"Όσο αυξάνεται η γνώση μειώνεται το εγώ, ενώ όσο μειώνεται η γνώση αυξάνεται το εγώ!"

31 Μαρ 2011

Μια τέτοια Αριστερά θέλουμε!

Αποσπάσματα από την κεντρική ομιλία του Φώτη Κουβέλη στο 1ο συνέδριο της ΔΗΜ.ΑΡ.

...Η ΔΗΜΑΡ έχει στόχο να αναδειχθεί ως κόμμα ευθύνης για την κοινωνία, με προτάσεις και εναλλακτικό λόγο, να αμφισβητήσει το παραδοσιακό κομματικό σύστημα και το πρότυπο άσκησης και διαχείρισης της πολιτικής. Απευθύνεται και θέλει να εκφράσει πολίτες που δεν ελπίζουν ότι ένα πρωί θα ξυπνήσουν και ο κόσμος θα έχει γίνει όπως τον ονειρεύτηκαν, αλλά που διαθέτουν την αισιοδοξία της βούλησης και την επιλογή να αγωνιστούν για να αλλάξουν τα πράγματα.

Στον πυρήνα των ανανεωτικών ιδεών μας, βρίσκεται ο δημοκρατικός σοσιαλισμός, ο αριστερός ευρωπαϊσμός, η μεταρρυθμιστική στρατηγική, ο οικολογικός πολιτισμός...

Γι’ αυτό χρειάζεται μια Αριστερά με τη δημοκρατία αδιαπραγμάτευτα εγγεγραμμένη στο γενετικό της υλικό, η οποία, ενώ θα κινητοποιεί με τη δύναμη των ιδεών της τους πολίτες, θα σέβεται απόλυτα τους δημοκρατικούς κανόνες. Μόνο έτσι, ως συνειδητή επιλογή της πλειοψηφίας των πολιτών για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές, νοείται ο σοσιαλισμός με δημοκρατία και ελευθερία.

Μια τέτοια Αριστερά δεν μπορεί παρά να είναι και η ίδια ανοιχτή, ευρύχωρη, πολυφωνική, για να μπορούν σε ένα συμμετοχικά διαμορφούμενο πλαίσιο να εκφράζονται και να συμπορεύονται όσο το δυνατό ευρύτερες δημοκρατικές, σοσιαλιστικές και οικολογικές δυνάμεις, καθώς και δημοκρατικοί και προοδευτικοί πολίτες που αναζητούν σήμερα κοινωνικές και πολιτικές διεξόδους. Πρέπει να οικοδομηθεί ένα πλατύ προοδευτικό ρεύμα στην ελληνική κοινωνία, ικανό να μετακινήσει την πολιτική σε ουσιαστική προοδευτική κατεύθυνση.
Θέλουμε μια Αριστερά ρηξικέλευθη και τολμηρή που δε θα βολεύεται στα εύκολα και γι’ αυτό δε θα κάνει καμία παραχώρηση ούτε στον αριστερότροπο λαϊκισμό, ούτε στον μυωπικό αριστερισμό, δε θα θεωρεί άκριτα ως δίκαιο αίτημα την υπεράσπιση κάθε κεκτημένου και δε θα χαϊδεύει συντεχνίες στο όνομα μικροκομματικών σκοπιμοτήτων. Μια Αριστερά που δε θα αναλώνεται σε ανέξοδο και γι’ αυτό αδιέξοδο και συντηρητικό επί της ουσίας καταγγελτισμό, αδιαφορώντας για το παρόν και το μέλλον των πολιτών και του τόπου.
Μια Αριστερά που αποστρέφεται τον πολιτικά άκριτο αντιευρωπαϊσμό, θα αναγνωρίζει τα υπαρκτά οφέλη της ευρωπαϊκής ενοποίησης και της ευρωπαϊκής ιδέας και θα προτιμά, αντί να απορρίπτει συλλήβδην, να προτείνει δημιουργικά και να διεκδικεί αγωνιστικά τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες θα διαμορφώνουν ένα δημοκρατικό πλαίσιο που θα επιτρέπουν την εφαρμογή εναλλακτικών πολιτικών. Αυτή την Αριστερά συγκροτούμε, σε αυτή την Αριστερά πιστεύουμε. Θα τα καταφέρουμε. Η πορεία θα είναι δύσκολη, αλλά βέβαιη η προοπτική!
Θα λειτουργήσουμε ως καταλύτης για την επαναφορά της Αριστεράς στην πραγματικότητα μέσα από ρήξεις και συνθέσεις, που θα παράγουν μια νέα διαλεκτική σχέση ανάμεσα στον ορθό λόγο και τα αιτήματα που αφορούν στην εποχή μας και στο μέλλον, μακριά από παρελθοντικές αγκυλώσεις και στερεότυπα προηγούμενων περιόδων που δεν αντιστοιχούν στο σήμερα...

Θέλουμε να προωθήσουμε μια διαφορετική αντίληψη για την πολιτική. Εμείς υποστηρίζουμε πως η εμβάθυνση της δημοκρατίας αποτελεί σήμερα προϋπόθεση για να μπορεί η κοινωνία και οι πολίτες να καθορίζουν και να σχεδιάζουν οι ίδιοι το μέλλον τους, αντί να παραμένουν υποταγμένοι και καθοριζόμενοι από τις κυρίαρχες σήμερα οικονομικές και πολιτικές δυνάμεις.

Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να διαχειριζόμαστε, απλώς για να βελτιώσουμε, ένα σύστημα που αποδεικνύεται καθημερινά χρεοκοπημένο. Πρέπει να προχωρήσουμε βαθμιαία και προοδευτικά βεβαίως, αλλά οριστικά, σε ρήξη με τη λογική του, αντιπαραθέτοντας στον οικονομισμό την πολιτική βούληση. Σ’ αυτό αποβλέπουν η δράση μας και οι προτάσεις που καταθέτουμε δημόσια.
Θέλουμε να αλλάξουμε αυτό το μοντέλο που έχει εξαντλήσει τα όριά του και τα όρια της κοινωνίας. Αγωνιζόμαστε για να αλλάξουμε ριζικά τους στόχους, προς μια κοινωνία που επιδιώκει την ανάπτυξη με τον άνθρωπο στο επίκεντρο των ενδιαφερόντων της και που σέβεται και φροντίζει τους φυσικούς της πόρους...

Θέλουμε να στηρίζουμε πρακτικές που φέρνουν την πολιτική στους πολίτες και τους πολίτες στην πολιτική. Να αφήσουμε πίσω την Ελλάδα της χρεοκοπίας και της παρακμής. Να αγωνισθούμε για την ανατροπή της πολιτικής που τεμαχίζει με ανισότητες την ελληνική κοινωνία, υποτάσσει και περιθωριοποιεί τους εργαζόμενους, τους νέους και τις νέες.

Θέλουμε να πρωτοστατούμε ουσιαστικά στους αγώνες για διαφορετικές πολιτικές, για να αλλάξουν ριζικά τα κυβερνητικά μέτρα, με στόχο τη δίκαιη κατανομή των βαρών, την αντιμετώπιση των δομικών προβλημάτων του κράτους και της διοίκησης, την υλοποίηση νέου αναπτυξιακού προτύπου, την οικολογική ανασυγκρότηση της οικονομίας, με σταθερή και αταλάντευτη αναφορά τους εργαζόμενους...

Όλα αυτά καλώς ειπωμένα, αλλά μένουν να αποδειχτούν  τόσο με τον πολιτικό λόγο όσο κυρίως με την καθημερινή πολιτική πρακτική.

Ελπήνωρ

Αλλαγές στο Λύκειο, με στόχο την κριτική σκέψη και την ομαδική εργασία

Η προσέγγιση του υπουργείου προς το νέο Λύκειο δείχνει θετική και σύγχρονη. Αν μη τι άλλο δείχνει τη διάθεση να προχωρήσει προς ένα πιο σύγχρονο σύστημα αξιολόγησης των παιδιών με την εμπλοκή των ΑΕΙ και στη διαδικασία επιλογής των φοιτητών τους. Επίσης αποδίδει έμφαση στην κριτική παρουσία του μαθητή, στην έρευνα και στην εργασία που ο ίδιος θα επιτελεί. Ολα αυτά είναι θετικά μένει να δούμε και στην πράξη αν μπορούν να υλοποιηθούν σε ένα περιβάλλον κρίσης, χωρίς απαραίτητα κονδύλια και με την εκπαιδευτική κοινότητα σε μόνιμο αναβρασμό. Πρέπει να δούμε αν το εκπαιδευτικό προσωπικό δύναται και συναινεί να υιοθετήσει την ίδια κατεύθυνση και φυσικά αν μπορούν να πειστούν τα παιδιά από ένα περιβάλλον με κύρος που έχει τρωθεί εδώ και καιρό. Εν τέλει η αναμόρφωση και ο εκσυγχρονισμός της εκπαίδευσης είναι μία υπόθεση που διέρχεται μέσα από κάθε ελληνική οικογένεια, όχι μόνο από υπουργικά γραφεία και σχολικές αίθουσες. Τα προγνωστικά δεν είναι θετικά, αλλά μόνο ο χρόνος θα μας δώσει απαντήσεις.

Ιδιαίτερη συζήτηση θα προκαλέσει ο υποχρεωτικός χαρακτήρας των θρησκευτικών στις δύο πρώτες τάξεις του λυκείου. Αν μη τι άλλο δείχνει μία αναχρονιστική διάθεση διαπραγμάτευσης και συμβιβασμού με την Εκκλησία...
Λιγότερα μαθήματα με περισσότερες ώρες διδασκαλίας τους, η καθιέρωση της ερευνητικής εργασίας, και νέος τρόπος διδασκαλίας, είναι από τα βασικά χαρακτηριστικά του νέου τύπου λυκείου που ανακοίνωσε η υπουργός Παιδείας Αννα Διαμαντοπούλου. Στόχος είναι, το λύκειο να γίνει αυτόνομη μονάδα εκπαίδευσης των νέων και στη συνέχεια να καθιερωθεί ένα νέο σύστημα πρόσβασης στα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ, από το 2014. Οι μαθητές που θα πάνε το Σεπτέμβριο στην Α΄τάξη λυκείου θα έχουν 7 βασικά μαθήματα, τα οποία θα είναι υποχρεωτικά και μεταξύ αυτών θα είναι η ελληνική γλώσσα, αλλά και η Ιστορία και τα Θρησκευτικά. Η πρώτη τάξη θεωρείται γέφυρα γενικής κατάρτισης και παιδείας για τις επόμενες τάξεις.
Στη δευτέρα τάξη λυκείου θα υπάρχουν δύο κατευθύνσεις, η θετική και η θεωρητική. Ονομάζονται Α και Β. Στην τρίτη τάξη θα προστεθεί μία ακόμη κατεύθυνση που θα αφορά στα οικονομικά. Βασική σημασία αποδίδεται στο νέο μάθημα της ερευνητικής εργασίας που θα έχουν οι μαθητές και στίς τρείς τάξεις του λυκείου. Μέσα από ευρεία θεματολογία που θα αφορά στον πολιτισμό, την κοινωνία , το περιβάλλον κλπ., θα αντλείται η θεματολογία των παιδιών που θα εργάζονται ομαδικά πάνω στο ίδιο θέμα και στο τέλος θα συνθέτουν τις πληροφορίες και τις γνώσεις που έχουν πάρει από τις πηγές. Με αυτό τον τρόπο θα αναπτύσσεται τόσο η κριτική τους ικανότητα αλλά και η ικανότητα της ομαδικής συνεργασίας. Το πόσο σημαντικό θα είναι αυτό το "μάθημα", φαίνεται από το γεγονός ότι θα προσμετράται ο βαθμός του στην όλη επίδοση του μαθητή και συγχρόνως μελετάται και το ενδεχόμενο να συνυπολογίζεται και στην εισαγωγή για τα Πανεπιστήμια.
Η ιστορία παραμένει βασικό και υποχρεωτικό μάθημα και στις τρείς τάξεις του λυκείου, ενω τα θρησκευτικά θα είναι υποχρεωτικά στις δύο πρώτες τάξεις του λυκείου.
Οσο για το νέο σύστημα επιλογής για τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ, το οποίο θα ισχύσει από το 2014, δεν αναμένεται να ανκοινωθούν τώρα οι λεπτομέρειές του. Ωστόσο, οι βασικές αρχές του είναι λιγότερα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα και δεν θα υπάρχει καθορισμένη εξεταστέα ύλη με την μορφή που υπάρχει σημερα, αφού θα διερευνάται όλο το γνωστικό υπόβαθρο του μαθητή. Τα Πανεπιστήμια επίσης θα έχουν σημαντικό λόγο και ρόλο για τους φοιτητές που θα εισάγουν στις σχολές τους και γιαυτό θα κληθούν να θέσουν συντελεστές βαρύτητας στα μαθήματα που θα αποφασίσουν.

