατί παράγει ένα προϊόν πολύ ακριβότερα απ’ ό,τι το πουλάει. Παράγει, δηλαδή, ζημιές. Αυτές έχει βάλει στο μάτι ο νεοφιλελευθερισμός, η τρόικα, οι Γερμανοί, οι Ευρωπαίοι. Όμως οι φύλακες αγρυπνούν, το «ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας» δεν θα περάσει.
Επιχειρήσεις με τζίρο 7 εκατομμυρίων, όσο μια ταβέρνα, αλλά με 100άδες εργαζόμενους. Επιχειρήσεις με ζημιές δεκάδες εκατομμύρια κάθε χρόνο, με 100άδες εκατομμύρια χρέη και με δισεκατομμύρια κρατικές επιδοτήσεις. Στη μία μόνο απ’ αυτές, η κρατική επιδότηση ξεπερνάει το 1,1 δις. Τα χρέη μιας άλλης στη ΔΕΗ μόνο φτάνουν τα 170 εκατομμύρια. Δηλαδή αυτά τα χρόνια πληρώσαμε μόνο γι’ αυτές τις 3 επιχειρήσεις, από τις δεκάδες παρόμοιες, ένα «χαράτσι» για τα ακίνητα. Όμως κανένα κόμμα, κανένα μέσο ενημέρωσης δεν το λέει αυτό. Λέμε ότι η τρόικα «επιβάλλει χαράτσια». Στη μία απ’ αυτές απολύθηκε πέρυσι ο διευθύνων σύμβουλος γιατί, όχι απλώς δεν έγιναν στην εταιρεία οι μειώσεις που επιβλήθηκαν σε όλους τους δημόσιους υπαλλήλους, αλλά αντιθέτως δόθηκαν και αυξήσεις. Στην άλλη απολύθηκε πρόσφατα ο επικεφαλής, γιατί είχε δηλώσει πλαστό πτυχίο. Αυτές οι επιχειρήσεις έπρεπε να είχαν κλείσει ή πουληθεί αν τις αγόραζε κανένας, όχι σήμερα, αλλά από την πρώτη μέρα της χρεοκοπίας, από τον Μάιο του 2010. Και το πολύ πολύ η αντιπολίτευση να ζητούσε να μην απολυθούν οι εργαζόμενοι, να μετατεθούν κάπου αλλού.
Όμως 4 χρόνια και πολλές 100άδες εκατομμύρια μετά, συζητάμε ακόμα για την τύχη τους. Πατριώτες και υπερασπιστές της «δημόσιας» περιουσίας δίνουν μάχες. Υπερασπίζονται τον κρατισμό, το πελατειακό κράτος, τη λεηλασία. Κατηγορώντας πάντα τους Ευρωπαίους. Θέλουν να μας βάζουν φόρους. Γιατί είναι σαδιστές και μας ζηλεύουν. Όχι για να πληρώνουμε τα ελλείμματα των χρεοκοπημένων ΔΕΚΟ.
Κατά έναν περίεργο αλλά όχι ανεξήγητο τρόπο, θα ζήσουμε πάλι μέρες του 2010 και του 2011. Μετά από ένα καλοκαίρι σχετικής ηρεμίας, μπήκαμε απότομα ξανά σε μια περίοδο έντασης, με προπηλακισμούς, βιαιότητες και παράλυση του κρατικού μηχανισμού. Όπως ακριβώς είχε προαναγγελθεί από τα ΜΜΕ.
Η στρατηγική της Έντασης είναι οργανωμένη και κατασκευασμένη. Η ατμόσφαιρα δεν είναι και η χειρότερη των τελευταίων χρόνων. Το αντίθετο, μετά από ένα καλοκαίρι αυξημένου τουρισμού, χρήμα εισέρευσε στη χώρα, μειώθηκε ο ΦΠΑ στην εστίαση, η ύφεση υποχωρεί με ταχύτερους ρυθμούς απ’ ό,τι υπολόγιζε ακόμα και η τρόικα. Αυτό που έχει συμβεί είναι ότι επαληθεύονται όλες οι λογικές προβλέψεις, αυτές που έλεγαν από την αρχή ότι η χώρα δεν μπορεί να σωθεί αν δεν αλλάξει ριζικά, αν δεν αντιμετωπίσει το ληστρικό και χρεοκοπημένο σύστημα του κρατισμού και των πελατειακών σχέσεων.
Το σύστημα εξουσίας όλα αυτά τα χρόνια κάνοντας καθυστέρηση μπόρεσε να μοιράσει τα βάρη οριζόντια και άδικα στην κοινωνία. Τα βίαια επεισόδια του 2010 και 2011 αυτό το στόχο είχαν: Να δείξουν ότι ο παρασιτισμός είναι πολύ σκληρός για να πεθάνει και να ρίξουν τα βάρη στα ασθενέστερα στρώματα. Μόλις σιγουρεύτηκαν ότι οι δομές της χρεοκοπίας θα μείνουν άθικτες, ότι τα βάρη θα μεταφερθούν στον ιδιωτικό τομέα, δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις έκλεισαν, 1 εκατομμύριο άνθρωποι έχασαν τη δουλειά τους, δεκάδες νέοι φόροι επιβλήθηκαν παντού. Ήσυχα και στωικά. Όμως η κατάσταση είναι πάλι αδιέξοδη. Μπορεί τα ελλείμματα να μειώθηκαν, σχεδόν να εκμηδενίστηκαν, αλλά η ισορροπία δεν είναι βιώσιμη. Οι έκτακτοι φόροι δεν μπορεί να γίνουν μόνιμοι, ήδη εκποιούμε τις αποταμιεύσεις για να πληρώνουμε φόρους με τους οποίους συντηρούμε ένα κράτος που αρνείται να μειώσει τη γραφειοκρατία, να γίνει παραγωγικό. Νέα χρηματοδοτικά κενά εμφανίζονται στον ορίζοντα.
Καθώς η κοινωνία έχει εξαντληθεί, γίνεται φανερό ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος απ’ αυτόν που έπρεπε να είχαμε πάρει από την αρχή. Δεν γίνεται να πληρώνουμε ακόμα χρεοκοπημένες κρατικές επιχειρήσεις για να κάνουν τα κόμματα τους επιχειρηματίες. Δεν μπορούμε να πληρώνουμε χιλιάδες άχρηστους οργανισμούς για να βολεύονται οι κρατικοί στρατοί. Δεν γίνεται σε κάθε απογραφή να βγάζουμε κι άλλες δεκάδες χιλιάδες παράνομα ασφαλιστικά βιβλιάρια, πλαστές συντάξεις, ανοιχτομάτηδες τυφλούς που παίρνουν αναπηρικά επιδόματα. Δεν γίνεται να δουλεύει το δημόσιο χωρίς αξιολόγηση για να διασωθούν οι αργόσχολοι πελάτες των κομμάτων. Δεν γίνεται να υπάρχουν ελλείψεις σε τομείς και πλεόνασμα σε άλλους, και ο κρατικός συνδικαλισμός να αρνείται τις μεταθέσεις. Πρέπει κάποια στιγμή το δημόσιο να γίνει πάλι εργασία και όχι κομματική ανταμοιβή. Πρέπει δηλαδή ν’ αρχίσουμε από εκεί που έπρεπε να είχαμε αρχίσει το 2010. Αναγκαστικά. Και γι’ αυτό, ο παρασιτισμός είναι πάλι στις επάλξεις, προσπαθεί να επιβάλει καθεστώς εμφυλίου. Μόλις η προσοχή στράφηκε πάλι στο «βαθύ κράτος» άρχισαν προπηλακισμοί, προτροπές για λιντσάρισμα, παραστρατιωτικές ομάδες, βία και ένταση ξανά στους δρόμους.
Πατριώτες της δραχμής, επαγγελματίες επαναστάτες, πλιατσικολόγοι των δημόσιων ταμείων, προτιμούν να σύρουν τη χώρα σε τριτοκοσμικές περιπέτειες παρά να προσαρμοστούν. Όπως φαίνεται, αυτή τη μάχη δεν θα μπορέσουμε να την αποφύγουμε.
Η αυταπάτη ότι η Ελλάδα θα σωθεί χωρίς τίποτα να αλλάξει, είναι απλώς ο αργός θάνατος που ζούμε μέχρι τώρα.
Του Φώτη Γεωργελέ, από την athensvoice.gr

