"Όσο αυξάνεται η γνώση μειώνεται το εγώ, ενώ όσο μειώνεται η γνώση αυξάνεται το εγώ!"

26 Δεκ 2014

Και μετά το σκάνδαλο τι;

Του Γιάγκου Ανδρεάδη*, από την  εφημερίδα των συντακτών


Στα όσα συνέβησαν στο Μέγαρο Μουσικής, στη βράβευση του Σάκη Ρουβά και την καταγγελία/άρνηση βράβευσης από τη Χρυσούλα Διαβάτη, κάποιοι εντόπισαν το σκάνδαλο και κάποιοι άλλοι την ευκαιρία για σκανδαλοθηρία. Στην πραγματικότητα αυτό που κυριαρχεί –ή μάλλον θα έπρεπε να κυριαρχήσει– είναι η αγωνία για το θέατρο και τον πολιτισμό μας.
Ξεκινώ διαφωνώντας με τις καταγγελίες και τις λοιδορίες που στόχευσαν τον βραβευθέντα καλλιτέχνη και την παράσταση. Κάθε ηθοποιός έχει δικαίωμα να δοκιμάζει τις δυνάμεις του στο κλασικό ρεπερτόριο και κάθε σκηνοθέτης να επιλέγει ηθοποιούς από όποιο χώρο, περιλαμβανομένης και της σόου μπιζ. Το έκανε, τηρουμένων των αναλογιών, επανειλημμένα ο Βολανάκης, όταν εμπιστεύτηκε μεταξύ άλλων τον Παράβα, τον Γκιωνάκη και τη Βουγιουκλάκη. Με δύο αστερίσκους: Οτι οι σημαντικοί αυτοί καλλιτέχνες -έστω και αν ήταν για άλλους λόγους διάσημοι- είχαν σπουδές και πορεία στο θέατρο. Και ότι τότε απουσίαζαν οι μάνατζερ και λοιποί «θεατρικοί» παράγοντες. Αν λοιπόν υπάρχει σκάνδαλο, αυτό επικεντρώνεται σε ένα και μόνον πράγμα: σε μια βράβευση που κάνει ίσως κακό και στον ίδιο που άκαιρα και πρόωρα τη δέχτηκε, αλλά πρωτίστως στο θέατρο, στις θεατρικές σπουδές και τελικά στην κοινωνία μας.
Το γεγονός συνιστά σαφώς τεκμήριο βαθιάς ποιοτικής και ηθικής κρίσης της κριτικής –ή πιο ορθά αρκετών κριτικών–, της αρχαιογνωσίας και της παιδείας στον τόπο μας και διεθνώς. Το να καταγγείλει ωστόσο απλώς κανείς πρόσωπα και μεθοδεύσεις απαιτεί παρρησία, αλλά δεν λύνει πολλά. Και αυτό διότι είναι σωστή η παλιά διατύπωση ότι τα στραβά ανθούν περισσότερο και ευκολότερα εκεί όπου λείπει η γνώση. Εξηγούμαι.
Από περισσότερες πλευρές -και από την κ. Διαβάτη εντελώς πρόσφατα- υπογραμμίστηκε κατά καιρούς ότι η Ελλάδα χρειάζεται μια Ακαδημία Αρχαίου Δράματος. Ορθά. Θα ήταν όμως καλό να προσθέσουμε ότι τη γνώση δεν την παράγουν αυτομάτως οι θεσμοί. Υπάρχουν κάποιοι που διδάχτηκαν στις πρόβες με άξιους δασκάλους και σε καφενεία της Αθήνας, όπως του Λουμίδη, του Πικαντίλυ και του Φλόκα, όσα και σε μεγάλες θεατρικές και θεωρητικές σχολές της Ευρώπης. Αυτό που μας λείπει λοιπόν είναι πρώτα η γνώση και ο σεβασμός στη γνώση, ερευνητική και δημιουργική, και παράλληλα ο θεσμός.