Το κείμενο είναι από το protagon.gr

29 Μαρ 2011

ΜΕΤΑ ΠΑΡΡΗΣΙΑΣ

Του συνταξιούχου δάσκαλου Κουκουθάκη Σπύρου

Με αφορμή την εξαγγελία της απεργίας στην Α/θμια και Β/θμια εκπαίδευση, την μετά παρρησίας άποψη του καθηγητή κυρίου Άγγελου Ράπτη με θέμα «Τα μεγάλα σχολεία δεν αποτελούν λύση…» και σε συνδυασμό με την επιστολή της κυρίας Χριστίνας Χριστοφάκη (Πρώην υποψήφιας δημάρχου Σαρωνικού) προς την υπουργό Παιδείας, μετά την ανακοίνωση της συγχώνευσης του Γυμνασίου Κουβαρά με 46 μαθητές, με αυτό των Καλυβίων σε απόσταση 2 χιλιομέτρων, σε ένα Γυμνάσιο μεγαλύτερης δυναμικότητας με 23 μαθητές ανά τμήμα, όπως και για τα όσα ακολούθησαν και ακούγονται από τα τοπικά ΜΜΕ με προκάλεσαν να καταθέσω την άποψή μου για τα δρώμενα στο χώρο της Παιδείας.
Προσωπικά εκτιμώ πως μόνο στην Ελλάδα μπορεί κανείς να δει τέτοιες στρεβλώσεις να υποστηρίζονται σθεναρά από συνδικαλιστικές συντεχνίες, πολιτικές δυνάμεις και ανενημέρωτους γονείς και κηδεμόνες.
Με τρομάζουν εικόνες κατευθυνόμενων μαθητών να καταλαμβάνουν σχολεία και γραφεία της Εκπαίδευσης και να προπηλακίζουν τους θεσμικούς φορείς, με συνοδούς και ενορχηστρωτές κάποιους γονείς, καθηγητές και αιρετούς τοπικούς άρχοντες, για να μην καταργηθούν ή συγχωνευθούν προβληματικά σχολεία με παρακείμενα μεγαλύτερης δυναμικότητας.
Δε σας κρύβω πως ανησυχώ για το αύριο της Παιδείας μας, όταν βλέπω παιδιά λυκείου να εκβιάζουν με απεργία πείνας την πολιτεία, όπως ακριβώς συνέβαινε με τους αλλοδαπούς μετανάστες, καθοδηγούμενοι από πολιτικάντηδες, ευαίσθητους και αγανακτισμένους πολίτες, που προφανώς προσχώρησαν στη λογική: «Κάθε περιοχή και πανεπιστήμιο, κάθε πόλη και σχολή», όχι βέβαια για να αναβαθμίσουμε την εκπαίδευση αλλά για να λειτουργούν οι καφετέριες και να νοικιάζονται τα σπίτια. Το αποκορύφωμα της τελευταίας καινοτομίας στη εκπαίδευση ήταν να έχουμε επιτυχόντες με λευκές κόλλες, προς δόξαν της εκπαίδευσης και για να μη χαλάσουμε και το χατίρι των προοδευτικών δυνάμεων και αιρετών της τοπικής αυτοδιοίκησης για να μην πέσει ο τζίρος των τοπικών αγορών.
Αυτή την εκπαίδευση κύριοι θέλετε; Γιατί με τόσο πάθος εναντιώνεστε στην όποια αναβάθμισή της;
Απευθύνομαι σε όλους σας, να δηλώσετε, αν υπερασπίζεστε τα ολιγοθέσια σχολεία για να διατηρήσετε τις οργανικές θέσεις, ή θα συνταχτείτε με το νέο πολυδύναμο σχολείο για να υπηρετηθούν οι σκοποί της εκπαίδευσης και να αναβαθμιστεί η παιδεία.
Θυμάμαι τον εαυτό μου να παλεύω πριν 27 χρόνια για πολυδύναμα σχολεία «ΣΧΟΛΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ» τα λέγαμε τότε, για να πετύχουμε την αναβάθμιση της εκπαίδευσης και του εκπαιδευτικού και κυρίως για να υπάρξουν ίσες ευκαιρίες εκπαίδευσης και για τα παιδιά της υπαίθρου.
Συνάδελφοι συνδικαλιστές, η αλήθεια είναι αδήριτη και σας εκθέτει ανεπανόρθωτα, η αναβάθμιση, πέραν της αύξησης των πόρων χρειάζεται πολύ πιο τολμηρά μέτρα από αυτά που εξήγγειλε η υπουργός παιδείας με το νέο Καλλικράτη στην Εκπαίδευση. Η ιστορία του κλάδου, η υπευθυνότητα και η επιστημονική μας συγκρότηση μας υπαγορεύει να συστρατευτούμε, να γίνουμε πρωτοπορία και να απαιτήσουμε να μπει τέλος στη λειτουργία ολιγοθέσιων δημοτικών και γυμνασίων με 3 και 5… μαθητές, όπως αυτά της Τύριας και του Τσεπελόβου με 12 και 15 καθηγητές.
Φίλοι συνάδελφοι, συνδικαλιστές βοηθήστε, βάλτε πλάτη να ανέβει η ποιότητα στην εκπαίδευση όχι στα λόγια αλλά στην πράξη. Προτάξτε το συμφέρον των παιδιών. Βάλτε σε δεύτερη μοίρα το συντεχνιακό συμφέρον των εκπαιδευτικών. Έχουμε περισσότερες σχολικές μονάδες από τις μεγαλύτερες χώρες της δυτικής Ευρώπης, με μεγαλύτερο λειτουργικό κόστος σύμφωνα με το μαθητικό δυναμικό και τη χειρότερη ποιότητα.
Είμαστε στο 2011 και όχι στο 1950 όπου οι αποστάσεις επέβαλλαν να λειτουργούν σχολεία ολιγοθέσια. Σήμερα δεν επιτρέπεται να έχουμε σχολεία καρκινώματα πάνω σε οδικούς άξονες στερώντας έτσι στα παιδιά μας να απολαμβάνουν τα νέα δεδομένα της σύγχρονης εκπαίδευσης. Ασφαλώς και σε εξαιρετικές περιπτώσεις η πολιτεία οφείλει να λειτουργήσει σχολεία ακόμη και με έναν ή δυο μαθητές όπως π. χ. στη Γαύδο ή στη Λάϊστα.
Θυμάμαι τον εαυτό μου ως πρόεδρο της δημοτικής επιτροπής παιδείας του Δήμου Μπιζανίου να κάνουμε κατανομή των λειτουργικών δαπανών κάθε τριμήνου τα έτη 2002-2006. Είχαμε 8 μονοθέσια δημοτικά και νηπιαγωγεία με αριθμό εγγεγραμμένων μαθητών περίπου 50 και φοιτώντων γύρω στους 40. Στο χωριό μου Κολωνιάτι λειτουργούσε για πολλά χρόνια δημοτικό με 3-5 μαθητές, ενώ σε απόσταση ενός χιλιομέτρου λειτουργούσε το 3θέσιο δημοτικό Νεοκαισάρειας με 35-40 μαθητές και λίγο μακρύτερα αυτό του Μπιζανίου με 7–10 μαθητές. Ακόμη λειτουργούσε στην Πεδινή ένα 9θέσιο δημοτικό με 12 δασκάλους και 160-170 μαθητές και ένα 2θέσιο νηπιαγωγείο με 3 νηπιαγωγούς και 30 περίπου νήπια.
Για να αλλάξουμε τα δεδομένα και να δώσουμε ίσες ευκαιρίες στα παιδιά του δήμου μας, βάλαμε στόχο να φτιάξουμε ένα σύγχρονο 12θέσιο δημοτικό, με προοπτική να στεγαστούν όλα τα παιδιά του δήμου μας. Είμαστε περήφανοι που σήμερα λειτουργεί ένα σχολείο κόσμημα, δυστυχώς, χωρίς τους μαθητές των άλλων διαμερισμάτων του πρώην δήμου μας.
Κύριοι, υπεύθυνοι διευθυντές και σχολικοί σύμβουλοι, δώστε στην κοινωνία την επιστημονική σας άποψη. Δώστε αναλυτικά τα σχολεία που προτάθηκαν για κατάργηση ή συγχώνευση, παραδείγματος χάριν, το σχολείο ΤΑΔΕ με Χ μαθητές και Χ εκπαιδευτικούς, προτείνετε να συγχωνευτεί με το ΔΕΙΝΑ σχολείο με Ψ μαθητές και Ψ εκπαιδευτικούς σε απόσταση 1,2,3… χιλιόμετρα. Οφείλετε να δώσετε ακριβή στοιχεία και να τα αναρτήσετε στο διαδίκτυο για να μάθουμε, πόσους -ες νηπιαγωγούς και νήπια έχουμε, πόσους δασκάλους-ες και μαθητές έχουμε και πόσους καθηγητές-τριες και μαθητές έχουμε σε γυμνάσια και λύκεια, γιατί ακούγεται από τους συνδικαλιστές πως ο μέσος όρος μαθητών ανά εκπαιδευτικό είναι μεγάλος, ενώ τα στοιχεία της διοίκησης είναι πολύ διαφορετικά.
Η κοινωνία μας επιθυμεί να μάθει πως προκύπτουν τα μεγάλα τμήματα με ένα τόσο μεγάλο αριθμό εκπαιδευτικών στο νομό μας. Καλό είναι να μάθουμε πόσους μαθητές ανά βαθμίδα εκπαίδευσης έχουμε, καθώς και πόσους εκπαιδευτικούς.
Δεν περίμενα τον τέως πρόεδρο του Αρείου Πάγου κ. Βασίλειο Κόκκινο, να γυρίσει στο 1800 για να συναντήσει το Βίκτωρ Ουγκώ και να τον βεβηλώσει με το: «Όταν κλείνουμε ένα σχολείο ανοίγουμε μια φυλακή», αναφερόμενος βέβαια στο σημερινό κλείσιμο – συγχώνευση σχολείων σε δημοσίευμά του στις 23/3/2011 στην εφημερίδα Πρωινός Λόγος, παραβλέποντας τις εκατοντάδες σχολείων που είχαν κλείσει χωρίς να ανοίξουν νέες φυλακές.
Περιμένω-ουμε τους εκπαιδευτικούς που πάντα ήταν μπροστάρηδες στους κοινωνικούς αγώνες για πρόοδο και προκοπή του τόπου μας να συγκρουστούν με το λαϊκισμό και την οπισθοδρόμηση, να χαρίσουν χαμόγελο και ευκαιρίες στα παιδιά των φτωχών κοινωνικών τάξεων, που ξέρουν να αναγνωρίζουν και να ευγνωμονούν, αυτούς που τους βοήθησαν για να πετύχουν στη ζωή τους.
Συνάδελφοι, δεν έχετε το δικαίωμα στο όνομα των συντεχνιακών συμφερόντων, «ίσως θεμιτών», να τρομοκρατείτε την κοινωνία και κυρίως να λειτουργείτε ως τροχοπέδη στο όραμα και στα θέλω της νέας γενιάς για καλύτερη παιδεία στους αδύναμους οικονομικά κυρίως, γιατί οι έχοντες και κατέχοντες και την παραπαιδεία έχουν και κάποιους εξ υμών πρόθυμους να τους συνδράμουν.
Η πολιτεία είχε και έχει διαχρονικά τεράστιες ευθύνες για το κατάντημα της εκπαίδευσης που βλέπουμε και ζούμε καθημερινά από τα ΜΜΕ. Βλέπουμε μειοψηφίες μαθητών «προοδευτικών» εποχικά και επετειακά να κλείνουν τα σχολεία με κάποιους καθηγητές και γονείς να καμαρώνουν για τα κατορθώματα της νεολαίας μας, όπως και τους πολιτικούς μέντορες άσχετους και ξένους να συμπαρίστανται με πανό και συνθήματα στο όνομα του προοδευτισμού.
Ήμουνα νιος και γέρασα και την αξιολόγηση στην Εκπαίδευση ακόμη την ψάχνετε. Αλήθεια τι δεν αξιολογείτε στη ζωή για να μην αξιολογούνται και οι εκπαιδευτικοί; Αναβάθμιση της εκπαίδευσης χωρίς αξιολόγηση δεν μπορεί να υπάρξει. Εκτιμώ πως και η νέα πρόταση για την απόκτηση πιστοποιητικού παιδαγωγικής επάρκειας για την προετοιμασία του νέου σχολείου θα έχει την τύχη της αξιολόγησης της εκπαίδευσης και των εκπαιδευτικών που εδώ και 30 χρόνια συνεχίζουν να συσκέπτονται για το πώς θα εφαρμοστεί.
Νιώθω ιδιαίτερα περήφανος ως πρώην συνδικαλιστής, σε πέτρινα χρόνια, με μισθό πείνας, με αριθμό μαθητών 30 – 50 στα 1θέσια και με 35 - 40 ώρες εβδομαδιαίως, να μάχομαι στην αποκομμένη ύπαιθρο που ζούσε μακριά από τον κόσμο. Συμμετείχα στη πρώτη γραμμή των ακηδεμόνευτων αγώνων με ποσοστά στις απεργίες 90% – 98% συμμετοχή. Αποτελούσε στιγματισμό η μη συμμετοχή σε εκείνες τις απεργίες για όλους τους συναδέλφους. Έτσι ανεβάσαμε την ποιότητα στην εκπαίδευση και την αναβάθμιση των εκπαιδευτικών με αριθμό μαθητών πολύ μικρότερο από αυτό των ευρωπαϊκών χωρών ανά τάξη και τμήμα όπως και μικρότερο ωράριο 20 – 25 ωρών εβδομαδιαίως και όλα αυτά χωρίς ΜΑΤ, βιαιότητες και κομματικούς στόχους.
Ο κλάδος των δασκάλων έχει λαμπρή ιστορία. Ήταν και θα παραμείνει πρωτοπορία, τόσο στους εθνικούς, όσο και στους κοινωνικούς αγώνες και γι’ αυτό απέχει από τις κινητοποιήσεις που πατρονάρονται από τους μόνιμα αγανακτισμένους πολίτες που συναντάμε καθημερινά στους δρόμους με τις σημαίες, τα λάβαρα και τα πανό να διατρανώνουν την πραμάτεια των ιδεών τους.