18 Σεπ 2013

Ξεκίνησε ο εμφύλιος χαμηλής έντασης;

Tου Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη, από τον athina984
Η εν ψυχρώ δολοφονία ενός νέου ανθρώπου από ομάδες μαχαιροβγαλτών της Χ.Α. χθες το βράδυ στην Αμφιάλη του Πειραιά, σηματοδοτεί το νέο στάδιο στο οποίο έχει περάσει η δράση αυτής της παρακρατικής συμμορίας τόσο στο κέντρο της Αθήνας όσο και στις γειτονιές της Αττικής.
Την στιγμή που σωριαζόταν νεκρός ο Παύλος Φύσσας, εξαντλήθηκε και το ελάχιστο πολιτικό κεφάλαιο της κυβέρνησης ως προς τη στάση της έναντι της Χ.Α. Από σήμερα και μετά τίποτα δεν θα είναι το ίδιο πια στη χώρα.
Το πρώτο αίμα κύλησε και η ευθύνη βαραίνει κατά σειρά τους εκλογείς που ψήφισαν και υποστηρίζουν τη Χ.Α. ανεξάρτητα από τους λόγους ή τα κίνητρα που το κάνουν, την κυβέρνηση για την ανοχή που επιδεικνύει όχι μόνο απέναντι στις πολιτικές προκλήσεις της Χ.Α. αλλά και στις καθαρά ποινικά ελέγξιμες συμπεριφορές των μελών και στελεχών της, αλλά και όλους εκείνους που εδώ και καιρό ομνύουν στη λατρεία του αίματος.
Ως προς τη κυβέρνηση βαριές ευθύνες φέρουν ο πρωθυπουργός της χώρας που για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας ανέχεται μέσα στο κόμμα του αντιλήψεις όπως αυτές που διατύπωσε πχ. ο Βύρων Πολύδωρας προσφάτως. Ευθύνες βαριές πέφτουν και στον υπουργό Προστασίας του Πολίτη για την ολιγωρία της ΕΛΑΣ, αλλά και για τις συμπάθειες προς τη Χ.Α. που επιδεικνύει ένα ευάριθμο τμήμα των υφισταμένων του. Η κάθαρση του σώματος της ΕΛΑΣ από τους οπαδούς των ναζί θα πρέπει να γίνει άμεσα, γρήγορα και αποτελεσματικά. Τέλος, βαρύτατες ευθύνες πέφτουν και στον υπουργό Δικαιοσύνης, ο οποίος, επιτέλους, θα πρέπει να θέσει σε κίνηση τον αργό μηχανισμό της δικαιοσύνης και να επιληφθούν άμεσα σωρεία εγκληματικών συμπεριφορών που διαπράττουν τα μέλη και τα στελέχη της Χ.Α και που μέχρι στιγμής παραμένουν στις καλένδες των δικαστηρίων.
Η χώρα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Εδώ και 3 χρόνια ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας, βρίσκεται εν εξάλλω καταστάση υμνώντας τη βία ως μέσο επίλυσης πολιτικών διαφορών. Γαλουχημένη στη βία, ζώντας με τη βία, θεωρώντας τη βία αναπόσπαστο κομμάτι της πολιτικής αντιπαράθεσης, η ελληνική κοινωνία είδε να περνούν από μπροστά της φάλαγγες «αγανακτισμένων» με κρεμάλες, αφίσες «επικηρυγμένων» αντιφρονούντων, είδε ομάδες κρούσης να προπηλακίζουν μέχρι και τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, είδε «λαϊκά δικαστήρια» να στήνονται σε πλατείες και δρόμους της επικράτειας. Τώρα θα εισπράξει τα επίχειρα της ανοχής απέναντι στα φαινόμενα της βίας. Ο «χαμηλής εντάσεως» εμφύλιος σπαραγμός, τον οποίο πολλοί επιζητούσαν και ακόμη περισσότεροι εύχονταν και εξυμνούσαν, έχει ήδη τον πρώτο του νεκρό. Μόνο που αυτός που ξεκίνησε δε θα σταματήσει στις φτωχογειτονιές του Πειραιά ή στο ερειπωμένο, πια, κέντρο της Αθήνας. Θα εξαπλωθεί ως μεταστατικός καρκίνος σε όλη τη χώρα και αργά ή γρήγορα θα θρηνήσουμε κι άλλα θύματα. Μόνο που έτσι, δε θα λυθεί κανένα απολύτως πρόβλημα, μα θα προστεθούν κι άλλα στη καμπούρα του απλού ανθρώπου.
Η δημοσκοπική άνοδος της Χ.Α. δεν οφείλεται στις δυσκολίες που έφερε η κρίση. Οφείλεται στο γεγονός ότι ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, το οποίο ελκύει την καταγωγή του από τους δωσίλογους της κατοχής, από τα μέλη των παρακρατικών μεταεμφυλιοπολεμικών οργανώσεων, από τους συνεργάτες της χούντας, βγήκαν στο φως από το σκοτάδι όπου κρύβονταν όλα αυτά τα χρόνια, παίρνοντας θάρρος από το καθεστώς ατιμωρησίας που επικρατεί στη χώρα.
Το πολιτικό σύστημα στο σύνολο του ή θα αντιμετωπίσει με πολιτικούς και νομικούς όρους τον επελαύνοντα φασισμό ή θα χαθεί μαζί του. Η κοινωνία όμως πρέπει να αντέξει και να προχωρήσει μπροστά, έστω και βαθιά τραυματισμένη. 