Μιλώ πρωτίστως για γνώση στον ενικό. Και η γνώση αφορά το μυαλό, την ψυχή και το σώμα, την επιστήμη όσο και τη δημιουργία, σε πρωτότυπες και αναγκαίες συνθέσεις. Η Ελλάδα έχει πρόβλημα με τη θεωρητική ανάγνωση του αρχαίου δράματος. Υπάρχουν λαμπεροί και πρωτότυποι διανοητές και ερευνητές, από τον Σηφάκη μέχρι τον Καστοριάδη και άλλους, αλλά ο στοχασμός και η έρευνά τους κινούνται εν πολλοίς εν κενώ διότι και εδώ εκτιμάται το κακοχωνεμένο εισαγόμενο και όχι η πρωτότυπη παραγωγή. Ακόμα μεγαλύτερο είναι το κενό στην εκπαίδευση.
Τα περισσότερα βιβλία της Μέσης Βαθμίδας για την αρχαιότητα και το δράμα είναι φτωχά σε γνώση και γεμάτα αχώνευτες και απωθητικές πληροφορίες. Πέρα όμως από αυτά υπάρχει μια κοινωνία της οποίας η πολιτική ρητορική και τα Μέσα που τη φιλοξενούν απωθούν το δύσκολο, την ευθύνη, τον τραγικό διάλογο με τον θάνατο, που όπως έξοχα έγραψε ο Εμπειρίκος πρέπει να γίνει «οίστρος της ζωής».
Μέσα στο τοπίο αυτό υπάρχει ένα φως: Είναι ο Ελληνας άνθρωπος του θεάτρου και πρωτίστως ο ηθοποιός, αλλά και ο μουσικός και ο σκηνογράφος και ο σκηνοθέτης. Είναι άνθρωποι που ζουν αυτή τη στιγμή γύρω μας, που συχνά πένονται και παρ’ όλα αυτά δημιουργούν. Ανθρωποι που φέρουν στο σώμα, στην καρδιά, στο μυαλό τη μεγάλη παράδοση της Ελληνικής Σχολής Αρχαίου Δράματος, με εκφραστές σαν τον Ροντήρη, τον Μινωτή, τον Κουν, τον Βολανάκη και τον Ευαγγελάτο. Οι άνθρωποι αυτοί ήταν και είναι –κατά τον ορισμό της UNESCO– ζώντα και δρώντα μνημεία, της παγκόσμιας άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς. Είναι οι προνομιακές γέφυρες της Ελλάδας με τις άλλες μεγάλες θεατρικές παραδόσεις, όπως η αγγλική, η ιαπωνική κ.λπ.
Οι άνθρωποι αυτοί σπούδασαν σε θεατρικές σχολές και στη Μεγάλη του Γένους Σχολή, που είναι η αλληλοδιδακτική στο θέατρο. «Σπούδασαν» στα αρχαία θέατρα, στους χώρους όπου η Ελληνική Σχολή επέβαλε ως παγκόσμιο γεγονός την επιστροφή του Αρχαίου Δράματος στον φυσικό του χώρο. Αν και η αμφισβητούμενη βράβευση περιφρόνησε την αξία και τον μόχθο των ανθρώπων αυτών, δεν νομίζω ότι πρόκειται να αναστείλει τις προσπάθειες όσων από καιρό έχουν μάθει στα δύσκολα. Μακάρι όμως η κοινωνία μας, αν θέλει να έχει παιδεία, πολιτισμό και πολιτιστική διπλωματία, να σταθεί κάποτε στο πλευρό τους.
* Πανεπιστημιακός, συγγραφέας. Διδάσκει στο Πάντειο Παραστατικές Τέχνες