Τα τρένα που φύγαν’

Για τα τρένα γράφτηκαν πολλά τραγούδια. Τα τρένα πρωταγωνίστησαν και σε πολλές ταινίες. Ποιος δεν θυµάται τον Φωτόπουλο σταθµάρχη που αποκαλούσε τη Θυµαριά κόµβο επειδή από κει περνούσε µία αµαξοστοιχία την ηµέρα;

Αν κάποιος άκουγε όλα αυτά τα τραγούδια και έβλεπε όλες αυτές τις ταινίες χωρίς να έχει επισκεφθεί ποτέ του την Ελλάδα, θα νόµιζε πως η χώρα µπορεί να είναι νησιωτική τη διασχίζουν όµως τρένα απ’ άκρη σ’ άκρη, πως ακόµη και στη Σαντορίνη µπορείς να πας µε τρένο.
Θα µου πείτε τότε τα πράγµατα ήταν αλλιώς. Τα νιάτα στρατεύονταν για τουλάχιστον δύο χρόνια κι όταν αποστρατεύονταν ονειρεύονταν το τρένο για τη Γερµανία. Η ψωροκώσταινα, γενικά, ονειρευόταν το τρένο για τη Γερµανία. Ηταν το όχηµα για την «άλλη», την καλύτερη ζωή, ήταν το όχηµα που έκλεψε τα αγαπηµένα πρόσωπα τα οποία όλοι εύχονταν να µη χρειαστεί να το ξαναχρησιµοποιήσουν. Ο µετανάστης επέστρεφε µε Μερσεντές, έστω µεταχειρισµένη, αλλά Μερσεντές.
Στα χρόνια της νεόπλουτης Ελλάδας το τρένο εγκαταλείφθηκε. Θύµιζε µετανάστευση, µύριζε ψωροκώσταινα, µια δυστυχία που όλοι ήθελαν να την ξεχάσουν, αφού όλοι ονειρεύονταν το τελευταίο 4Χ4. Κατά παράδοξο τρόπο η εγκατάλειψη του τρένου σηµατοδότησε την ευρωπαϊκή πορεία της Ελλάδας, τη στιγµή που όλη η υπόλοιπη Ευρώπη στηριζόταν στο σιδηροδροµικό της δίκτυο, το επεξεργαζόταν, το βελτίωνε, έφτιαχνε τους συρµούς µεγάλης ταχύτητας, κυνηγούσε τον χρόνο.
Το τρένο βγήκε απ’ τη ζωή µας, όµως µας έµεινε ο ΟΣΕ, η ΤΡΑΙΝΟΣΕ, µερικές χιλιάδες εργαζόµενοι, µια ακόµη γραφειοκρατία, κι ένα κληροδότηµα που έχει να κάνει περισσότερο µε το έλλειµµα της φαντασίας µας που δεν µπορεί να αναδιαρθρωθεί µπροστά στην πραγµατικότητα της ζωής µας. Στο δυστύχηµα που έγινε πριν από τρεις µήνες στην Πελοπόννησο ο συρµός µετέφερε τέσσερις επιβάτες και άλλους τόσους υπαλλήλους. Η υπόθεση θυµίζει επιδοτούµενο θίασο όπου οι ηθοποιοί παίζουν µπροστά σε ισάριθµους, ενίοτε και λιγότερους, θεατές. Το «Μπορείς να φανταστείς την Ελλάδα χωρίς τρένο;» – σύνθηµα των σωµατείων του ΟΣΕ – στην πραγµατικότητα µεταφράζεται στο: «Μπορείς να φανταστείς πώς θα ‘ταν η Ελλάδα χωρίς εργαζόµενους στο τρένο;» – αφού το θέµα µας δεν είναι το τρένο που έχει µείνει στη δεκαετία του ‘60 αλλά οι εργαζόµενοι στο τρένο που ξέµειναν στον 21ο αιώνα.
Το βέβαιο είναι ότι όλη αυτή η υπόθεση µε τον ΟΣΕ δείχνει πως αν θέλουµε να βγούµε από την κρίση χρειάζεται να αναδιαρθρώσουµε το χρέος που έχουµε συνάψει µε τα ελλείµµατα της φαντασίας µας. Κοινώς χρειάζεται φαντασία και απ’ ό, τι ξέρω αυτήν δεν τη δανείζει ούτε η ΕΚΤ ούτε το ∆ΝΤ.
«Μπορείς να φανταστείς πώς θα ‘ταν η Ελλάδα χωρίς εργαζόµενους στο τρένο;»

ΤΟΥ ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ, από τα ΝΕΑ

27 Μαρ 2011

Το υβρίδιο Μπουτάρη

Oταν έπεσαν τα τείχη του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού» της Ανατολικής Ευρώπης, πολλοί προσδοκούσαν ότι η Θεσσαλονίκη και η Βόρεια Ελλάδα θα είχαν μοναδική ευκαιρία αναγέννησης, ανασυγκρότησης και αποκατάστασης του ιστορικού ρόλου της. Το 1989 και το 1990 οι περισσότεροι φαντάστηκαν και ονειρεύτηκαν τη Θεσσαλονίκη ως οικονομική, τουριστική και πνευματική πρωτεύουσα των Βαλκανίων. Δυστυχώς, όταν ανεδείχθη το «Μακεδονικό» η πόλη και η περιοχή κακόπεσαν. Κυριάρχησαν εσωστρεφείς φωνές ενός ιδιότυπου εθνολαϊκισμού, που αντί να ανοίξει απομόνωσε, όχι μόνο τη Θεσσαλονίκη αλλά ολόκληρη τη Βόρεια Ελλάδα. Χάθηκε χρόνος και μαζί δυνάμεις και ευκαιρίες.

Ωστόσο η πόλη είναι εκεί, ο χώρος διατηρεί τα φυσικά, γεωγραφικά και ιστορικά του πλεονεκτήματα και οι πολίτες έχουν πεισθεί ότι η προηγούμενη μέθοδος μόνο δυστυχία έφερε και τίποτε άλλο. Τώρα όλοι αναγνωρίζουν τους κκ. Παπαγεωργόπουλο και Ψωμιάδη ως εστίες καθυστέρησης, ως βάσεις αναχρονισμού και λαϊκισμού, ως πολιτικές οντότητες ζημιογόνες για τον τόπο που υποτίθεται ότι υπερασπίζονταν.
Και μαζί με την αποκτηθείσα γνώση και συνείδηση άλλαξαν και οι συνθήκες σε ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή. Η Τουρκία διαθέτει πλέον ακμάζουσα οικονομία και ευημερούσα κοινωνία, η Βουλγαρία το παλεύει, τα Σκόπια δεν αφανίστηκαν, η Σερβία μάχεται για την επανένταξή της στο διεθνές σύστημα, η Ρουμανία είναι αλλιώς και η Ρωσία πλούτισε, ο λαός της μπορεί πια να κινείται και να ταξιδεύει.
Σε αυτή τη συγκυρία άλλαξε δημοτική αρχή η Θεσσαλονίκη. Ο Γιάννης Μπουτάρης είναι από τον Γενάρη νέος δήμαρχος της πόλης, με αρχές και αντιλήψεις πολύ διαφορετικές από εκείνες των προκατόχων του. Οπως λένε όσοι τον παρακολουθούν από κοντά, εισήλθε σε διαδικασία να συμμαζέψει κατ΄ αρχήν τα οικονομικά της πόλης, να ξαναγράψει αρχές και κανόνες που θα διέπουν τη λειτουργία του δήμου και μαζί να αναδείξει το όραμα της νέας περιόδου, στηριγμένο στους ιστορικούς δεσμούς του παρελθόντος και στα πλεονεκτήματα του παρόντος.
Ηδη επιχειρεί την ιστορική μόχλευση. Πήγε στο Ισραήλ, είδε τον Σιμόν Πέρες, δεν δίστασε να αναδείξει το εβραϊκό παρελθόν της πόλης και να την επανασυνδέσει με όσους διαθέτουν ιστορική μνήμη και συναισθηματικό πόθο. Πριν από την έναρξη λειτουργίας της γραμμής Θεσσαλονίκη- Κωνσταντινούπολη των Τουρκικών Αερογραμμών σκοπεύει να επισκεφθεί την Πόλη και να διαβουλευθεί με τους εκεί τουριστικούς επιχειρηματίες και πλοιοκτήτες κρουαζιεροπλοίων που θέλουν να ελλιμενίζονται στην πύλη του Θερμαϊκού.
Ταυτόχρονα σχεδιάζει να επισκεφθεί τα Σκόπια και τη Σόφια και μαζί να παρέμβει για την αναγέννηση του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και την αναβάθμιση του Διαβαλκανικού Ιατρικού Κέντρου, ώστε να αποτελέσουν πραγματικό πόλο έλξης. Η ιστορική μόχλευση θα συνοδευθεί από την ανάδειξη βυζαντινών, τουρκικών και εβραϊκών ιστορικών κτισμάτων της πόλης, ώστε οι ξένοι επισκέπτες να βρίσκουν επαφή με αυτά που τους συνδέουν και να νιώθουν πραγματικά την ιστορικότητα της πόλης. Ορισμένοι αναγνωρίζουν ότι στη Θεσσαλονίκη αναπτύσσεται από εξωπολιτικά πρόσωπα ένα υβρίδιο νέας πολιτικής δράσης, που ξεπερνά τα συνήθη κομματικά όρια. Θα είναι ευτύχημα αν πετύχει.

Του Αντώνη Καρακούση, από το Βήμα.

26 Μαρ 2011

«ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ Α/ΘΜΙΑΣ ΕΚΠ/ΣΗΣ ΘΕΣΠΡΩΤΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΩΡΑ ΤΗΣ ΓΗΣ 2011»

Η Ώρα της Γης είναι ένα συμμετοχικό γεγονός, υποστηριζόμενο από την WWF, που ξεκίνησε το 2007 στο Σίδνεϋ της Αυστραλίας, και καλούσε όλους τους πολίτες να σβήσουν τα φώτα τους για μια ώρα. Η συγκεκριμένη ενέργεια μετατράπηκε σε παγκόσμια κλίμακας εκστρατεία, στέλνοντας ένα ισχυρό μήνυμα στους ηγέτες των κρατών, ενάντια στην κλιματική αλλαγή.