15 Σεπ 2013

Ο λευκός καβαλάρης δεν πρόκειται να έρθει

Του Γιώργου Παγουλάτου, από την Καθημερινή

Η αναζήτηση ενός ισχυρού νέου πολιτικού φορέα μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι μια θεωρητική ενασχόληση αργόσχολων διανοουμένων και παροπλισμένων πολιτικών. Αποτυπώνει γνήσια αγωνία για μια επόμενη μέρα, στην οποία η κοινωνία θα στέκει ακραία διαιρεμένη ανάμεσα σε τρεις κομματικούς πόλους: μια αποδυναμωμένη κεντροδεξιά, μια βολονταριστική αριστερά και μια νεοναζιστική ακροδεξιά. Γιατί αυτή θα είναι, σύμφωνα με τις παρούσες ενδείξεις, η εικόνα του πολιτικού χάρτη την επαύριο των ευρωεκλογών.
Κάποιοι ίσως και να προσβλέπουν σε αυτή την εικόνα, θεωρώντας ότι θα στείλει «ένα μήνυμα στους Ευρωπαίους» για το πού οδηγούν οι πολιτικές της λιτότητας. Ομως, το βασικό μήνυμα που θα εκπεμφθεί προς τους «Ευρωπαίους» και ανά την υφήλιο θα είναι ότι μπορούν πλέον να ξεγράψουν την Ελλάδα. Διότι στα μάτια όλων η ελληνική κοινωνία θα έχει αντιδράσει στη βαριά λιτότητα με αντανακλαστικά πολιτικής ανωριμότητας, καταφεύγοντας είτε στην αριστερή δημαγωγία των μονομερών λύσεων είτε στον φασιστικό πρωτογονισμό. Και διότι μια τέτοια πολιτική γεωγραφία θα είναι συνταγή απόλυτης μετεκλογικής ακυβερνησίας. Με κόμματα που δεν θα συνομιλούν, με την κοινωνία σε πόλεμο, χωρίς κανέναν γεφυροποιό πόλο που να λειτουργεί κατευναστικά, διαδραματίζοντας ρόλο μετριοπαθούς εταίρου σε κυβερνητικούς συνασπισμούς, συνεισφέροντας εμπειρία διακυβέρνησης, διευρύνοντας την πολιτική νομιμοποίηση. Λειτουργώντας ως άγκυρα δημοκρατικής σταθεροποίησης και ευρωπαϊκού προσανατολισμού.
Αυτή θα ήταν η δουλειά ενός πολιτικού φορέα μιας ευρείας «κεντροαριστεράς», όπως συνηθίσαμε να το λέμε. Η αναγκαιότητα του οποίου καθίσταται ακόμα επιτακτικότερη εάν λάβει κανείς υπόψη ότι ο συνωστισμός ψηφοφόρων στην άκρα δεξιά, στον χώρο μεταξύ μελανοχιτώνων και ψεκασμένων, θα πιέζει τη Ν.Δ. όλο και δεξιότερα, προκειμένου να συγκρατήσει τις δεξιές διαρροές της. Αρα το κενό στο κέντρο και αριστερά του κέντρου ολοένα θα διευρύνεται.
Ορισμένοι εστιάζουν την προβληματική για τον νέο φορέα της Κεντροαριστεράς στο ερώτημα εάν το ΠΑΣΟΚ θα πρέπει να έχει ρόλο σε αυτόν. Επικαλούνται τις μεγάλες διαχρονικές ευθύνες του, που μας οδήγησαν στην κρίση, το παρελθόν του εξαιτίας του οποίου ο λαός το τιμώρησε, συρρικνώνοντάς το σε μια δημοσκοπική σκιά του εαυτού του. Οι ευθύνες είναι βέβαια τεράστιες και δεδομένες, αλλά ας λύσουμε μια παρεξήγηση. Το ΠΑΣΟΚ συρρικνώθηκε για τους λάθος λόγους. Δεν τιμωρήθηκε όταν αύξανε τα εισοδήματα με δανεικά, αλλά γιατί –καθυστερημένα– επέλεξε να πει την αλήθεια ότι τα δανεικά τέλειωσαν. Δεν καταψηφίστηκε γιατί δημιούργησε το δημόσιο χρέος (το οποίο εκτόξευσε η μοιραία διακυβέρνηση Καραμανλή), αλλά γιατί του έλαχε να διαχειριστεί τις επιπτώσεις όταν αυτό έσκασε. Δεν τιμωρήθηκε όταν διόριζε, αλλά επειδή έπαψε να διορίζει. Και οι συνδικαλιστές του βαθέος ΠΑΣΟΚ μετοίκησαν στον ΣΥΡΙΖΑ, για να διεκδικούν με αξιώσεις την επανάληψη του ίδιου έργου.
Η επιδίωξη δημιουργίας ενός καθαρού και αμόλυντου από τις φθαρμένες πολιτικές δυνάμεις κεντρώου κόμματος θα ήταν λάθος, για πολλούς λόγους. Κατ’ αρχάς, διότι ένα κόμμα προσωπικοτήτων, χωρίς τη μαζική διείσδυση που μόνο οργανωμένοι κομματικοί σχηματισμοί έχουν, θα ήταν απολύτως βραχύβιο.
Δεύτερον, ο πολιτικός καθαγιασμός ενός νέου φορέα με μια τελετουργική πατροκτονία της μεταπολίτευσης και ρήξη με το παρελθόν είναι η λάθος εκκίνηση. Το παρελθόν είναι σύνθετο, πολύπλοκο, και όχι συλλήβδην καταδικαστέο. Παρελθόν είναι τα ρουσφέτια της πασοκικής κομματοκρατίας, παρελθόν και η μακροοικονομική σταθεροποίηση της περιόδου 1996-2000 που μας έβαλε στον πυρήνα της Ευρώπης. Παρελθόν ο Ακης, παρελθόν κι ο Σημίτης. Παρελθόν οι μίζες των αθλίων πολιτικών, παρελθόν και τα ΚΕΠ, οι παιδικοί σταθμοί, το ΕΣΥ, και μια σειρά πολιτικών που έκαναν τη ζωή των ανθρώπων καλύτερη και την κοινωνία δικαιότερη. Οι αμαρτίες της μεταπολίτευσης είναι γνωστές, της οφείλουμε όμως την πληρέστερη δημοκρατία και το υψηλότερο επίπεδο ευημερίας που είχε ποτέ η Ελλάδα. Η λογική της αδιακρίτως ρήξης με το παρελθόν μπορεί να εξαερώσει τις μετριοπαθείς δυνάμεις και να μας αφήσει με τους έξαλλους και τους ψεκασμένους.
Ας είμαστε ρεαλιστές. Ο χώρος της κεντροαριστεράς, της σοσιαλδημοκρατίας, του μεταρρυθμιστικού κέντρου, του φιλοευρωπαϊσμού, του πολιτικού ορθολογισμού, πείτε τον όπως προτιμάτε, έχει τόσο συρρικνωθεί που δεν έχει την πολυτέλεια ούτε της «καθαρότητας» ούτε των αποκλεισμών. Η μόνη προοπτική που του απομένει είναι η μεγαλύτερη δυνατή ενότητα και συνεργασία όλων των επιμέρους δυνάμεων και προσώπων του χώρου, με την επιπλέον προσέλκυση νέων και άφθαρτων, σε έναν ευρύτερο και υπέρτερο συνασπισμό που θα τα συνθέτει και θα τα ξεπερνά. Πολιτικές προσωπικότητες υπάρχουν και πέραν του προσωπικού της κεντρικής σκηνής, όπως μας θυμίζουν και οι πρωτοβουλίες των 5 εκλεγμένων δημάρχων (Καμίνης, Μπουτάρης, Δημαράς, Σκοτεινιώτης και Φίλιος). Οι πολιτικές παρθενογενέσεις είναι σπάνιες, συνήθως συνιστούν τερατογενέσεις. Χειρότερες είναι εκείνες που ομνύουν στον ναρκισσισμό των ελασσόνων διαφορών. Και ο σωτήρας από το πουθενά, καβάλα στο άσπρο άλογό του, δεν πρόκειται να έρθει ποτέ.