23 Δεκ 2014

Το τρένο της μεγάλης αυταπάτης

Του Αντώνη Καραμπατζού, από το ΤΟ ΒΗΜΑ
Η αυτοαναφορικότητα είναι δυστυχώς μία σοβαρή, διαχρονική παθογένεια της χώρας. Ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας έχει διαχρονικά την πεποίθηση ότι είμαστε ο περιούσιος λαός, το κέντρο της γης· ότι οι υπόλοιποι λαοί είτε μας χρωστούν είτε εξυφαίνουν διαρκώς συνωμοσίες σε βάρος μας.
Στις ημέρες μας, η πεποίθηση αυτή ανάγεται κυρίως στο γεγονός ότι ο μέσος συμπολίτης μας πάσχει από ένα σοβαρό πληροφοριακό έλλειμμα, το οποίο και τον εμποδίζει από τη λήψη ορθολογικών αποφάσεων για το ατομικό και το συλλογικό του μέλλον: συχνά δεν γνωρίζει, αλλά και δεν φροντίζει να ενημερωθεί (έστω διαδικτυακά) για το τι συμβαίνει στη γειτονιά μας, την κοντινή και τη μακρινή, εντός και εκτός ΕΕ· ποια είναι τα χειρότερα ή και ποια τα καλύτερα που μπορεί να μας περιμένουν.
Βλέπω συχνά πόσο αλλαγμένοι επιστρέφουν οι φοιτητές μας –το πραγματικό άλας της ελληνικής γης– όταν ολοκληρώνουν ένα εξάμηνο Erasmus σε κάποιο ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο. Και σκέπτομαι ότι θα ήταν ευχής έργο αυτό το πρόγραμμα ανταλλαγής φοιτητών να διευρυνθεί και να καλύψει ακόμη περισσότερους φοιτητές· διότι αυξάνει την εθνική μας αυτεπίγνωση.
Όμως και πάλι ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού παραμένει στο σκοτάδι ως προς τις πραγματικές συνθήκες που επικρατούν σε άλλες χώρες. Και η αλήθεια είναι ότι η κατάσταση στον περίγυρό μας έχει δυσκολέψει αισθητά, ενώ τα περιθώρια ελιγμών είναι μικρά ακόμη και για παραδοσιακές δυνάμεις του ευρωπαϊκού χώρου, όπως η Γαλλία ή η Ιταλία. Αλλού δε η σύγκριση θα πρέπει να μας προβληματίσει ακόμη περισσότερο: λ.χ. υπάρχουν δανειστές μας όπως η Σλοβακία και η Εσθονία, που διατηρούν κατώτατο μισθό στα 327 € και 290 € αντιστοίχως· αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι η Εσθονία, παρά το μικρό δέμας της, είναι μία χώρα εξαιρετικά προηγμένη τεχνολογικά, όπου λ.χ. όλες οι συναλλαγές με δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς διεκπεραιώνονται ταχύτατα με τη χρήση μιας κάρτας. Και είναι κρίσιμο εδώ να αντιληφθούμε ότι (και) από αυτές τις χώρες και τα κοινοβούλιά τους ζητούμε διαγραφή χρεών αλλά και ευνοϊκώτερους δανειακούς όρους. Η δυσκολία του εγχειρήματός μας είναι μάλλον πρόδηλη· και τούτο, ανεξάρτητα από τις ευθύνες που αναμφίβολα φέρουν και οι δανειστές μας για την κατάσταση στην οποία έχουμε περιέλθει.
Νομίζω ότι είναι καιρός πλέον να συμφωνήσουμε όλοι σε μία κοινή συνισταμένη: Οποιαδήποτε σοβαρή προσπάθεια για βιώσιμη εθνική ανάταξη διέρχεται αναγκαία μέσα από την αυτεπίγνωση (και δεν εννοώ εδώ το ελιτίστικο αυτομαστίγωμα που αφθονεί στις ημέρες μας, συχνά ανακριβολογώντας). Μία αυτεπίγνωση που συνυφαίνεται άμεσα με την απαγκίστρωση από την αυτοαναφορικότητα και τον αναπροσδιορισμό της σχέσης μας με το διεθνές περιβάλλον. Τον διεθνή σεβασμό θα τον κερδίσουμε με τις δικές μας δυνάμεις, μέσα από τα σύγχρονα επιτεύγματά μας, ιδίως δε μέσα από την καινοτομία και την παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, που θα δημιουργήσουν και διατηρήσιμες (...