Η Ώρα της Γης απευθύνεται σε κάθε πολίτη, κάθε επιχείρηση και κάθε ανθρώπινη κοινότητα στον πλανήτη. Μας καλεί να δράσουμε, να αναλάβουμε τις ευθύνες μας και να συμμετέχουμε ενεργά σε πρωτοβουλίες για ένα βιώσιμο μέλλον. Μνημεία και κτίρια σε όλο τον πλανήτη, όπως η Γέφυρα Harbour στο Σίδνεϊ, ο Πύργος του Τορόντο, το Golden Gate Bridge στο San Francisco, και το Κολοσσαίο της Ρώμης θα σκοτεινιάσουν και φέτος. Άνθρωποι σε όλο τον κόσμο θα σβήσουν τα φώτα τους και θα ενώσουν για μία ώρα τις ζωές για το μέλλον του πολύτιμου πλανήτη μας.
Η Ελλάδα συμμετέχει και φέτος στην παγκόσμια εκστρατεία του WWF ενάντια στην κλιματική αλλαγή. (ΣΑΒΒΑΤΟ 26/03/2011, 20:30 μ.μ.) Τα φώτα θα σβήσουν για μία ώρα, και οι Έλληνες πρωταγωνιστώντας εκ νέου στον αγώνα ενάντια στην κλιματική αλλαγή, θα αποδείξουν ότι πέρα από γεωπολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές διαφορές, παραμένουμε πολίτες ενός κοινού τόπου: Του πλανήτη ΓΗ.
Φέτος ας ακουστεί και η φωνή της Θεσπρωτίας στην παγκόσμια πρωτοβουλία του WWF ενάντια στην κλιματική αλλαγή.
Με βάση το παραπάνω σκεπτικό, το Τμήμα Περιβαλλοντικής Αγωγής Α/θμιας Εκπ/σης Θεσπρωτίας σε συνεργασία με το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Φιλιατών, διοργανώνουν εκδήλωση στην κεντρική πλατεία της Ηγουμενίτσας με τη συμμετοχή των δύο Ωδείων της πόλης μας. Σκοπός αυτής της πρωτοβουλίας είναι η συμμετοχή μαθητών, εκπαιδευτικών και κοινωνικού συνόλου στην παγκόσμια εκστρατεία ενάντια στην κλιματική αλλαγή για να στείλουμε σύσσωμοι, ένα μήνυμα ελπίδας, αλλά και απαίτησης για τη διάσωση του πλανήτη & την προστασία του περιβάλλοντος. Η συμμετοχή μας κρίνεται επιτακτικότερη από ποτέ, μετά τις τρομακτικές διαστάσεις που έχει λάβει η συνεχής διαρροή ραδιενέργειας από τους πυρηνικούς αντιδραστήρες της Ιαπωνίας.
Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στην Ηγουμενίτσα, πλατεία Δημαρχείου, ημέρα Σάββατο, 26 Μαρτίου 2011 και ώρα 7: 30 μ.μ με την προαιρετική εθελοντική συμμετοχή μαθητών, εκπαιδευτικών, γονέων, αλλά και κάθε ευαισθητοποιημένου πολίτη. Συγκεκριμένα, ομάδες μαθητών, υπό την καθοδήγηση των δασκάλων τους, θα τραγουδήσουν, θα πουν περιβαλλοντικά μηνύματα, θα σχηματίσουν με κεράκια το σήμα της ειρήνης και της ώρας της γης, ενώ την όλη εκδήλωση θα πλαισιώσουν, αφιλοκερδώς, μαθητές του Πνευματικού Κέντρου ΤΣΑΚΑΛΩΦ και της Μουσικής Σχολής Γ. Ντάλλα.

Ας είμαστε όλοι εκεί!
Ελπήνωρ


25 Μαρ 2011

Η Αριστερά της Μεταπολίτευσης

Από τη Μεταπολίτευση και µετά, µε την καθοριστική συµβολή του ΠΑΣΟΚ, η Αριστερά υπέστη µια µετάλλαξη. Από την Αριστερά της θυσίας, της ατοµικής θυσίας, για χάρη των µεγάλων πολιτικών και συλλογικών προταγµάτων,είτε αυτά ήταν ο σοσιαλισµός, είτε η δηµοκρατία, προταγµάτων που κάθ εαριστερός ήταν διατεθειµένος να καταβάλει ατοµικό κόστος για να τα διεκδικήσει, περάσαµε, µε την εδραίωση της δηµοκρατίας, σε µιαν άλλου τύπου Αριστερά, περισσότερο οικονοµιστική και λιγότερο πολιτική. Απότη διεκδίκηση του συνολικού, περνάµε σε µιαν Αριστερά που εντός του συστήµατος διεκδικεί το ατοµικό,το µερικό, µια πιο εγωιστική Αριστερά που διεκδικεί το σήµερα.

Για να ικανοποιήσει οικονοµικά τούτη την ιδεολογική διεργασία (στην οποία οφείλεται η πολιτική επιτυχία του ΠΑΣΟΚ), το ∆ηµόσιο κατέφυγε στο τύπωµα χρήµατος και σε εξωτερικό δανεισµό. Αλλά ο επαναλαµβανόµενος κρατικός δανεισµός προς εξυπηρέτηση ατοµικών αναγκών εδραιώνει στους Ελληνες µιαν αντίστοιχη ιδεολογία. Το κράτος θεωρείται µια αστείρευτη πηγή πλούτου από την οποία µπορεί να διεκδικήσει κανείς ό,τι αναλογεί στις ανάγκες του, το κέρδος δεν αναζητείται πια µόνον στην αγορά, αλλά και στη µαχητική διεκδίκηση µεριδίων από τον απέραντο δηµόσιο κορβανά. Υπερβάλλοντας µπορούµε να πούµε ότι στην Ελλάδα δηµιουργήσαµε έναν δεύτερο, παράλληλο προς τον καπιταλιστικό, τρόπο παραγωγής που συνίσταται στην ατοµική (ή κλαδική) ιδιοποίηση δηµόσιου χώρου. Γιατί αυτό που ξεκίνησε ως οικονοµική συνδροµή του κράτους σε έναν ταλαιπωρηµένο πληθυσµό, πολύ σύντοµα κατέληξε σε ένα γενικευµένο πλιάτσικο των ατόµων εναντίον της δηµόσιας σφαίρας, σε ατοµική εδώ και τώρα κατανάλωση της δηµόσιας σφαίρας.
∆εν ήταν µόνον οι υλικές εκφάνσεις του δηµόσιου χώρου (γη, χρήµα) που διεκδικήθηκαν προς ιδιοποίηση, τα ίδια έπαθαν και οι έννοιες. Η έννοια της γνώσης, για παράδειγµα, ως δηµοσίου αγαθού, ως αγαθού δηλαδή από το οποίο ωφελείται όλη η κοινωνία, στρεβλώθηκε, αποστερήθηκε του κοινωνικού της περιεχοµένου, ιδιωτικοποιήθηκε, κατάντησε ένα κενό γνωστικού περιεχοµένου αποδεικτικό χαρτί προς ιδιωτική επαγγελµατική εξαργύρωση. Η ίδια η έννοια της κοινωνίας, ο τρόπος που καταλαβαίνουµε την κοινωνία και τις συλλογικότητες γενικότερα, στρεβλώθηκε κι αυτή. Συλλογικό κατέληξε να θεωρείται το άθροισµα χιλιάδων ή εκατοµµυρίων επιµέρους ατοµικοτήτων και κοινωνικό συµφέρον το άθροισµα όλων αυτών των ατοµικών συµφερόντων. Αλλά όσες ατοµικότητες και αν προσθέσει κανείς, τίποτε συλλογικό δεν προκύπτει ως άθροι σµα, αν δεν προηγηθεί ένας µετασχηµατισµός του ατοµικού, µετασχηµατισµός που αυτός και µόνον αυτός δηµιουργεί µια νέα διάσταση, τη διάσταση του συλλογικού, έναν νέο χώρο, τον δηµόσιο χώρο. Οταν λοιπόν λέµε ότι ο δηµόσιος χώρος λεηλατήθηκε,κατακλύσθηκε από το ατοµικό, δεν περιγράφουµε µόνο µιαν υλική λεηλασία, αλλά µια διαδικασία έκλειψης της ίδιας της έννοιας του δηµόσιου χώρου. Η οικονοµική χρεοκοπία του ∆ηµοσίου που ζούµε τελευταία δεν είναι παρά η ποσοτική έκφανση του συνολικότερου αυτού φαινοµένου. Η ανοµία – γιατί οι νόµοι είναι κι αυτοί µια συνθήκη συνοχής του δηµόσιου χώρου – είναι µια άλλη έκφανση αυτής της καταστροφής.
Αν, όπως είπαµε, το ∆ηµόσιο είµαστε όλοι εµείς αλλά µετασχηµατισµένοι (σαν από έναν καθρέφτη µέσω του οποίου βλέπουµε ο καθένας τον εαυτό του υπό το πρίσµα της κοινωνίας), ο κατακλυσµός και η καταστροφή του δηµόσιου χώρου από την έκρηξη της ατοµικότητας περιγράφει απλούστατα µία κατάσταση όπου το άτοµο, ο κλάδος και γενικότερα το µερικό στρέφεται εναντίον του γενικού και µέσω αυτού εναντίον όλων ηµών των άλλων µεµονωµένα. Η ιδιοποίηση του δηµόσιου χώρου σηµαίνει λοιπόν γενικευµένο πόλεµο του καθενός εναντίον του διπλανού του, του ενός κλάδου εναντίον του άλλου, του σηµερινού συνταξιούχου εναντίον του αυριανού, της σηµερινής γενιάς εναντίον των εποµένων, µια ζωή αφόρητη έξω από τα ιδιωτικά µας καταφύγια, εκεί όπου αρχίζει µια κοινωνική ζούγκλα. Σηµαίνει τελικά την καταστροφή της πολιτικής και του πολιτισµού.
Η ιδεολογική αλλά και «αγωνιστική» συµβολή της µεταπολιτευτικής Αριστεράς (κι ας µην κυβέρνησε ποτέ) σε αυτήν την έξαρση του ατοµικισµού και την καταστροφή του δηµόσιου χώρου υπήρξε καθοριστική. Η Αριστερά προσχώρησε ασµένως στη λαϊκιστική στρέβλωση δικών της ιδεών κατά τη δεκαετία του ‘80 και έχει καταλήξει σήµερα να είναι προνοµιακός (αλλά όχι µοναδικός – ιδέ λαϊκή ∆εξιά) υπερασπιστής του πασοκικού λαϊκισµού της δεκαετίας αυτής. Η ρεαλιστική δυνατότητα, η διέξοδος, δηµιουργίας χρήµατος (και διά του δανεισµού) από το κράτος, γρήγορα έστρεψε την ταξική πάλη από το κεφάλαιο προς το κράτος, από τον ιδιωτικό τοµέα στον δηµόσιο χώρο. Η Αριστερά κατανόησε τον εαυτό της ως προνοµιακό φορέα αυτής της διεκδίκησης δηµόσιου χώρου, αλλά µε τον δικό της τρόπο: όχι τον κυβερνητικό - αναδιανεµητικό, αλλά τον αγωνιστικό. Σε κάθε περίπτωση η Αριστερά ταυτίζοντας το κράτος µε το κεφάλαιο έστρεψε τη διεκδίκηση εναντίον του κράτους, εναντίον της θεσπισµένης υπαρκτής συλλογικότητας. Ταυτίστηκε µε επιµέρους κοινωνικά στρώµατα ή κλάδους (του δηµόσιου τοµέα αλλά όχι µόνο), συµµάχησε µε το µερικό εναντίον του γενικού, συµµάχησε µε το άτοµο εναντίον του κράτους. Για αυτήν την Αριστερά που έχει υιοθετήσει τη σκοπιά του ατόµου, το κράτος, ακόµα και εν καιρώ δηµοκρατίας, δεν είµαστε όλοι εµείς, δεν είναι καν «δικό τους και δικό µας», είναι ξένο, ανήκει στον αντίπαλο, είναι ο πολιτικός φορέας του καπιταλισµού που πρέπει να καταστραφεί. Η υιοθέτηση της σκοπιάς του ατοµικού και του µερικού φτάνει σε τέτοιο σηµείο ώστε, έστω και η απόπειρα να σκεφτεί κάποιος από τη σκοπιά του γενικού, να καταγγέλλεται ως κυβερνητισµός. Ακόµα και τα ασφαλιστικά ταµεία δεν είναι για αυτήν την Αριστερά δικά µας, δεν ανήκουν στους εργαζοµένους, αλλά αντιµετωπίζονται σαν να είναι ξένα, ένας θεσµός κατάλληλος, από τη σκοπιά του ατόµου και του ατοµικισµού, µόνο για άρµεγµα.
Η ταξική πάλη από πάλη των εργαζοµένων εναντίον του κεφαλαίου µετασχηµατίστηκε σε πάλη του ατόµου ενάντια στο κράτος (ως εκ τούτου η Αριστερά αυτή συµπορεύεται φυσιολογικά και εκ των πραγµάτων µε τον αντιεξουσιαστικό χώρο γυρίζοντας το ρολόι της ιστορίας της διακόσια χρόνια πίσω).
Η υιοθέτηση της σκοπιάς του ατοµικισµού ήταν η αιτία της επιτυχίας και της επιβίωσης της Αριστεράς στην Ελλάδα σε µια περίοδο που, µετά και την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισµού και µαζί του συλλογικού οράµατός της, σε άλλες χώρες της Ευρώπης η Αριστερά µπήκε στο περιθώριο. Αλλά η διαπίστωση αυτή είναι ταυτόσηµη µε την απόφανση ότι αυτός, η παρόξυνση του ατοµικισµού, υπήρξε ταυτόχρονα και ο ιστορικός της ρόλος την τελευταία τριακονταετία στην Ελλάδα και µε αυτήν την έννοια η Αριστερά συνέβαλε το µερτικό της στη σηµερινή χρεοκοπία του συνόλου και στα δεινά των ατόµων που αυτή συνεπάγεται.
Η Αριστερά, υιοθετώντας τη σκοπιά του ατοµικισµού, συνέβαλε το µερτικό της στη σηµερινή χρεοκοπία του συνόλου και στα δεινά των ατόµων που αυτή συνεπάγεται