14 Σεπ 2013

Περί της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών

Σώτη Τριανταφύλλου, αναδημοσίευση από τους protagon.gr
Άλλη μια άσκεπτη πρόταση, άλλη μια επίδειξη ψευτοπροοδευτισμού από τα έδρανα της αριστεράς και μάλιστα από εκείνα της λογικής και μετριοπαθούς ΔΗΜΑΡ: η κ. Ρεπούση, εγχώρια εκπρόσωπος μιας παρωχημένης σχολής ιστορικών, προτείνει την κατάργηση των αρχαίων ελληνικών στο σχολείο. Η στάση αυτή είναι από τη μία πλευρά δήθεν προκλητική (του τύπου épater le bourgeois) κι από την άλλη λαϊκιστική εφόσον γονείς, μαθητές και μέρος των καθηγητών επιζητούν την ελάφρυνση από τα μαθητικά βάρη.
Πρόκειται για μια τακτική που εφάρμοσε το ΠΑΣΟΚ από τις πρώτες ημέρες της ανόδου του στην κυβέρνηση: «διευκόλυνση» του σχολείου, απαλλαγή από τα δυσνόητα μαθήματα καθώς κι από οτιδήποτε συνδεόταν –κακώς- με συντηρητισμό, ελιτισμό, εθνικισμό και προγονολατρία. Ήδη, μετά τα γεγονότα του Μαΐου 1968, οι ανθρωπιστικές επιστήμες σε όλον τον κόσμο υπέστησαν μεγάλη ήττα ακριβώς μέσα από τον υποτιθέμενο θρίαμβό τους: η γνώση εκλαϊκεύτηκε, το επίπεδο των σπουδών έπεσε ώστε να αντιστοιχεί στην κοινωνική ισοπέδωση. Το κύρος των διδασκόντων κατέρρευσε και το μάθημα έγινε «διάλογος» χωρίς ωστόσο να μπορεί, εκ των πραγμάτων, να γίνει διάλογος ανάμεσα σε κάποιον που «ξέρει» και σε κάποιον που «δεν ξέρει». Κάτι ανάλογο συνέβη στην Ελλάδα μετά το 1974 και, κυρίως, μετά το 1981. Από την αυταρχική εκπαίδευση περάσαμε, άνετα, εύθυμα και με τη συνηθισμένη μας επιπολαιότητα, στη μηδενική εκπαίδευση.
Πιθανότατα η διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών, των λατινικών και της ιστορίας να απαιτούν μεταρρύθμιση όπως απαιτεί μεταρρύθμιση ολόκληρο το ελληνικό σχολείο, το οποίο, εξάλλου, υπολειτουργεί. Ωστόσο, η μεταρρύθμιση δεν ισοδυναμεί με την εξασθένιση του περιεχομένου· ισοδυναμεί με τον εκσυγχρονισμό των μεθόδων διδασκαλίας και του πνεύματος που διέπει αυτή τη διδασκαλία. Θέλω να πω: πολλά παιδιά δυσκολεύονται στα μαθηματικά – μήπως πρέπει να καταργήσουμε και τα μαθηματικά; Πολλά παιδιά, ακριβώς διότι οι ενήλικες δεν παίζουν σωστά τον ρόλο τους, πιστεύουν ότι τα μαθηματικά «δεν χρειάζονται» ακριβώς όπως πιστεύουν ότι τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά είναι «νεκρές γλώσσες». Πρόκειται για ζήτημα φιλοσοφίας της εκπαίδευσης στο οποίο πρέπει να ενσωματώνεται μια διαδικασία πειθούς: τα σχολικά μαθήματα δεν χρησιμεύουν ούτε ως αυτά καθεαυτά, ούτε ως ύλη και μέσον για τις πανελλήνιες εξετάσεις – χρησιμεύουν για να μαθαίνουμε πώς να σκεφτόμαστε, πώς να οργανώνουμε τη σκέψη και τον λόγο. Τα σχολικά μαθήματα απευθύνονται σε ανθρώπους  εν εξελίξει μέσα σ’ έναν μεταβαλλόμενο κόσμο.
Η ελληνική παιδεία έχει αποτύχει οικτρά διότι έχει δημιουργήσει παράλογους πολίτες, πολίτες που δεν έχουν μάθει να σκέφτονται και να χειρίζονται τη μητρική τους γλώσσα. Οι προτάσεις για περαιτέρω εκχυδαϊσμό του σχολείου θα καταλήξουν σε βαθύτερη αμάθεια και παραλογισμό. Τα αρχαία ελληνικά δεν διδάσκονται για να μιλάμε μεταξύ μας: διδάσκονται ως σύστημα σημειωτικής και ως ιστορικό προϊόν μοναδικό στον κόσμο. Όσο για τα λατινικά, είναι, μεταξύ άλλων, η πολύτιμη βάση για να μάθει κανείς μια σειρά γλώσσες ανοίγοντας περισσότερα παράθυρα στον πολιτισμό. Εξάλλου, είναι μια υπέροχη περιπέτεια στις λέξεις και στις γλωσσικές συγκρίσεις. Μόνο ένα στείρο πνεύμα δεν το κατανοεί αυτό.    
Επιπλέον, στην Ελλάδα διατηρείται η εξίσου παρωχημένη προκατάληψη και εχθρότητα ανάμεσα στις ανθρωπιστικές και τις θετικές επιστήμες, μια διαίρεση φαντασιακή: εξαιτίας της πλημμελούς μας παιδείας, δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τη διεπιστημονικότητα της γνώσης, καθώς τη συμπληρωματικότητά της. Στη χώρα μας, οι λεγόμενοι άνθρωποι των θετικών επιστημών περιφρονούν τους λεγόμενους «φιλολογίζοντες», οι οποίοι, με τη σειρά τους, αδυνατούν να σκεφτούν «θετικά» - εξαιρέσεις υπάρχουν, η γενική κατάσταση όμως αντιστοιχεί στα δεδομένα του 19ου αιώνα.
Η διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών και των λατινικών μπορεί να γίνει ελκυστική όπως ελκυστικά είναι, από τη φύση τους, τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά. Ομοίως, μπορεί να γίνει ελκυστική η διδασκαλία των μαθηματικών, της φυσικής και της χημείας. Στο σχολείο χρειάζονται βασικά μαθήματα, όχι «δευτερεύοντα» που προσφέρουν απλές γνώσεις χωρίς σύστημα συλλογισμού: κυρίως, χρειάζονται τα μαθήματα εκείνα που συμβάλλουν στη δημιουργία ελλόγων όντων. Προς το παρόν, το ελληνικό σχολείο, παρά τις προσπάθειες ορισμένων διδασκόντων, τείνει στη δημιουργία αντιγράφων είτε ενός γελοίου πατρογονόπληκτου κατεστημένου (με επικίνδυνη ροπή προς δήθεν ελληνοπρεπείς συμμορίες), είτε ενός αριστερού κατεστημένου που απαξιώνει τη λεγόμενη «αστική γνώση» παραβλέποντας ολόκληρη την επιστήμη της εκπαίδευσης. Πριν από το 1974, η αριστερά υποστήριζε τη μάθηση και τον πολιτισμό, σήμερα υποστηρίζει τον αναλφαβητισμό, τις υπεραπλουστευμένες ιδέες του λούμπεν προλεταριάτου.
Έχουμε μακρά παράδοση σ’ αυτή την ανόητη διελκυστίνδα μεταξύ εθνικιστών και δήθεν «διεθνιστικής» αριστεράς, με γλαφυρό και σταθερό παράδειγμα την ίδια τη γλώσσα και το γλωσσικό ζήτημα, στο οποίο, κατά τη γνώμη μου, αμφότερες οι πλευρές είχαν και έχουν άδικο. Το διακύβευμα δεν θα έπρεπε να είναι η πολιτική αντιπαράθεση μέσω του σχολείου αλλά η αποτελεσματική αντιμετώπιση της διανοητικής ευκολίας που προωθείται ως αξία και η οποία δεν δημιουργεί πολίτες - δημιουργεί μέλη ενός όχλου.