όχι εδώδιμες) θέσεις εργασίας. Με την αυτοθυματοποίηση και την επίκληση –από το σύνολο σχεδόν του ελληνικού πολιτικού κόσμου– μιας, ακατανόητης για τους ξένους, «ελληνικής ιδιαιτερότητας» μάλλον δεν θα πείσουμε κανέναν. Αν συνεχίσουμε δε να πορεύομαστε με τη μεταφυσική πίστη ότι μας χρωστάει η ιστορία, η σύγκρουση του εθνικού μας μύθου με την πραγματικότητα θα είναι σφοδρότατη, με άδηλες συνέπειες για το μέλλον του τόπου.
Το 1992, ο Παναγιώτης Κονδύλης, γνωστός ίσως περισσότερο για τις αμφιλεγόμενες απόψεις του για τα ελληνοτουρκικά –για τις οποίες και έχει συχνά επικριθεί–, προέβλεπε με ακρίβεια τις συνέπειες που θα είχε για τη χώρα μας ο υπέρογκος κρατικός δανεισμός σε συνδυασμό με τον απερίσκεπτο «παρασιτικό» καταναλωτισμό μας: μιλούσε, συγκεκριμένα, για «αυστηρή δίαιτα εξυγίανσης», «επαναφορά του βιοτικού επιπέδου στο ύψος των πραγματικών δυνατοτήτων της οικονομίας», απώλεια αυτονομίας ως προς τη λήψη εθνικών αποφάσεων. Εντόπιζε δε, εξίσου εναργώς, μία από τις βασικές αιτίες της ανορθολογικής μας συμπεριφοράς: την αδυναμία μας να διακρίνουμε τη διάσταση ανάμεσα σε εθνική μυθολογία και εθνική πραγματικότητα· έγραφε μεταξύ άλλων: «Η σημερινή Ελλάδα αποτελεί [...] περίπτωση φθίνοντος έθνους, το οποίο εκλαμβάνει τις έμμονες μυθολογικές του ιδέες για τον εαυτό του ως ρεαλιστική αυτεπίγνωση. Δεν είναι διόλου περίεργο ότι η ψυχολογική αυτή κατάσταση συχνότατα παρουσιάζει συμπτώματα παθολογικού αυτισμού· γιατί το απαραίτητο υπόβαθρο και πλαίσιο της υγιούς αυτεπίγνωσης είναι η γνώση του ευρύτερου περιβάλλοντος κόσμου, μέσα στον οποίο καλείται να δράσει ένα ατομικό ή συλλογικό υποκείμενο, αποτιμώντας κατά το δυνατόν νηφάλια τις δυνατότητές του και υποκαθιστώντας τη νοσηρά εγωκεντρική αρχή της ηδονής με τη φυσιολογικά εγωκεντρική αρχή της πραγματικότητας» (Π.Κονδύλης, Επίμετρο στην «Πλανητική πολιτική μετά τον ψυχρό πόλεμο», 1992).
Αυτή τη στιγμή, το τρένο της εθνικής μυθολογίας τρέχει να συναντήσει τον τοίχο της εθνικής πραγματικότητας. Η μοιραία σύγκρουση μπορεί πάντως να αποφευχθεί. Αρκεί, έστω και τώρα, οι ελληνικές πολιτικές δυνάμεις να αποδεχθούν ότι η τύχη της χώρας είναι πιο σημαντική από τη δική τους τύχη, να ομονοήσουν στα βασικά και να συνεννοηθούν με υπευθυνότητα για το άμεσο μέλλον αυτού του τόπου – και δεν εννοώ εδώ απαραίτητα το ζήτημα της προεδρικής εκλογής, αλλά αυτό που έρχεται μετά: την κρίσιμη διαπραγμάτευση με τους δανειστές. Θα πρέπει όμως πρώτα να πουν στον ελληνικό λαό μία σημαντική αλήθεια: ότι δυστυχώς ο ελληνικός εξαιρετισμός υπάρχει μόνον στο μυαλό μας.
Ο κ. Αντώνης Καραμπατζός είναι επίκουρος καθηγητής Νομικής Σχολής Αθηνών