ΤΟΥ ∆ΑΜΙΑΝΟΥ ΠΑΠΑ∆ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ, από τα ΝΕΑ. 

24 Μαρ 2011

Αριστεροσύνη της υποκρισίας

Πραγματικά είναι να απορεί κανείς μέχρι που μπορεί να φθάσουν τα όρια της υποκρισίας ορισμένων στη χώρα μας, οι οποίοι στο όνομα μιας δήθεν ψευτο-αριστεροσύνης είναι ικανοί να βαφτίζουν το άσπρο μαύρο ή, ακόμα χειρότερα, να παίζουν με τη λογική όλων των υπολοίπων. Γιατί όταν κάποιοι φθάνουν στο σημείο να υπερασπιστούν εμμέσως πλην σαφώς- αν όχι ανοιχτά- έναν αιμοσταγή ηγέτη, όπως έχει μετεξελιχθεί σήμερα ο Καντάφι, προκειμένου για ακόμα μία φορά να αποδείξουν τις αντιιμπεριαλιστικές καταβολές τους ή να διαφημίσουν τον παλιομοδίτικο αντιαμερικανισμό που τους κατατρύχει, ως απόρροια αξεπέραστων εμμονών του παρελθόντος, τότε το μόνο που πετυχαίνουν είναι είτε να αυτοακυρώνονται είτε να ακυρώνουν τις έννοιες της δημοκρατίας και του ανθρωπισμού, τις οποίες δυστυχώς φαίνεται να αντιλαμβάνονται και να επικαλούνται αλά κάρτ.

Δεν διαφωνεί κανείς ότι οι δυτικές δυνάμεις- συμπεριλαμβανομένης φυσικά της Αμερικής ιδιαίτερα επί προεδρίας Μπους- εξέθρεψαν, ανέχτηκαν και συντήρησαν επί δεκαετίες τα δικτατορικά καθεστώτα τύπου Καντάφι στη Μέση Ανατολή. Και τότε, όταν συμμαχούσαν με τα καθεστώτα αυτά αλλά και σήμερα που εμφανίζονται να θέλουν να τα ανατρέψουν, εξυπηρετούσαν και εξυπηρετούν δικά τους γεωστρατηγικά συμφέροντα. Σε αυτήν την παραδοχή δε νομίζω ότι υπάρχει κανείς που να εκφράζει την παραμικρή διαφωνία. Προσωπικά, όμως, εξοργίζομαι με εκείνους που υποκριτικά σήμερα έρχονται να μας πουν ότι η συμμαχία των δυτικών δυνάμεων βιάζει- όπως ισχυρίζονται- το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των Λιβυκού λαού, ξεχνώντας συνειδητά ότι το δικαίωμα αυτό τους το έχει αφαιρέσει προ πολλού ο Καντάφι, τον οποίον παρεμπιπτόντως οι ίδιοι δήθεν "αντι-ιμπεριαλιστές" είχαν όλες τις προηγούμενες βδομάδες στο απυρόβλητο, όσο διάστημα δηλαδή ο ίδιος σφάγιαζε καθημερινά όσους είχαν ταχθεί εναντίον του και υπέρ των αντικαθεστωτικών.
Δεν εξετάζω αν η εξέγερση στη Λιβύη προήλθε από την ευρεία μάζα των πολιτών ή από μία χούφτα πρώην βολεμένων του καθεστώτος που αποφάσισαν να ανατρέψουν τον Λίβυο ηγέτη για να πάρουν αυτοί την εξουσία. Στέκομαι όμως στο γεγονός ότι τα μέσα που χρησιμοποίησε ο Λίβυος ηγέτης για να τους ανατρέψει, "καθαρίζοντας" ανενόχλητος όποιον δήλωνε αντιφρονών, δεν στάθηκαν αρκετά ως πειστήρια εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας για να ανοίξουν ούτε μύτη από τους κατά τ' άλλα - αριστερούς και μη- "ανθρωπιστές" στην Ελλάδα οι οποίοι βρήκαν δάκρυα να χύσουν μόνο όταν οι δυτικές δυνάμεις αποφάσισαν να βάλουν τέλος σε αυτήν την ιστορία. Κατά τη δική τους λογική τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας διαπράττονται μόνο από τους κακούς δυτικούς, τους ιμπεριαλιστές Αμερικανούς, το αιμοβόρο ΝΑΤΟ και μέχρις εκεί. Που ήταν οι κινητοποιήσεις που όφειλαν να είχαν κάνει όλο το προηγούμενο διάστημα όλοι αυτοί οι σύγχρονοι πολέμιοι της Νέας Τάξης πραγμάτων (sic) εναντίον της σφαγής στη Λιβύη από τον Καντάφι; Που ήταν οι αναλύσεις επί αναλύσεων που γράφουν οι ίδιοι σήμερα για να μας πείσουν ότι μέχρι και τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ είναι κουρελόχαρτα μπροστά στο δίκιο του Καντάφι, ειδικά από τη στιγμή που υποστηρίζεται από τον πατέρα του εγχώριου αντιιμπεριαλισμού, Ούγκο Τσάβες. Αν λέξεις "Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ", "Αμερική", "ΝΑΤΟ" είναι αυτές που καθορίζουν γι' αυτούς το πλαίσιο μέσα στο οποίο αποφασίζουν κάθε φορά να εκδηλώσουν όψιμα τις δημοκρατικές ευαισθησίες τους διαχωρίζοντας τις σφαγές αμάχων με κριτήριο του ποιός τις διαπράττει, είναι δικαίωμά τους. Είναι όμως και δικό μας δικαίωμα να μην αναγνωρίζουμε ως αριστερό καθένα που απλά φοράει μία ετικέτα του αντι-ιμπεριαλιστή, αντι- Αμερικανού ή οποιαδήποτε άλλη ταμπέλα κόβοντας και ράβοντας την έννοια του ανθρωπισμού και της δημοκρατίας στα μέτρα των δικών του εμμονικών μύθων.

του Θάνου Δημάδη, από το protagon.gr

21 Μαρ 2011

Σχολειά για τα παιδιά μας ή σχολειά για τα χωριά μας;

Το μεγαλύτερο έλλειμμα της χώρας δεν είναι το δημοσιονομικό. Είναι το έλλειμμα της κοινής λογικής. Αυτό που κάνει το αυτονόητο να μοιάζει με επανάσταση και μέτρα όπως η συνένωση των σχολικών μονάδων να φαίνεται ριζοσπαστική.

Ο σχολικός χάρτης της χώρας μέχρι σήμερα μοιάζει πολύ με το υπόλοιπο ελληνικό Δημόσιο. Λίθοι, πλίνθοι, κέραμοι, ατάκτως ερριμμένα. Ένα σχολείο εδώ, ένα γυμνάσιο παραπέρα, πέντε μαθητές στη μια τάξη και επτά στην άλλη, μισό σχολείο στο ένα χωριό, μισό στο άλλο, δύο λυκειακές τάξεις στο ένα ξεπεσμένο κεφαλοχώρι και μία στο άλλο, από όπου τυχαίνει να έλκει την καταγωγή του σημαντικός κομματικός παράγοντας του τόπου. Αυτή η αυθόρμητη ανοργανωσιά δεν έχει μόνο δυσβάστακτο οικονομικό κόστος. Έχει και βαριές παιδαγωγικές συνέπειες. Σε άλλες χώρες η συνένωση ,αλλά και ο διαχωρισμός των σχολείων θα γινόταν κάθε χρόνο και αυτόματα. Μόλις ο πληθυσμός μιας σχολικής μονάδας έπεφτε κάτω από το κρίσιμο παιδαγωγικό όριο και δεν υπήρχαν ελπίδες επανάκαμψης, ο σύλλογος γονέων και κηδεμόνων, πρώτος – πρώτος θα έψαχνε λύσεις για την καλύτερη εκπαίδευση των παιδιών. Θα απευθυνόταν στις αρμόδιες υπηρεσίες, απαιτώντας τη συγχώνευση του σχολείου τους με κάποιο άλλο, θα ζητούσε υπηρεσίες μεταφοράς των μαθητών κ.λ.π., έτσι ώστε να μεγιστοποιηθεί το παιδαγωγικό αποτέλεσμα. Φυσικά, ισχύει και το αντίστροφο – όταν, δηλαδή, κάποια σχολεία γιγαντώνονται, οι ίδιοι οι γονείς θα πρέπει να ζητούν το διαχωρισμό των σχολείων.
Στην Ελλάδα οι συνενώσεις των σχολείων απαιτούν γενναίες πολιτικές αποφάσεις. Αρκετοί γονείς από χωριά ή και αστικά κέντρα – οι οποίοι μπορεί να οδηγούν καθημερινά πολλά χιλιόμετρα για να πάνε τα παιδιά τους στο φροντιστήριο, στα αγγλικά, στο πιάνο ή σε παιδικά πάρτι – αρνούνται να δεχθούν ότι ένα σχολείο με ελάχιστα παιδιά είναι αδύνατον να συντηρηθεί και να κάνει καλή δουλειά. Έτσι αντιστέκονται δυναμικά στη συνένωση γυμνασίων με ελάχιστους μαθητές (2 στην Α΄ Γυμνασίου, 0 στη Β΄ και 5 στη Γ΄ Γυμνασίου σε χωριό των Ιωαννίνων), αλλά δεν διεκδικούν καλύτερες συνθήκες εκπαίδευσης για τα παιδιά τους.
Δίπλα τους χύνουν κροκοδείλια δάκρυα οι βουλιμικοί για αρμοδιότητες δήμαρχοι και οι πολυποίκιλοι και πολυεπίπεδοι αυτοδιοικητικοί άρχοντες οι οποίοι με την έως τώρα στάση τους έχουν διαμορφώσει μια εκρηκτική κατάσταση στο χώρο της εκπαίδευσης, αφού από τη μια παρακρατούν και διοχετεύουν σε αλλότριες δράσεις τα χρήματα που έρχονται από την κεντρική κυβέρνηση για λειτουργικές δαπάνες των σχολείων και από την άλλη, χάριν της ψηφοθηρικής τους αντίληψης τόσα χρόνια διαμόρφωσαν μια τριτοκοσμική κατάσταση στην υπόθεση μεταφοράς των μαθητών, όπου  μικρά παιδιά, δημοτικού, νηπιαγωγείου, μεταφέρονται με ακατάλληλα αυτοκίνητα, με μεθυσμένους οδηγούς, με πλασματικές χιλιομετρικές αποστάσεις , με παράλληλες μετακινήσεις προς την ίδια κατεύθυνση, με αποτέλεσμα το μεταφορικό κόστος να είναι δυσβάστακτο για τον Έλληνα πολίτη (820.000 ευρώ ετησίως, μόνο για την Α/θμια Εκπαίδευση Θεσπρωτίας, η οποία αριθμεί μόλις 2500 μαθητές).
Δάσκαλοι και καθηγητές που φοβούνται ότι, δια των συνενώσεων, θα χάσουν το βόλεμά τους, ωρύονται δήθεν για την καταστροφή που θα υποστεί η παρεχόμενη εκπαίδευση των μαθητών τους, λόγω των συνενώσεων των σχολικών μονάδων, ξεχνώντας ότι αυτή η εκπαίδευση την οποία με τόσο πάθος υποστηρίζουν κατατάσσεται στις τελευταίες θέσεις, με βάση την αξιολόγηση του ΟΟΣΑ (πρόγραμμα PISA).
Οι αντιδράσεις στις επιχειρούμενες αλλαγές του σχολικού χάρτη της χώρας είναι φυσιολογικές, αλλά διόλου λογικές. Οι κάτοικοι των χωριών έχουν εθιστεί στη ρητορεία του πολιτικαντισμού και θέλουν μικρότερες κι εγγύτερες σ’ αυτούς, σχολικές μονάδες, αντί να απαιτούν καλύτερα σχολεία. Το χειρότερο όμως όλων είναι ότι αυτός ο συρφετός αυτοδιοικητικών πολιτικάντηδων και συντεχνιακών εκπαιδευτικών τα παιδιά τους δεν τα στέλνουν σε αυτά τα σχολεία, για τα οποία κόπτονται για την παιδαγωγική τους αξία , αλλά τα στέλνουν στα πολυθέσια σχολεία των κοντινών πόλεων. Όμως, σήμερα συμβαίνει, ανυποψίαστοι γονείς, βολεμένοι εκπαιδευτικοί και αυτοδιοικητικοί πολιτικάντηδες να παιδαγωγούν τη νέα γενιά στην ανομία. Στέλνουν τα παιδιά τους στις καταλήψεις, ωθούν τα παιδιά τους σε απεργίες πείνας, για να μειωθεί περισσότερο το κουτσουρεμένο πανταχόθεν σχολικό έτος. Το ερώτημα, όμως το οποίο τίθεται είναι, τι ζητούμε σήμερα: «σχολειά για τα παιδιά μας ή σχολειά για τα χωριά μας;»