13 Σεπ 2013

Ελπίζω να μην επαληθευτεί η προφητεία Σημίτη, αν και πολύ το φοβάμαι‏

Της Ουρανίας Καργούδη, αναδημοσίευση από aixmi.gr

Kώστας Σημίτης:
“…Υπάρχουν πολίτες που φοβούνται ότι η χώρα πορεύεται σταθερά προς την άρνηση της ελευθερίας της σκέψης και της αναζήτησης. Ότι κατευθύνεται προς μια κοινωνία όπου θα κυριαρχεί όλο και μεγαλύτερη εχθρότητα, φόβος και σιωπή. Ότι ένα όλο και πιο επικίνδυνο αμάλγαμα από «αγανακτισμένους» (γιατί κινδυνεύουν τα συντεχνιακά τους προνόμια και οι πρόσοδοί τους), από μονίμως απεργούντες με κάθε αφορμή (γιατί αδυνατούν να σκεφθούν λύσεις), από επιθετικούς οπαδούς της τάξης και ασφάλειας, από πολιτικούς των εύκολων και αναπόδεικτων καταγγελιών, από επιχειρηματίες που νοσταλγούν τη δραχμή και την παλιά ασυδοσία τους, θα οδηγήσει σε ολοκληρωτικές επεμβάσεις «για να τελειώνουμε πια».
Αυτό συγκράτησα από την πολυσχολιασμένη ομιλία Σημίτη στο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, όχι τα της Κεντροαριστεράς.
Και το συγκράτησα έντρομη γιατί, σ΄αυτήν την παράγραφο, ο πρώην πρωθυπουργός περιέγραφε τους φόβους του για μια κοινωνία, βαθιά διχασμένη, κυριαρχημένη από άλογα συναισθήματα “εχθρότητα, φόβο, σιωπή“ έτοιμη να ανεχτεί ή και να προσυπογράψει, “ολοκληρωτικές επεμβάσεις για να τελειώνουμε πιά “.
Διαβάζω τώρα ανακοίνωση με την υπογραφή “ Νέοι –Νέες ΣΥΡΙΖΑ” (άραγε πρόκειται για τη Νεολαία του κόμματος;)
“Η χαμένη γενιά θα γίνει ο εφιάλτης σας.
Η κυβέρνηση συνεχίζει με προσήλωση την επιχείρηση εκκαθάρισης της νέας γενιάς” …
Δεν θα επιτρέψουμε σε μια χούφτα τεχνοκράτες, νεοφιλελεύθερους και ακροδεξιούς να τσακίσουν τη γενιά μας. Η χαμένη γενιά που ονειρεύονται, αρνείται να χάσει και να παραιτηθεί από αυτά που της ανήκουν…
Είμαστε αποφασισμένοι/ες να νικήσουμε! Το ποτάμι πίσω δε γυρνά και αυτή τη φορά θα ξηλώσει μια για πάντα την κυβέρνηση και τα μνημόνια”!
Αν αυτό δεν είναι κείμενο μίσους, τότε ποιο είναι;
Αν το σύνθημα “η χαμένη γενιά θα γίνει ο εφιάλτης σας“, δεν παρακινεί σε μετωπική σύγκρουση με όλα τα μέσα, νεολαίους απογοητευμένους , ακυρωμένους, τότε τι;
Αν αυτό δεν παραπέμπει στο ανιστόρητο σύνθημα της προηγούμενης περιόδου , στην έναρξη της κρίσης , “η χούντα δεν τελείωσε το ΄73 “, της περιόδου με τους “αγανακτισμένους“, “της πάνω και της κάτω πλατείας “, τότε τι;
Αν οι προπηλακισμοί χθες και σήμερα στελεχών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ δεν μας γυρίζουν πίσω στο χρόνο, στις αρχές της κρίσης στο υποδόριο εμφυλιοπολεμικό κλίμα, τότε τι;
Αν η συναυλία αύριο στην Αγία Παρασκευή για τους τρείς μήνες από “από το μαύρο της ΕΡΤ” δεν είναι απλώς εφεύρημα για να τονωθεί, κυρίως να συντηρηθεί, κλίμα οξύτητας, μετωπικής αντιπαράθεσης, τότε πώς εξηγείται ότι κάθε μέρα και πιο πολλά από τα γνωστά πρόσωπα της ΕΡΤ, εμφανίζονται στη συχνότητα της Δημόσιας Τηλεόρασης;
Με λίγες μέρες καθυστέρηση η περιγραφή του Κώστα Σημίτη μετατρέπεται στο μεγάλο καθρέφτη της ελληνικής κοινωνίας, στον καθρέφτη συγκεκριμένων προθέσεων.
Ελπίζω μόνο, ελπίζω, να μην επιβεβαιωθούν οι φόβοι του για το πού μπορούν να οδηγηθούν τα πράγματα.

8 Σεπ 2013

Χρήσιμοι ηλίθιοι και εμετικοί «μπακαλιάροι»