18 Δεκ 2014

“Οι μισές αλήθειες και ο πραγματικός κίνδυνος”

Της Άννας Διαμαντοπούλου και του Γιώργου Φλωρίδη
Συμπληρώθηκαν πέντε χρόνια κρίσης και ενώ σε λίγες μέρες λήγει τυπικά το "Μνημόνιο", η Ελλάδα βρίσκεται πάλι οριακά αντιμέτωπη με τον κρισιμότερο κόμπο της: τη μόνιμη αδυναμία του πολιτικού της συστήματος. Του πολιτικού συστήματος που συνεχίζει να "επαιτεί" και να "απειλεί". Η μία πλευρά "επαιτεί" παράταση του χρόνου λήξης του Μνημονίου εξαπολύοντας ταυτόχρονα εκστρατεία φόβου στο εσωτερικό, ενώ η άλλη "απειλεί" τους δανειστές. Βλέπουμε σε επανάληψη την κωμικοτραγική "ένοπλο επαιτεία" του Δηλιγιάννη, η οποία ωστόσο οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε νέο Μνημόνιο, με τους όρους που θα θέσουν οι άλλοι. Η επίσπευση των διαδικασιών για την εκλογή Προέδρου και η πιθανότητα διενέργειας εκλογών δεν είναι τίποτε άλλο παρά η μεταβίβαση του προβλήματος της χώρας από μια εξαντλημένη συγκυβέρνηση σε μια αμήχανη αντιπολίτευση. Στην ουσία πρόκειται για πολιτικό «ξεφόρτωμα», στα πλαίσια της ταυτόχρονης αδυναμίας αλλήλων. Η χώρα σήμερα κατευθύνεται στο ν’ αλλάξει χέρια από το κουρασμένο μεταρρυθμιστικά πολιτικό μέρος της στο οπισθοδρομικό, ανέτοιμο και χωρίς πυξίδα αντίστοιχό του. Στη δύσκολη πορεία ανάταξης, το εθνικό κενό είναι πασιφανές.
Τι μπορεί όμως να σημαίνει αυτή η εξέλιξη, αν όντως έτσι συμβούν τα πράγματα; Θα πρόκειται για εθνική καταστροφή, ανάλογη της Μικρασιατικής; Θα έχουμε μπει ανεπίστρεπτα σ’ ένα νέο δρόμο Grexit με αποτέλεσμα να γυρίσει η χώρα πίσω δεκαετίες, όπως κινδυνολογεί η συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ ή θα κάνουμε τη μεγάλη διαπραγμάτευση-σύγκρουση επιβολής των όρων μας στους ευρωπαίους και διεθνείς εταίρους και δανειστές, όπως ανευθυνολογεί η αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ;
Πρόκειται για μισές αλήθειες και συστηματική παραπλάνηση εξαιτίας της πολιτικής ανημπόριας του πολιτικού μας συστήματος που συνεχίζει να λειτουργεί με οδηγό την πάγια διχαστική και πολωτική του λογική. Καταρχάς, ο κίνδυνος του Grexit δεν έχει κοινωνική και εθνική βάση. Ο ελληνικός λαός είναι αυτός που πρωταρχικά, με τις δικές του θυσίες και τη δική του ωριμότητα, οδήγησε μέχρι σήμερα το πρόγραμμα προσαρμογής και εξακολουθεί να έχει σταθερά διατυπωμένο ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Η Ευρώπη είναι και παραμένει εθνική κατάκτηση σε διαπαραταξιακή βάση. Αυτό το γνωρίζει καλά το πολιτικό σύστημα -και κυρίως οι βασικοί του ανταγωνιστές. Κάθε απόπειρα διακινδύνευσης της ευρωπαϊκής κατάκτησης συνιστά πολιτική αυτοκτονία.
Από την στιγμή, λοιπόν, που το ευρωπαϊκό κεκτημένο της χώρας είναι αντικείμενο λαϊκής υπεράσπισης, η όποια κινδυνολογία της συγκυβέρνησης καταντά ανεδαφική, αλλά και ο όποιος «συνδικαλιστικός τσαμπουκάς» απέμεινε στον ΣΥΡΙΖΑ είναι σε αποδρομή. 
Σημαίνουν άραγε όλα αυτά ότι η χώρα δεν διατρέχει κανένα κίνδυνο; Ότι όλα είναι ένα πολιτικό παιχνίδι εντυπώσεων και ψεύτικων διλημμάτων; Ασφαλώς όχι. Όμως το μέγα πρόβλημα της χώρας βρίσκεται πέρα και έξω από την ενιαία λαϊκιστική λογική που διαπνέει το πολιτικό σύστημα το οποίο συγκρούστηκε στη λογική «μνημόνιο-αντιμνημόνιο» μέχρι προχτές- Όλοι, αντιμνημόνιο, σήμερα που (δήθεν) τελειώνει. Ως εάν το πρωτεύον ζήτημα της χώρας είναι τα συνθήματα χωρίς ουσία. 