Ελπήνωρ

17 Μαρ 2011

"Κακό σχολειό τα λίγα παιδιά"

Για τα σχολεία ισχύει ό,τι και για τα χωριά. Είναι κακό σχολειό τα λίγα παιδιά. Δεν τα βοηθά να βρουν το μέτρο τους, να αποκτήσουν εξωστρέφεια και κοινωνικοποίηση, να ξεφύγουν από την κεντρομόλο δυναμική της μικρής ομάδας. Αυτό είναι το τελευταίο που φαίνεται να απασχολεί τους εκπαιδευτικούς οι οποίοι προβάλλουν στους μαθητές τις δικές τους ανάγκες και επαγγελματικούς φόβους, επενδυμένους μάλιστα με επιστημονικοφανείς, δήθεν παιδαγωγικές έγνοιες. Ξοδεύονται σε περιπτωσιολογία μεγάλων αποστάσεων και φανταστικών κινδύνων που απειλούν τα παιδιά στις μετακινήσεις τους και συναγωνίζονται τους γονείς τους σε υπερπροστατευτικότητα-εκ του πονηρού πάντως αυτοί.

Θα ήσαν πολύ πιο πειστικοί αν οι ίδιοι πρότειναν ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα συγχωνεύσεων με βάση την γνώση και την εμπειρία τους από τις περιοχές και τα σχολεία και τότε θα συνέβαλλαν όντως στην αποτροπή ακραίων επιλογών του Υπουργείου που το πιθανότερο υπάρχουν. Όμως αυτοί απλώς θέλουν την ακινησία. Δηλαδή την διαιώνιση της σημερινής σπάταλης και αντιπαιδαγωγικής πραγματικότητας στην οποία έχουν προσαρμόσει τη δική τους ζωή.
Επειδή γνωρίζω ότι οι επιστημονικές αυθεντίες θα μου αμφισβητήσουν το δικαίωμα να έχω άποψη, δίνω το βήμα σε έναν από τους σημαντικότερους Έλληνες παιδαγωγούς, δάσκαλο χιλιάδων δασκάλων και συγγραφέα πολλών από τα συγγράμματά τους, που φέτος κλείνει τα 90 του χρόνια.

Οι συγχωνεύσεις των σχολείων
του Νικόλαου Πετρουλάκη,
Το θέμα της συγχώνευσης των σχολείων πρέπει να αντιμετωπισθεί σύμφωνα με το πνεύμα της νέας αγωγής, κατά το οποίο πρωτεύουσα σημασία στο σημερινό σχολείο έχει η παιδαγωγική αλληλεπίδραση των μαθητών μέσα στην τάξη. Ο δάσκαλος, στο σύγχρονο σχολείο, πρέπει να εκμεταλλευθεί τη «δυναμική», με όρους της φυσικής, που αναπτύσσεται στα μέλη της ομάδας. Στην ομάδα που λειτουργεί δημοκρατικά ο δάσκαλος αποτελεί μέλος της ομάδας και επεμβαίνει μόνο όταν χρειάζεται να δίνει κατευθύνσεις.
Ο δάσκαλος θα προσπαθήσει να αναπτυχθούν σωστές σχέσεις ανάμεσα στα μέλη της ομάδας, ώστε να παραχθεί έργο, να ερευνηθεί δηλαδή κάποιο θέμα, ώστε να ανακαλυφθεί η γνώση. Με τη βοήθεια της κριτικής σκέψης όλοι μαζί, δάσκαλος και μαθητές, θα προχωρήσουν πέρα από την ανακάλυψη της γνώσης και στη δημιουργία γνώσης. Οι επιστήμονες στα εργαστήριά τους παράγουν γνώση. Μη ξεχνούμε πως ο μαθητής στο σχολείο του πρέπει να εργάζεται όπως ο επιστήμονας στο εργαστήριό του. Οι ερευνητές γεννιούνται στη σχολική τάξη.
Από τα παραπάνω φαίνεται πόση μεγάλη σημασία έχει η αλληλεπίδραση μαθητών- δασκάλου μέσα στη σχολική τάξη. Ο δάσκαλος δεν είναι πια ο φωτοδότης που μιλεί και καλεί τους μαθητές να αποστηθίσουν εκείνα τα οποία αυτός λέγει, ή εκείνα που είναι γραμμένα στο βιβλίο. Ο δάσκαλος είναι εμψυχωτής και βοηθά μια τάξη, που δουλεύει σαν κυψέλη να παράγει έργο. Η αλληλεπίδραση αυτή είναι φυσικό να αναπτυχθεί σε μια ομάδα με τον κατάλληλο αριθμό παιδιών. Ασφαλώς μια τάξη 5-10 παιδιών θα έχει πιο πτωχά αποτελέσματα από μια τάξη 10- 20 παιδιών. Επομένως είναι θετικό βήμα η συγχώνευση 2-3 τάξεων σχολείων με τάξεις 2-5 παιδιών, για να σχηματισθεί μια τάξη 20 ή και 25 παιδιών. Στην τάξη αυτή και ο δάσκαλος θα έχει πιο πολύ έδαφος για εποικοδομητική εργασία και οι μαθητές θα έχουν ένα ευρύτερο κύκλο συνεργασίας, ανακάλυψης και δημιουργίας, παιγνιδιού και εκπολιτιστικών δραστηριοτήτων.
Τα μειονεκτήματα της συγχώνευσης είναι περισσότερο πρακτικά. Η δυσκολία μετακίνησης των παιδιών από το χωριό τους σε άλλο χωριό ή από τη συνοικία τους σε άλλη συνοικία και τα συνδεόμενα με τις μετακινήσεις αυτές προβλήματα στην οικογένεια, αλλά και η αποστέρηση του χωριού από το σχολείο του και τους δασκάλους του. Εδώ οι λόγοι είναι περισσότερο ψυχολογικοί αλλά και δικαιολογημένοι.

*Ο Δρ.Φ Νικόλαος Πετρουλάκης υπήρξε επί πολλά χρόνια Διευθυντής Παιδαγωγικών Ακαδημιών και μέλος του Ανώτατου Εκπαιδευτικού Συμβουλίου
Από το protagon.gr

14 Μαρ 2011

Έφυγε ο Μανώλης Ρασούλης!




Ο "αιρετικός" και "εκκεντρικός" Μανώλης Ρασούλης έφυγε από τη ζωή μόνος, όπως ακριβώς επέλεξε να ζήσει, μακριά από το λεγόμενο "μουσικό καθεστώς" και  τις δισκογραφικές εταιρείες, εκφράζοντας ελεύθερα τις απόψεις του.
Ο Μανώλης Ρασούλης γεννήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 1945 στο Ηράκλειο της Κρήτης .Γιός ενός χρυσοχόου, στα παιδικά του χρόνια έψαλε στον Πολιούχο 'Αγιο Μηνά. Σπούδασε κινηματογράφο στην Αθήνα και ξεκίνησε την καλλιτεχνική του πορεία τραγουδώντας ερασιτεχνικά στην Πλάκα, ενώ παράλληλα δούλευε στην εφημερίδα της αριστεράς "Δημοκρατική Αλλαγή".
Στην διάρκεια της δικτατορίας φεύγει για το Λονδίνο, όπου και θα παραμείνει 6 χρόνια. Οργανώνεται στο Τροτσκιστικό κίνημα όπου και γνωρίζεται με την Βανέσα Ρεντγκρεϊβ με την οποία δυο φορές συνεργάστηκε σε πολιτικές παραστάσεις. Στο Λονδίνο έγινε και συνεκδότης της εφημερίδας Σοσιαλιστική Αλλαγή. Τον Μαϊο του ‘68 πήρε μέρος στην εξέγερση των φοιτητών στο Παρίσι.
Λίγο μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου έρχεται στην Ελλάδα και η μεταπολίτευση θα τον βρει εργαζόμενο στα ναυπηγεία του Ανδρεάδη. Τότε είναι που τον καλεί και ο Μάνος Λοϊζος και τραγουδούν μαζί τα "Νέγρικα" με την Μαρία Φαραντούρη.
Η συνεργασία του με το Νίκο Ξυδάκη στα "Δήθεν" είναι που θα τον καθιερώσει ως έναν από τους σημαντικότερους Έλληνες μουσικούς της γενιάς του, με επιτυχίες όπως "Αχ Ελλάδα", "Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια", " Πότε Βούδας, πότε Κούδας", " Το κοτλέ παντελονάκι", " Τίποτα δεν πάει χαμένο".
Τα τραγούδια του έγιναν γνωστά σε Ισραήλ, Τουρκία, Σερβία μέχρι και την μακρινή Ιαπωνία

Ελπήνωρ

13 Μαρ 2011

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΚΑΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ


του δάσκαλου, Ευθύμη Δημόπουλου από το Blog, Μη μαδάς τη μαργαρίτα

Η γενέθλια πράξη για την αναδιοργάνωση της ελληνικής κοινωνίας, την ανασυγκρότηση του πολιτικοοικονομικού συστήματος και την αναζήτηση μιας νέας συλλογικής αυτογνωσίας είναι η κρίση και η υπογραφή του Μνημονίου. Πριν από αυτή την εξέλιξη ένα βαρύ παραπέτασμα πολιτικής απάτης, ευωχίας και συνήθειας κάλυπτε τα πάντα.
Ο κίνδυνος χρεωκοπίας δεν απασχολούσε το δημόσιο λόγο και την κοινή γνώμη. Οι οιωνοσκόποι της πολιτικής ελίτ, της δημοσιογραφίας και της κρατικής γραφειοκρατίας δεν προμήνυαν τα όσα ακολούθησαν. Οι λιγοστές φωνές που έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου ενοχλούσαν. «Αφού δεν είχαν νέα ευχάριστα να μας πουν καλύτερα να μη μας πουν κανένα». Ο λόγος των κομμάτων εξουσίας περιστρέφονταν γύρω από τη συνήθη δικομματική αντιπαλότητα, η κυβερνητική δράση υπαγορεύονταν από τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων. Η αριστερά συνέχιζε το αγαπημένο της πολιτικό σπορ: γενικόλογη καταγγελία των κυβερνήσεων, του καπιταλισμού και του νεοφιλελευθερισμού. Η κριτική της για την παθολογία του μεταπολιτευτικού καθεστώτος εξαντλούνταν στην ανατροπή του δικομματισμού ή παρέπεμπε στο σοσιαλιστικό μέλλον. Ο συνδικαλισμός ασκούνταν στην πρωϊνή «αγωνιστική» γυμναστική, φροντίζοντας το μικροσυμφέρον της συντεχνίας και το βράδυ μοίραζε τις θέσεις του οριζόντιου κομματικού κράτους. Η οικονομία κυλούσε στις ράγες της μεταπολίτευσης: φθηνός εξωτερικός δανεισμός, διαπλοκή μεγαλοεργολαβίας και κράτους, χαμηλή ανταγωνιστικότητα, εκτίναξη των εισαγωγών, μαζική φοροδιαφυγή. Κράτος και προϋπολογισμοί φούσκωναν σαν μπαλόνια από ρουσφέτια, σκάνδαλα, μίζες και ελλείμματα. Το Ασφαλιστικό βούλιαζε, το περιβάλλον λεηλατούνταν. Η υποβάθμιση της καθημερινής ζωής στην πόλη και το μεταναστευτικό βρίσκονταν στα όριά τους αλλά οι λύσεις αναβάλλονταν. Τα greek statistics συντηρούσαν το παραμύθι της ανάπτυξης και της εξαπάτησης, η κοινωνία χρεωνόταν για να αλλάξει συνθήκες ζωής ή status. Η δημοσιοϋπαλληλία, βαθιά αλλοτριωμένη, διευθετούσε ράθυμα τα καθιερωμένα ενώ οι μηχανισμοί ελέγχου «λάδωναν» τις μηχανές τους. Το σύστημα αυτορυθμιζόταν αλλά αρνούνταν λυσσασμένα τις μεταρρυθμίσεις. Οι κυβερνήσεις εκλέγονταν τάζοντας, η τελευταία με το σύνθημα «Λεφτά υπάρχουν».
Και ξαφνικά το σκηνικό καταρρέει. Η χώρα φτάνει στο κατώφλι της χρεωκοπίας και εκπέμπει ΣΟΣ. Η Ε.Ε., βρισκόμενη και η ίδια στη δίνη μιας κρίσης απροσδιορίστων διαστάσεων, ενεργοποιεί το μηχανισμό στήριξης. Υπογράφεται Μνημόνιο ανάμεσα στην Ευρωζώνη, το ΔΝΤ και το ελληνικό κράτος. Η χορήγηση των δόσεων προϋποθέτει σαφείς και μετρήσιμες αλλαγές και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Η εξέλιξη αυτή, με όλες τις οδυνηρές επιπτώσεις της στο εισόδημα μικροσυνταξιούχων και μισθωτών, έχει ριζοσπαστική επίδραση στην ελληνική πολιτική και οικονομική πραγματικότητα.
Η υπογραφή του Μνημονίου και η λειτουργία των ελεγκτικών μηχανισμών του «στριμώχνουν» τον παραδοσιακό πολιτικαντισμό και τα πελατειακά του παράγωγα, περιορίζουν τις δυνατότητες ελιγμών τους.
Ωστόσο, ακόμη και τώρα, την ύστατη ώρα, οι δυνάμεις της χρεωκοπίας φατριάζουν, αποποιούνται των κολοσσιαίων ευθυνών τους, καμώνονται τους υπερασπιστές των «λαϊκών δικαίων», παραπλανούν την κοινή γνώμη, επιχειρούν να συρρικνώσουν τα ελλείμματα μέσα από οριζόντιες περικοπές μισθών και συντάξεων, αρκεί να μη θίξουν τα ισχυρά επαγγελματικά λόμπι.
Το υπάρχον πολιτικό προσωπικό διαστέλλει διαρκώς τον πολιτικό χρόνο, επιδιώκοντας απανωτές παρατάσεις και ελίσσεται ώσπου να ευνουχίσει τη μεταρρύθμιση, μετατρέποντάς την σε μια ακόμη «φούσκα». Πανομοιότυπη τακτική ακολούθησε και σε προηγούμενες φάσεις, όταν δυνάμεις του πολιτικού ορθολογισμού, του αστικού εκσυγχρονισμού και της μεταρρύθμισης στη χώρα μας είτε διαβρώθηκαν είτε ηττήθηκαν κατά κράτος από πανίσχυρα κατεστημένα συμφέροντα.
Χωρίς τους πιεστικούς και λεπτομερείς ελέγχους των μηχανισμών επιτήρησης είναι απίθανο το ελληνικό πολιτικό σύστημα να επιχειρούσε ακόμη και τις ελάχιστες διαρθρωτικές αλλαγές. Χωρίς την παρουσία της «τρόικας» δε θα εξασφαλίζονταν οι στοιχειώδεις εγγυήσεις μεταρρύθμισης.
Στο πλαίσιο εφαρμογής του Μνημονίου έχουμε τη δυνατότητα, αξιοποιώντας τη δυτικοευρωπαϊκή παρέμβαση - για μια ακόμη φορά στη νεότερη ελληνική ιστορία - και αφυπνίζοντας εθνικές κοινωνικές δυνάμεις να εξυγιάνουμε το πολιτικό σύστημα, να αλλάξουμε τους χρόνους του και τα περιεχόμενα δράσης του. Άλλωστε ειδικά σήμερα, σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον αυξανόμενων αλληλεξαρτήσεων, η διέξοδος στις κρίσεις δεν μπορεί να είναι αποκλειστικά εθνική αλλά έχει την ανάγκη συνδρομής και εποπτείας υπερεθνικών πολιτικών και οικονομικών υποκειμένων. Δεν είναι τυχαίο πως και η ίδια η συζήτηση για την ευρωπαϊκή ενοποίηση απόκτησε νέο περιεχόμενο μετά την εκδήλωση της κρίσης και την ενεργοποίηση του μηχανισμού στήριξης.
Καθοριστική είναι η συμβολή του Μνημονίου και στην αξιοποίηση δυνατοτήτων της ελληνικής οικονομίας που βρίσκονται υπό δίωξη ή εν υπνώσει. Το κρίσιμο ζητούμενο σήμερα είναι οι επιχειρήσεις μας να παράγουν ανταγωνιστικά προϊόντα, να παρέχουν ποιοτικές υπηρεσίες, να προσελκύσουμε επενδυτές, να καινοτομήσουμε, να τεχνοοργανωθούμε, να εκσυγχρονιστούμε εκπαιδευτικά και να παράγουμε πλούτο, για να μπορούμε στη συνέχεια να τον αναδιανείμουμε.
Οι στόχοι αυτοί προϋποθέτουν τη συρρίκνωση του πελατειακού κράτους και του γραφειοκρατικού παρασιτισμού, το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, την αναδιοργάνωση του άδικου και χαοτικού φορολογικού συστήματος, την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, τη συγχώνευση επιχειρήσεων και τραπεζών, την ακύρωση των ολιγοπωλιακών πρακτικών και πάνω απ’ όλα την αναζήτηση συναινέσεων για τη συνυπογραφή νέων κοινωνικών και εργασιακών συμβολαίων ανάμεσα στον κόσμο του κεφαλαίου και της εργασίας, ανάμεσα στην αγορά και τους ελεύθερους επαγγελματίες.
Ουσιαστικά χρειαζόμαστε μια ισχυρή δόση καπιταλιστικού ορθολογισμού για την αναδιοργάνωση της επιχειρηματικότητας και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Βέβαια η έξαλλη αριστερά και οι επιβιώσεις του αριστερού λαϊκισμού σοκάρονται μπροστά σε αυτό το ενδεχόμενο, αλλά οι αντιδράσεις τους ουδόλως απασχολούν τους επιχειρηματίες και μισθωτούς στον ιδιωτικό τομέα ή τους ανέργους. Άλλωστε, γιατί η διέξοδος από την κρίση πρέπει να είναι αποκλειστικά «αριστερή» και η πολυσυζητημένη ανάπτυξη θα πρέπει να γίνει μόνο με τα λεφτά του κράτους;
Πουθενά στον κόσμο δεν παράγεται πλούτος έξω από το πλαίσιο καπιταλιστικών κανόνων ούτε με εξουδετέρωση της κουλτούρας του επιχειρείν. Γιατί εδώ πρέπει να συμβεί κάτι διαφορετικό; Το μεγαλύτερο μέρος της εγχώριας αριστερής συνείδησης δεν αποδέχεται ακόμα πως ο δυτικός καπιταλιστικός κόσμος, στον οποίο θέλουμε να ανήκουμε, δεν είναι μόνο η στερεοτυπική εικόνα της ζούγκλας που προβάλλουν τα κακέκτυπα του μαρξιστικού κοσμοειδώλου αλλά και ένας κόσμος κανόνων, συμφωνιών, θέσεων εργασίας, καινοτομίας, εφευρετικότητας, έρευνας, επιστημονικών εφαρμογών και επαγγελματισμού. Και ενώ αυτόν τον κόσμο το μεταπολιτευτικό σύστημα τον επικαλούνταν ρητορικά ως στρατηγικό στόχο την ίδια στιγμή τον κατέπνιγε μέσα σε ένα περιβάλλον επιδοτούμενης αδράνειας και παρασιτισμού.
Υπό προϋποθέσεις το Μνημόνιο μπορεί να αποτελέσει έναν από τους καταστατικούς όρους της μεταρρυθμιστικής ανασυγκρότησης στη χώρα μας. Είναι λοιπόν καταστροφολογική και βαθιά λαϊκιστική η ρητορική που εκλαμβάνει την υπογραφή του Μνημονίου ως πράξη απώλειας της εθνικής κυριαρχίας και υποθήκευσης της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας.

12 Μαρ 2011

Γιατί ανεβαίνει ο ΛΑΟΣ

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως ένα κόμμα που κερδίζει σε δημοτικότητα και απήχηση είναι ο ΛΑΟΣ. Μπορεί να απωθεί πολλούς η ιδέα αισθητικά, ιδεολογικά, αξιακά ή δεν ξέρω πώς αλλιώς, αλλά είναι σαφές ότι υπάρχει ένα «φαινόμενο ΛΑΟΣ». Εχει λοιπόν ενδιαφέρον να δει κανείς τι κάνει σωστά ο κ. Γιώργος Καρατζαφέρης. Κατ’ αρχάς ψήφισε το Μνημόνιο αγνοώντας τον μεγάλο κίνδυνο να χάσει ένα σημαντικό κομμάτι από την πελατεία του, μεγάλο τμήμα της οποίας έχει βιώσει στο πετσί της τις συνέπειες της δημοσιονομικής προσαρμογής. Δεν λογάριασε το ρίσκο της απώλειας ψήφων, αλλά πόνταρε στο ότι θα κερδίσει περισσότερες από μια υπεύθυνη στάση.