Του Στέφανου Κασιμάτη, από την Καθημερινή

Είναι από αυτά που, όπως έμαθα προσφάτως από την μόνη σοβαρή πολιτική εκπομπή του ραδιοφώνου, λέγονται στη γλώσσα των νεότερων «μπακαλιάροι». Πρόκειται, δηλαδή, για διατυπώσεις αποφθεγματικού ύφους, των οποίων ο γλοιώδης στόμφος προκαλεί κάτι ανάμεσα σε οίκτο και αηδία. (Αυτό, ωστόσο, δεν στερεί το μάλλον παρεξηγημένο είδος των «μπακαλιάρων» από την πρακτική χρησιμότητά τους - εγώ, π.χ., τους καταγράφω σε μια ατζέντα για ώρα ανάγκης και τους διαβάζω όταν χρειάζομαι επειγόντως πλύση στομάχου...) Έξοχο δείγμα του είδους ήταν το «τουίτ», με το οποίο ο ογκόλιθος της Ροδόπης Ευριπίδης Στυλιανίδης παρενέβη στην τελευταία ενδοκυβερνητική διένεξη σχετικά με τον επιμερισμό των ευθυνών για όσα μας έφεραν στην χρεοκοπία: «τ. πρωθυπουργοί που με τα ΝΑΙ τους στιγμάτισαν (sic) την σύγχρονη ιστορία, μιλούν για ηγέτες που με τα ΟΧΙ τους έγραψαν Ιστορία».
Με τον τρόπο του και, κυρίως, με την ορθογραφία του (άλλωστε, «όλα είναι ζήτημα παιδείας» - δικό του ήταν το σλόγκαν...), ο Στυλιανίδης αναφέρεται στον αποκληθέντα και «λέοντα του Βουκουρεστίου», τον Κωνσταντίνο Β΄ τον Ακούραστο, του οποίου το μεγαλείο αντιπαραβάλλει με την ενδοτικότητα των Κ. Σημίτη και Γεωργίου Β΄ του Απαιχτου. Ας προσπεράσουμε την σύγκριση· είναι περιττή πολυτέλεια αυτή την ώρα. Εξάλλου, ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Β΄ ο Ακούραστος δεν έχει αρθρώσει ούτε λέξη για όσα, δικαίως ή αδίκως, του καταλογίζουν. Στάση που ξεχωρίζει ει μη τι άλλο για την συνέπειά της και η οποία μπορεί να σημαίνει διάφορα: ότι δεν τον νοιάζει, ότι βαριέται να απαντήσει, ότι στο βάθος ίσως να συμμερίζεται τις επικρίσεις εις βάρος του ή κάτι άλλο που η νοημοσύνη μου αδυνατεί να συλλάβει. Το απολύτως βέβαιο, πάντως, είναι ότι προτιμά να τον υπερασπίζονται μεγέθη όπως των Παυλόπουλου, Στυλιανίδη και Αντώναρου· και αυτό μιλά από μόνο του, νομίζω.
Αν όμως συνιστά πρόβλημα το ότι δεν μιλά ο Καραμανλής, αυτό είναι δευτερεύον. Το πρωτεύον πρόβλημα είναι ότι οι άλλοι, αυτοί που υποτίθεται ότι έχουν θέσει ως προτεραιότητά τους να κρατήσουν την χώρα εντός των ευρωπαϊκών θεσμών, μιλάνε για θέματα τα οποία δεν θα έπρεπε να μας απασχολούν, διότι από την διευθέτησή τους ουδεμία χρησιμότητα προκύπτει για τον κοινό σκοπό. Σε τι βοηθά την προσπάθεια για την σωτηρία της χώρας ο επιμερισμός των ευθυνών μεταξύ των δύο κυβερνητικών εταίρων, παρεκτός να επιβεβαιώνει τον ΣΥΡΙΖΑ; Τόσο δύσκολο είναι να το καταλάβουν αυτό οι κυβερνητικοί εταίροι;
Δεν ξέρω κατά πόσον αυτό θα ενδιέφερε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αλλά όσο αυτοί ερίζουν για τις ευθύνες των προηγουμένων κυβερνήσεων ή για την μυστηριώδη φύση της περιλάλητης «Κεντροαριστεράς», ο ΣΥΡΙΖΑ ετοιμάζει την «έφοδο στα Χειμερινά Ανάκτορα». Όποιος ενδιαφέρεται να καταλάβει ποια είναι η εναλλακτική σε περίπτωση αποτυχίας της συγκυβέρνησης -και πρωτίστως θα όφειλαν να ενδιαφέρονται εκείνοι που την έχουν σχηματίσει- καλά θα κάνει να διαβάσει την απόφαση που εξέδωσε, ανήμερα των γενεθλίων του ΠΑΣΟΚ, η Κεντρική Πολιτική Επιτροπή (ΚΠΕ) του ΣΥΡΙΖΑ (το κείμενο είναι αναρτημένο στην επίσημη ιστοσελίδα του κόμματος). Αν αντέξει να τα βγάλει πέρα με δεκατρείς σελίδες που βρίθουν ανοησιών, υπερβολών και ψεμάτων, αν αντέξει το πομπώδες ύφος, που είναι ένα μείγμα παρωχημένης μαρξιστικής μπουρδολογίας και νεοεαμικής υστερίας, πασπαλισμένο με κουλτουριάρικους λογιοτατισμούς, θα καταλάβει το εξής απλούστατο: ότι ο σκοπός του ΣΥΡΙΖΑ είναι να βγάλει την Ελλάδα από την Ευρωζώνη.
Ως γνήσιοι αριστεροί, δεν το λένε ευθέως· γιατί καταλαβαίνουν ότι, αν το πουν, διατρέχουν τον κίνδυνο να ξυπνήσει ο κόσμος που έχουν παρασύρει. Προσέξτε, όμως, πώς το σερβίρουν εμμέσως: «Ακύρωση των μνημονίων και των εφαρμοστικών νόμων. Επαναδιαπραγμάτευση των δανειακών συμβάσεων με στόχο τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους και το υπόλοιπο με ρήτρα ανάπτυξης. Αντιμετώπιση των ελλειμμάτων προτάσσοντας την αναδιανομή του παραγόμενου πλούτου. Αποκατάσταση στα προ μνημονίου επίπεδα των κατώτατων μισθών, συντάξεων, οικογενειακών επιδομάτων και ανεργίας. Δημόσια ιδιοκτησία και έλεγχος του τραπεζικού συστήματος. Ακύρωση των ιδιωτικοποιήσεων και επαναφορά στον δημόσιο έλεγχο των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας ώστε να διαμορφωθεί ένας ισχυρός, παραγωγικός και αποτελεσματικός δημόσιος τομέας. Ακύρωση των προνομίων της ολιγαρχίας και των πολυεθνικών επιχειρήσεων. Μέτρα κατά των ολιγοπωλιακών-μονοπωλιακών δομών. Προώθηση της παραγωγικής ανασυγκρότησης με κύρια κριτήρια την κάλυψη των αναγκών της κοινωνίας, τη σταθερή εργασία, την κοινωνική ασφάλιση για όλους. Οσον αφορά το κρίσιμο ερώτημα τι θα κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ αν στην εφαρμογή όλων των παραπάνω υποστεί πιέσεις και εκβιασμούς από την τρόικα και την Ευρωζώνη, η συνεδριακή απόφαση τονίζει, με αφετηρία το σύνθημα “καμία θυσία για το ευρώ”, ότι “δεσμευόμαστε να αντιμετωπίσουμε τις ενδεχόμενες απειλές και εκβιασμούς των δανειστών μας με όλα τα δυνατά όπλα που μπορούμε να επιστρατεύσουμε, ενώ είμαστε ήδη έτοιμοι να αναμετρηθούμε με οποιαδήποτε εξέλιξη, βέβαιοι σε κάθε περίπτωση ότι ο ελληνικός λαός θα μας στηρίξει”».
Η έξοδος από το ευρώ είναι ο στόχος της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, διότι αυτό θα οδηγήσει στην πορεία προς έναν σοσιαλισμό με δημοκρατικό επίχρισμα, τύπου Βενεζουέλας. Προϋπόθεση, όμως, είναι η πτώση της κυβέρνησης με κάθε μέσο και κάθε τρόπο, όπως σαφέστατα τονίζεται επανειλημμένα στην συγκεκριμένη απόφαση της ΚΠΕ. Στην πραγματοποίηση της προϋπόθεσης αυτής συμβάλλουν οι «χρήσιμοι ηλίθιοι» με τους «μπακαλιάρους» τους· όλοι εκείνοι οι κουτοπόνηροι, δηλαδή, που φροντίζουν να μένουν εκτός της αναμέτρησης για τις μεταρρυθμίσεις (για να μην τους φθείρει το πολιτικό κόστος...) και την ίδια ώρα καβγαδίζουν για το παρελθόν. Ολοι αυτοί εμποδίζουν την κυβέρνηση να προχωρήσει στο έργο της και, με τον δικό τους ηλίθιο τρόπο, εξυπηρετούν τους σκοπούς του ΣΥΡΙΖΑ.
Αν τελικά αυτό το κλίμα επικρατήσει στην κυβέρνηση και επιβάλλει τον τόνο του, δεν βλέπω γιατί όλοι οι απελπισμένοι, που τόσα χρόνια έχουν εκπαιδευθεί στον λαϊκισμό, να μην ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά και οι άλλοι, εκείνοι που καταλαβαίνουν και γι’ αυτό ψήφισαν τα κόμματα της συγκυβέρνησης, δεν βλέπω γιατί να τα ψηφίσουν ξανά, όταν με τη στάση τους δείχνουν ότι δεν πιστεύουν στον δύσκολο δρόμο των μεταρρυθμίσεων, που υποτίθεται ότι εκπροσωπούν. Αν αυτή θα είναι η εξέλιξη των πραγμάτων, τουλάχιστον μένω με την ανακούφιση ότι δεν υπήρχε άλλη επιλογή για την χώρα. Αυτός είναι ο λαός, αυτή είναι η παιδεία του, αυτή είναι και η ηγεσία του. Αν δεν μπορεί να προκύψει πειστική απάντηση στον λαϊκισμό, τι να κάνουμε; Δημοκρατία είμαστε και, σε μια δημοκρατία όπου αποφασίζει η πλειοψηφία, η γνώμη του πεντηκοστού πρώτου τυχαίου βλακός αποφασίζει την πορεία των πραγμάτων. Μπορεί εν τέλει να αποδειχθεί ότι οι Γερμανοί έχουν δίκιο και ότι αυτή η χώρα δεν μπορεί να ανήκει στην Ευρωζώνη. Αν οι βλακείες του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ επικρατήσουν, τότε πραγματικά δεν το αξίζουμε. Στο κάτω κάτω, αν έχεις γνώσεις του Δημοτικού και σε υποχρεώνουν να παρακολουθήσεις Λύκειο, πρέπει να είναι ανυπόφορο...