Το βασικό μεταπολιτευτικό πρόβλημα της χώρας παραμένει η αδυναμία έμπρακτης εσωτερικής μεταρρύθμισης. Μετά από πέντε χρόνια κρίσης, οι πελατειακές, παρασιτικές και κρατικιστικές δομές παραμένουν ανέγγιχτες -επομένως η ανάγκη να αυτομεταρρυθμιστούμε σε οικονομικό, θεσμικό και πολιτικό επίπεδο γίνεται επιτακτική, για να ξεφύγουμε από την παρασιτική επαιτεία και να καταστήσουμε τη χώρα μας αυτοδύναμο παραγωγό. Μόνον έτσι θα έρθει το πραγματικό τέλος των μνημονίων. Άλλωστε, μη νομίζουμε ότι μας κρατάει κανένας με το ζόρι σε στήριξη. Όλοι εύχονται να βγούμε στις αγορές μια ώρα αρχύτερα. 
Αν συνεχίσουμε να αρνούμαστε τις απαιτούμενες εσωτερικές αλλαγές και αναλωθούμε σε δονκιχωτικές μάχες με εξωτερικούς εχθρούς, είναι βέβαιο ότι η χώρα θα τεθεί στο διεθνές περιθώριο. Εξαιτίας, όμως, των δικών της αντιλήψεων και πρακτικών, όχι κάποιου ξένου σχεδίου. Κι επειδή θα τεθεί στο διεθνές περιθώριο, δεν μπορεί στοιχειωδώς να συμμετάσχει με δικές της θέσεις στις μεγάλες αλλαγές που εξελίσσονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Για παράδειγμα, μια διαπραγματευτικά συμβιβασμένη αλλά ατελής διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ σε ό,τι αφορά τη συνέχιση των απαιτούμενων αλλαγών της χώρας θα αποτελέσει σοβαρό στοιχείο καθυστέρησης και, τελικά, υποτροπής, όπως συνέβη και με τη σημερινή κυβέρνηση.
Ο μεγάλος κίνδυνος σήμερα για την Ελλάδα δεν είναι η επιλογή ενός αντιευρωπαϊκού δρόμου ή η επιλογή σύγκρουσης με τους εταίρους και δανειστές. Στην πραγματικότητα τέτοια ατζέντα δεν υπάρχει και δεν έχει έδαφος να υπάρξει. Ο μεγάλος κίνδυνος προέρχεται από το γεγονός ότι δεν είμαστε διατεθειμένοι ν’ αλλάξουμε τη χώρα μας. Ότι το πολιτικό σύστημα αρνείται συστηματικά να πει στον κόσμο, ακόμη και τώρα, τις πιο πασιφανείς αλήθειες. Ότι η χώρα χρωστά, ότι χρειάζεται δανεικά και ότι συνεχίζει να μην παράγει. Ότι το ασφαλιστικό της σύστημα έχει τεράστια ελλείμματα. Ότι κι αν βγει στις αγορές για δανεικά χρειάζεται τη στήριξη της Ευρώπης, όποια κι αν είναι η ελληνική κυβέρνηση. Ότι η διαπραγμάτευση για το νέο αναπόφευκτο μνημόνιο απαιτεί δικό μας, ξεκάθαρο εθνικό σχέδιο για το οποίο υπάρχουν επεξεργασμένες θέσεις αλλά και άνθρωποι που θα μπορούσαν να το υποστηρίξουν. Απαιτεί, επίσης, την εγκατάλειψη της αυτάρεσκης αντίληψης κυβέρνησης και αντιπολίτευσης ότι μπορούν από μόνοι τους.
Η πιθανή εναλλαγή διακυβέρνησης πράγματι αυξάνει τους κινδύνους της χώρας, αλλά γι’ αυτό δεν θα φταίει μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ. Αυτός θα αποτελέσει τον ακρότατο συνεχιστή της χρεοκοπημένης πλευράς της Μεταπολίτευσης. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο, όμως, δημιουργεί την ανάγκη η ελληνική κοινωνία να περιφρουρήσει την ασφάλεια του ευρωπαϊκού κεκτημένου της χώρας, εμποδίζοντας τυχοδιωκτισμούς και απορρίπτοντας διχαστικές πολώσεις και, ταυτόχρονα, να επιταχυνθεί η συνολική ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού με καθοριστική προτεραιότητα τη δημιουργία Δημοκρατικού Μεταρρυθμιστικού Πόλου που σήμερα δεν υπάρχει. Αυτός θα είναι ο καταλύτης και ταυτόχρονα η αιχμή για τον τόσο αναγκαίο ποιοτικό μετασχηματισμό του πολιτικού μας συστήματος. 
Κατά τη γνώμη μας, όσο το πρώτο θεωρείται δεδομένο, τόσο το δεύτερο αποκτά χαρακτηριστικά επείγοντος.