Ο κ. Καρατζαφέρης έχει επενδύσει επίσης στη συναίνεση. Είναι ο πρώτος που μίλησε για την ανάγκη μιας οικουμενικής κυβέρνησης και ο οποίος επαναλαμβάνει μονότονα ότι το πράγμα «δεν βγαίνει έτσι όπως πάει». Η συναίνεση είναι προφανές πως δεν του έκανε κακό...
Υπάρχει όμως και ένα ακόμη στοιχείο, αυτό του κοινού νου ο οποίος δεν περισσεύει στη χώρα μας. Οταν όλοι έβγαιναν στις τηλεοράσεις και θρηνούσαν για τα 50 δισ. ευρώ της δημόσιας περιουσίας, ο κ. Καρατζαφέρης βγήκε και μίλησε απλά και χωρίς πολλά πολλά: «Οταν βρίσκεσαι σε πόλεμο, τι κάνεις; Δεν πουλάς και τα ασημικά σου για να αγοράσεις όπλα και να τα βγάλεις πέρα; Ε, λοιπόν, πόλεμο έχουμε και τώρα». Απλές κουβέντες που δεν μπλέκονται σε περισπούδαστες αναλύσεις και βγάζουν νόημα.
Ο αρχηγός του ΛΑΟΣ έπιασε όμως και τον σφυγμό της κοινής γνώμης σε ένα κρίσιμο θέμα, αυτό του «νόμου και της τάξης». Η αριστερόστροφη πολιτική ορθότης που μας επεβλήθη για πολλά χρόνια δεν επέτρεπε να τεθούν τέτοια ζητήματα. Ο κ. Καρατζαφέρης τα έθεσε πολύ πριν τα ανακαλύψει το ΠΑΣΟΚ ή, βεβαίως, και η Νέα Δημοκρατία. Αν σε αυτά προσθέσετε και μερικές αξιοπρεπείς παρουσίες από πλευράς πολιτικού λόγου στη Βουλή και το Ευρωκοινοβούλιο έχετε τα συστατικά μιας επιτυχημένης πολιτικής συνταγής. Να τα ξαναθυμηθούμε; Συναίνεση, υπεύθυνη στάση όταν κρίνονται καίρια θέματα, κοινός νους και όχι ξύλινος κομματικός λόγος και νέα επαρκή πρόσωπα. Μήπως είναι αυτά τα συστατικά που περιμένει κάποιος από ένα αστικό κόμμα αντιπολίτευσης και τα οποία προφανώς δεν έχει η Νέα Δημοκρατία;

Του Αλέξη Παπαχελά, από την Καθημερινή.

10 Μαρ 2011

Η Ελλάδα των ιππέων

Βλέποντας τον οσκαρικό «Λόγο του Βασιλιά», όπου αντιλαμβάνεσαι πόσο οι Άγγλοι είναι λαός προσδεδεμένος στην παράδοση και κυρίως στο θεσμό της Βασιλείας, αναγκαστικά έκανα σκέψεις για την Ελλάδα και τις ιδέες της. Ήταν ποτέ δυνατόν να γίνει ελληνικό φιλμ με θέμα Βασιλιά; Θα τον παίρναμε όλοι με τις πέτρες, ως γελοίο συντηρητικό. Θα μου πείτε βεβαίως, πως οι δικοί μας Γλύκσμπουργκ δεν ήταν ελληνικής καταγωγής. Μα και οι άγγλοι μονάρχες τι νομίζετε ότι είναι; Γερμανοί είναι.

Μετά σκέφτηκα τον Κλιντ Ίστγουντ και τις προπέρσινες «Σημαίες των προγόνων» του. Είναι ποτέ δυνατόν να γίνει σινεμά στην Ελλάδα με τις σημαίες μας να κυματίζουν στην Κορέα; Ή στην Κύπρο έστω; Όχι βέβαια. Δεν είμαστε χουντικοί. Θα τον είχαμε κάνει τον σκηνοθέτη αυτόν κιμά, ως τρελό εθνικιστή.
Κάτι σοβαρό λοιπόν συμβαίνει εδώ: ή εμείς είμαστε εντελώς χωρίς αρχές, ανεύθυνοι και οσφυοκάμπτες, με ανύπαρκτο πατριωτισμό ή οι αγγλοσάξωνες είναι σκέτοι βασιλοχουντικοί φασίστες. Διαλέγουμε και παίρνουμε.
Η δεύτερη σκέψη, μετά το φιλμ, ήρθε με τις κασέτες Κούγια, οι οποίες αποκαλύπτουν συνομιλίες ποδοσφαιρικών παραγόντων για χρηματισμό διαιτητών, με εμπλεκόμενους τον Μπέο, τον Μαρινάκη και τον Δαλούκα. Λοιπόν, η ίδια υπόθεση στην Ιταλία, πρόπερσι, κατέληξε στην φυλάκιση των εμπλεκομένων και στον υποβιβασμό της Γιουβέντους. Πάλι οι ίδιες σκέψεις: η εμείς είμαστε έξυπνοι και οι ιταλοί είναι δούλοι των δικαστών ή απλώς εμείς δεν διαθέτουμε κράτος αυτόνομο, αλλά κράτος υπηρέτη των μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων.
Και αφού έκανα αυτές τις σκέψεις, με αφορμή ένα φιλμ και μια κασέτα, μετά ήρθε στο νου μου το διαφημιστικό που είδα πριν τον Λόγο του Βασιλιά: ένα νέο ελληνικό φιλμ, με τίτλο Οι ιππείς της Πύλου! Το σοκ των εικόνων του τρέιλερ, ήταν τόσο μεγάλο, απέναντι στις εικόνες του αγγλικού φιλμ, που πραγματικά βίωσα σε δευτερόλεπτα πως η Ελλάδα είναι αυτή τη στιγμή μια χώρα σε τραγική παρακμή- έτσι τουλάχιστον συνάγεται από τις εικόνες αυτού του απίθανου φιλμ: πουτάνες, γέροι που τους τρέχουν τα σάλια για γυναίκες, κλέφτες, πρεζόνια, χασικλήδες και βρώμικοι εργάτες, όλα αυτά μαζί διανθισμένα με εξυπνάδες της κακιάς ώρας, δείγμα ενός εντελώς γελοίου ελληνικού «προοδευτισμού».
Όλα αυτά είναι εντελώς αποκαρδιωτικά και το μόνο αισιόδοξο είναι πως δεν αντιπροσωπεύουν τον κορμό της ελληνικής κοινωνίας, αλλά μια εντελώς παρακμιακή μερίδα της, οι οποία συνιστά δυστυχώς και τον κορμό του καλλιτεχνικού της χώρου.
Και έτσι, με τις σκέψεις αυτές, με τους Ιππείς της Πύλου και τον Λόγο του Βασιλιά, κατάλαβα γιατί είμαστε εδώ που είμαστε: χάσαμε τον μπούσουλα. Είμαστε έρμαια, χωρίς αρχή και πίστη. Μέχρι και το '21 το κάναμε σήριαλ της πλάκας.
Tου Απόστολου Διαμαντή, από το protagon.gr

2 Μαρ 2011

Η αυτιστική Ελλάδα του σήμερα και ο λόγος της αριστεράς

Από το Blog: Πολιτική Επιθεώρηση
Τι άραγε συμβαίνει σήμερα στην ελληνική κοινωνία ;

Ακούγοντας όλους τους δημοσιολογούντες, εκπρόσωπους θεσμών και κομμάτων, δίνεται μερικές φορές η εντύπωση ότι τίποτε δεν έχει συμβεί. Η χώρα δεν έχει ουσιαστικά πτωχεύσει, το μεταπολιτευτικό σκηνικό -«Παράδειγμα»- ως τρόπος άσκησης της πολιτικής, λειτουργίας της οικονομίας και των θεσμών δεν έχει καταρρεύσει. Ακόμη και σήμερα η οποιαδήποτε κοινωνική ομάδα προσπαθεί να διατηρήσει τα «κεκτημένα» της, έστω και λιγότερα, αλλά σε κάθε περίπτωση τα όποια προνόμια από το αδειανό πουκάμισο που λέγεται ελληνική οικονομία (βλπ διάλογος για τα κλειστά επαγγέλματα, διάλογος για την παιδεία κλπ). Και το κυριότερο από όλα το πολιτικό σύστημα δείχνει να κινείται στην ίδια τροχιά.
Ένα από τα βασικότερα κατά τη γνώμη μου χαρακτηριστικά που διαμορφώθηκε στις περασμένες δεκαετίες ήταν η δημιουργία ενός «κλεπτοκρατικού», ουσιαστικά, συστήματος που απαξίωσε τον δημόσιο χώρo. Αυτό οδήγησε στον κατακερματισμό της κοινωνίας η οποία βρέθηκε σε μία συνεχή διαπραγμάτευση – συνδιαλλαγή με την εκάστοτε εξουσία, με προνόμια που μεταβιβάζονταν από την μία ομάδα στην άλλη με αποτέλεσμα το Δημόσιο ουσιαστικά να «ιδιωτικοποιηθεί» (βλπ την λειτουργία στο χώρο υγείας και παιδείας). Επιπλέον το όλο σύστημα εμποτίσθηκε από την ανομία η οποία πλέον πήρε και τον χαρακτήρα κοινωνικής αξίας.
Μια από τις συνέπειες των παραπάνω ήταν η απόλυτη αλλοίωση των λέξεων, των εννοιών και η εισαγωγή του παράλογου στο επίπεδο των ιδεών και των πρακτικών. Η λογική παρουσιάζεται ανεστραμμένη (βλπ καθημερινή έννοια των λέξεων "κοινωνικοί αγώνες", "εξέγερση", "κεκτημένα", "κράτος πρόνοιας", "δημοκρατικό δικαίωμα "κλπ). Το τραγελαφικό της υπόθεσης είναι ότι σε μια χώρα που σύμφωνα με αρκετούς δείκτες φαίνονταν πλούσια (κατά κεφαλήν εισόδημα, υψηλότερα ποσοστά ιδιοκατοίκησης στην Ευρώπη, κινητά, αυτοκίνητα πολυτελείας) να χρειάζεται ο συνταξιούχος της δύο μήνες για κάποιο ραντεβού με γιατρό στο ΙΚΑ. Για μην αναφέρω και το ανέκδοτο για την «δωρεάν παιδεία»
Είναι απορίας άξιο ποιος πραγματικά νόμιζε ότι μπορούσε να προχωρήσει μια κοινωνία, η οποία δεν κατάφερε να έχει μια θέση στο νέο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον είτε στον οικονομικό τομέα είτε στον πολιτισμικό. Αντ’ αυτού μικρά και μεγάλα φέουδα τα οποία διαχειριζόταν κρατικές επιδοτήσεις και τραπεζικές δανειοδοτήσεις.
Η δημιουργία της κοινωνίας των «κολλητών» και των «υδραυλικών» - η λέξη παραπέμπει στο μοντέλο ανάπτυξης της χώρας και στις κοινωνικές αξίες που δημιούργησε - τελείωσε άδοξα, χωρίς να αφήσει τίποτε για χρήση στις μελλοντικές γενιές.
Έτσι αντί η απάντηση να δοθεί με ένα βαθιά μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα για τον αστικό εκσυγχρονισμό (μια ακόμη βαθιά λαβωμένη λέξη) της χώρας, για το νέο παραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης, για την ανεργία των νέων, για την υποστήριξη των αδύνατων στρωμάτων (δείκτης πολιτισμού μιας κοινωνίας), η συζήτηση γίνεται και πάλι με όρους των "εντός" των τειχών, αφήνοντας και πάλι "εκτός" όλους αυτούς που τους λείπει η πολιτική εκπροσώπηση (άνεργοι, μελλοντικές γενιές).
Από την άλλη μεριά η κυβέρνηση επειδή δεν διαθέτει ένα συνολικά διαμορφωμένο πρόγραμμα, το οποίο να δημιουργεί και τις σχετικές κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες, αφήνει την μία κοινωνική ομάδα απέναντι στην άλλη (κοινωνικός αυτοματισμός) προκειμένου να στηρίξει το "ανάπηρο" πρόγραμμά της, το οποίο βέβαια επέβαλαν οι "κατοχικές" δυνάμεις του μνημονίου.
Στην σημερινή ιστορική συγκυρία η σύγχρονη αριστερά δεν μπορεί να απέχει ουσιαστικά από την συζήτηση με γενικές διακηρύξεις, μια ‘ωραία’ συζήτηση των προηγούμενων δεκαετιών. Αντίθετα είναι ανάγκη να υποστηρίξει μια συγκεκριμένη ατζέντα θεμάτων όπου ότι το κύριο χαρακτηριστικό της θα πρέπει να είναι η υπεράσπιση του δημόσιου συμφέροντος.
Η πολιτική αυτή θα φέρει την Αριστερά σε επαφή με ευρύτερα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας που τα χαρακτηρίζει η φράση "δεν πάει άλλο".
Νομίζω ότι για μια άλλη φορά οι πολίτες δεν θα ανεχθούν μία αριστερά, αντιδραστική, καχεκτική στο επίπεδο των ιδεών, κρατικίστικη και συντεχνιακή όπου ο λόγος της θα αφορά μόνο κάποιες αυτάρεσκες μειοψηφίες.