6 Σεπ 2013

Δ.Ε.Θ.*


Του Ευτύχη Παλλήκαρη, από athensvoice.gr
Τι είναι η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης - ΔΕΘ σήμερα; Τι σηματοδοτεί στ’ αλήθεια; Την αρχή το τέλους, που λέει η Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ σε μια ανακοίνωση, ποιανού πράγματος;
Κάποτε η ΔΕΘ ήταν αυτό που ήταν. Μια εμπορική και βιομηχανική έκθεση με αξιόλογη διεθνή συμμετοχή. Αυτό έχει σβήσει προ πολλού.
Στη φάση της μεταπολίτευσης η ΔΕΘ έγινε τόπος –όχι μαρτυρίου αλλά– αποθεωτικών υποδοχών ηγετών, όπως του Ανδρέα, αλλά και του Κώστα. Έγινε βήμα μεγαλόστομων εξαγγελιών και παροχών, για να φάνε και οι κότες. Από την εκτροπή του Αχελώου μέχρι τις παροχές και τα επιδόματα – όλα πέρασαν από το ταχυδακτυλουργείο της ΔΕΘ. Πομπές με υπουργούς, δηλώσεις επί δηλώσεων, ξενυχτάδικα και στο τέλος μια ξεγυρισμένη συνέντευξη Τύπου εφόλης της ύλης, για να εμπεδώσουμε τα εξαγγελθέντα ή, άντε, να στριμώξουμε τον εκάστοτε πρωθυπουργό με καμιά ερώτηση.
Στον αντίποδα, διαδηλώσεις ρουτίνας από ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, αστυνομικούς, ΠΑΜΕ, ενίοτε από οπαδούς του ΠΑΟΚ ή του Ηρακλή, επεισόδια και καψίματα στο κέντρο της πόλης.
Και σήμερα; Ο πρωθυπουργός πάει και φεύγει αυθημερόν, σε μια επίσκεψη-αστραπή αντάξια του σημερινού μεγέθους μιας ΔΕΘ. Από την ολέθρια πολιτική μεγαλοστομία πέσαμε στο απόλυτο τίποτα... Η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ, συνεχίζουν τον ανένδοτο – αυτή τη φορά κυνηγώντας το φάντασμα της πολιτικής εξουσίας.
Αλλά όχι! Ο ΣΥΡΙΖΑ ανακάλυψε ότι από τη ΔΕΘ μπορεί να αρχίσει φέτος η επίθεση στα χειμερινά ανάκτορα. Ο Αλέξης Τσίπρας θα διαδηλώσει δυο φορές στη Θεσσαλονίκη, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ διαισθάνεται πως «η κινητοποίηση της ΔΕΘ πρέπει να είναι η αρχή του τέλους τους». Η ανακοίνωση των νέων του κόμματος μάλιστα ζητεί “να ξεχειλίσουν οι δρόμοι της Θεσσαλονίκης από ένα ποτάμι αντίστασης, αλληλεγγύης και ανατροπής που καμιά αστυνομική τρομοκρατία και καταστολή δεν θα μπορέσει να φοβίσει ή να ανακόψει”...
Και να φανταστεί κανείς πως κάποτε η ΔΕΘ ήταν χώρος εμπορικών συναλλαγών, παρουσίασης καινοτομιών και δείκτης εξαγωγικής ικανότητας της χώρας. Αλλά εμείς έχουμε να εξάγουμε επανάσταση! «Ξέρουν πως αν ένας λαός βγει νικητής, τότε θα τον ακολουθήσουν κι άλλοι» διαβάζουμε στην ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ με τίτλο «Ή εμείς ή αυτοί». Κατανοητό;

*Δεν Έχουν (τον) Θεό (τους)...

2 Σεπ 2013

Χριστοδουλάκης: «Χαριστικά» στο ευρώ αλλά για ποιόν;

Αναδημοσίευση από το ethnos.gr
Απάντηση -μέσω ανοικτής επιστολής- στην Άγκελα Μέρκελ και ειδικότερα στον ισχυρισμό που διατύπωσε πρόσφατα ότι η Ελλάδα δεν έπρεπε ποτέ να μπει στην κοινή νομισματική περιοχή, έδωσε ο πρώην υπουργός Οικονομικών Νίκος Χριστοδουλάκης
Στην επιστολή του, η οποία παρατίθεται κατωτέρω, ο οικονομολόγος, πρώην υπουργός αναφέρει:
Τελικά ενδώσατε και σεις στον χυδαίο γερμανικό λαϊκισμό που ανέκαθεν έψαχνε για έθνη-θύματα να εκτονώσει την "ανωτερότητά" του. Με περιφρόνηση στην Ιστορία, μόνο και μόνο για να κερδίσετε μερικές ψήφους παραπάνω, υιοθετήσατε και σεις τις άναρθρες κραυγές της άκρας Δεξιάς και της άκρας Αριστεράς ότι η Ελλάδα δεν έπρεπε να βρίσκεται στο ευρώ. 
Ότι η ένταξή της ήταν ένα θεμελιώδες σφάλμα του προκατόχου σας Γκέρχαρντ Σρέντερ, τον οποίο επίσης περιλούσατε με χαρακτηρισμούς. Για να φτάσετε σε αυτό το κατάφωρο ψέμα, σημαίνει ότι είστε επιλήσμων όχι μόνο της σοβαρότητας που πρέπει να επιδεικνύει ένας ηγέτης, αλλά και των πραγματικών γεγονότων που έλαβαν χώρα 15 χρόνια πριν. Καλό θα ήταν λοιπόν να θυμηθείτε τα εξής:
1. Είναι αλήθεια ότι η Ελλάδα για να μπει στην ΟΝΕ έκανε χρήση των ελαστικών κριτηρίων του Μάαστριχτ το 1999. Με τη διαφορά ότι δεν τα έκανε ελαστικά ο Σρέντερ για να βοηθήσει την Ελλάδα, αλλά ο μέντοράς σας, ο Χέλμουτ Κολ, για να βοηθήσει τη Γαλλία, την Ιταλία, το Βέλγιο, και προπάντων τη Γερμανία, που τότε είχαν είτε μεγάλα ελλείμματα είτε μεγάλα χρέη. Αν δεν άλλαζαν, από τον αρχικό πυρήνα της Ένωσης θα έμπαιναν στην ΟΝΕ μόνο η Ολλανδία και το Λουξεμβούργο και το ευρώ θα γινόταν το πιο σύντομο ανέκδοτο.
2. Γνωρίζετε ασφαλώς τις αγωνιώδεις μεταλλάξεις που έκαναν οι παραπάνω χώρες για να μπορέσουν να ικανοποιήσουν έστω και τα ελαστικά κριτήρια. Η Γαλλία έβγαλε τα ασφαλιστικά ταμεία από το Δημόσιο, το Βέλγιο εξαγόρασε τον χρυσό της Κεντρικής Τράπεζας, η δική σας χώρα έβγαλε τα νοσοκομεία από τον προϋπολογισμό και απέκρυψε τα δημοσιονομικά ελλείμματα των Κρατιδίων. Η Ελλάδα το μόνο που έκανε ήταν να ταξινομεί τις αμυντικές δαπάνες μόνο στο χρέος και σταδιακά στο έλλειμμα. Η μέθοδος αυτή έγινε πλέον κανόνας για όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά δεν την εφαρμόζετε αναδρομικά για την Ελλάδα για να συντηρείτε τον μύθο της λανθασμένης ένταξης. Εάν θέλετε να είστε ακριβοδίκαιη, φτιάξτε μια επιτροπή με πέντε νομπελίστες δικής σας επιλογής να επανεξετάσουν πώς μπήκαν στην ΟΝΕ όλες οι χώρες. Και τότε η συζήτηση θα γίνει πραγματικά ενδιαφέρουσα, σας το υπόσχομαι.
3. Θα έπρεπε να θυμάστε επίσης ότι δεν ήταν η Ελλάδα που αμέσως μετά είχε προβλήματα με το Σύμφωνο Σταθερότητας, αλλά η δική σας χώρα με τα μεγάλα ελλείμματα της περιόδου 2000-2004. Ενώ τεχνικά βεβαιώθηκε η παραβίαση του Συμφώνου, η Γερμανία απέφυγε την επονείδιστη καταδίκη και το βαρύ πρόστιμο που θα πλήρωνε το 2003 χάρις στην ελληνική παρέμβαση και ψήφο στο Eurogroup. Θα έπρεπε να θυμάστε επίσης ότι τότε είχαν πεταχτεί μερικοί και μιλούσαν για την ακαταλληλότητα της Γερμανίας στην ΟΝΕ, αλλά επικράτησαν όσοι πίστευαν στην ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και υπεράσπισαν θερμά τη χώρα σας και την κοινή πορεία ολοκλήρωσης.
4. Η μεγάλη εμπειρία που έχετε στην ηγεσία της Γερμανίας θα έπρεπε να σας είχε διδάξει ότι μια χώρα μπορεί να αποτύχει όταν σε μια κρίσιμη στιγμή εφαρμοστούν λάθος πολιτικές και κανένας δεν επεμβαίνει να τις αναχαιτίσει. Ετσι και εσείς αδιαφορήσατε για τη διόγκωση του ελληνικού ελλείμματος μετά το 2007 και κανένα μέτρο δεν σκεφτήκατε μαζί με τον καταπληκτικό Μπαρόζο για να μη δυσαρεστήσετε τους ομοϊδεάτες σας. Όταν τα πράγματα χειροτέρεψαν το 2010 δεχθήκατε - μερικοί λένε ότι επιμείνατε κιόλας - να συμμετάσχει το ΔΝΤ στην εποπτεία της Ελλάδας ως δήθεν μηχανισμός αξιολόγησης. Ξεχάσατε έτσι όχι μόνο ότι οι πολιτικές του ΔΝΤ σημείωναν παντού κραυγαλέα αποτυχία, αλλά και ότι η παρέμβασή του χρειάζεται μόνο σε συναλλαγματικές κρίσεις - και τέτοια φυσικά δεν υπήρχε.
Μέχρι τότε το ΔΝΤ καμία αρμοδιότητα δεν είχε σε θέματα ευρώ και σεις το κάνατε τώρα να διαφεντεύει την πολιτική της ευρωζώνης, να δίνει συμβουλές στη Γαλλία, να προστάζει την Ισπανία και άλλα τραγελαφικά και ανιστόρητα. Ακόμη και ο υπουργός σας των Οικονομικών θέλει πλέον το ΔΝΤ να φύγει, αλλά η ζημιά έχει γίνει και είναι πολύ μεγάλη. Η δική σας ευθύνη είναι εξίσου μεγάλη και γι' αυτό θα έπρεπε να είστε πιο προσεκτική στο προεκλογικό σας ακροατήριο.
5. Και κάτι τελευταίο: Καλό θα ήταν να είστε λιγότερο επικριτική με τον προκάτοχό σας καγκελάριο Σρέντερ και να γίνετε περισσότερο ευγνώμων. Του οφείλετε τουλάχιστον δύο πράγματα: πρώτον, η δική του φορολογική μεταρρύθμιση και οι συμφωνίες με τα συνδικάτα ήταν εκείνες που έφεραν ξανά επενδύσεις στη Γερμανία και από ελλειμματική χώρα την έκαναν πάλι ανταγωνιστική. Τους καρπούς της πολιτικής Σρέντερ δρέψατε και επιβληθήκατε σήμερα ως ισχυρότερη οικονομία στην Ευρώπη.
Δεύτερον, ο Σρέντερ ήταν εκείνος που, μαζί με τον Σιράκ της Γαλλίας και τον Σημίτη ως προεδρεύοντα το 2003 στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αντιτάχθηκαν στα αγγλοαμερικανικά σχέδια εισβολής στο Ιράκ. Η Γερμανία γλίτωσε έτσι όχι μόνο χιλιάδες φαντάρους που θα είχαν σκοτωθεί, αλλά και το στίγμα του εισβολέα που θα την καταδίωκε ακόμα, όπως γίνεται τώρα με τη Βρετανία.
Είναι πιθανόν, ως μεγαλωμένη σε μαρξιστικό καθεστώς, να πιστεύετε ότι η Ιστορία γράφεται όπως κάθε φορά εξυπηρετεί τα συμφέροντα του κόμματος. Όμως έπειτα από τόσα χρόνια στο τιμόνι της Γερμανίας θα έχετε μάθει ότι η παραχάραξη της Ιστορίας είναι το πρώτο βήμα για την υπονόμευση και καταρράκωση της κοινωνίας - και αυτής που την υφίσταται, αλλά και αυτής που την κάνει. Σκεφτείτε το με δικά σας παραδείγματα».