17 Δεκ 2014

Τα ρούβλια, σύντροφοι…

Του Γιώργου Καρέλια, από τους protagon.gr
Φλεβάρης του 2010. Ο Γιώργος Παπανδρέου, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να βρει διεθνή υποστήριξη, επισκέπτεται τη Μόσχα. Κι εκεί έκπληκτος ακούει το alter ego του Πούτιν, τον τότε πρόεδρο της Ρωσίας Μεντβέντεφ, να του υποδεικνύει να ζητήσει βοήθεια από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Παγκόσμια Τράπεζα (εδώ).
Ήταν η εποχή που στην Ελλάδα κυριαρχούσε η μυθολογία ότι η χώρα μπορούσε να βρει δάνεια από άλλες πηγές, ώστε να αποκρούσει τον «εκβιασμό» των ευρωπαίων. Διάφοροι πολιτικοί, δημοσιογράφοι και άλλοι ξερόλες -από ψεκασμένους έως ημισοβαρούς- έλεγαν ότι μπορούσαμε να βρούμε δάνεια από τη Ρωσία, την Κίνα, τους Άραβες, τον Τσάβες της Βενεζουέλας κτλ. Το παραμύθι κράτησε λίγο. Και μετά ήρθε η τρόικα.
Τι νόημα έχει αυτή η υπενθύμιση; Έχει και παραέχει. Όχι μόνο επειδή κάποιοι εξακολουθούν να συντηρούν τέτοιες ψευδαισθήσεις (εδώ). Αλλά και επειδή αυτές τις μέρες συμβαίνουν κοσμογονικά πράγματα στην ισχυρή -υποτίθεται- Ρωσία του  Πούτιν. Μια χώρα που έχει πλούσιους πόρους (πετρέλαιο, φυσικό αέριο κ.α)  βλέπει το νόμισμά της να καταρρέει (έχει υποστεί τεράστια πίεση μέσα σε τέσσερις μήνες), τα επιτόκια να εκτοξεύονται, τα συναλλαγματικά της αποθέματα να συρρικνώνονται δραματικά (εδώ).
Επειδή, λοιπόν:
1. Κάποιοι μυθομανείς ή στόκοι εξακολουθούν να συντηρούν το μύθο ότι αν δεν μας δανείσουν οι ευρωπαίοι, μπορούμε να βρούμε ρωσικά ρούβλια, κινεζικά γουάν, αραβικά ριάλια και βενεζουελανικά μπολίβαρ. Και επειδή
2. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ένα σεβαστό ποσοστό Ελλήνων (στο 25% μετρήθηκε από την GPO) θέλει να φύγουμε από το ευρώ
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ: Καλό είναι όλοι αυτοί να ξυπνήσουν. Ρούβλια δεν υπάρχουν και δεν θα μας έρθουν. Δραχμούλες μπορούμε να κόβουμε όσες θέλουμε. Αλλά υποτιμημένες, δηλαδή ξεφτιλισμένες. Αυτό απαντά στο ερώτημα ορισμένων πονηρών δραχμολάγνων «τι χειρότερο θα πάθουμε;». Ευτυχώς, οι βασικές πολιτικές δυνάμεις της χώρας (μεταξύ τους και η πλειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ, μέχρι στιγμής) έχουν καταλάβει τον ρόλο των δραχμολάγνων.
Επιτρέπεται να τα λέμε αυτά ή μήπως, αν τα λέμε, είμαστε στο μπλοκ των «τρομοκρατών» σαν τον Γιούνκερ, τον Μοσχοβισί και τον Στουρνάρα; Όσοι δεν το επιτρέπουν, κερδίζουν ένα νταούλι κι έναν ζουρνά, για να τρελάνουμε τις αγορές στον ελληνικό χορό. Οι άλλοι ας κατεβάσουν ένα μπουκάλι ρώσικη βότκα, περιμένοντας να ‘ρθουν τα ρούβλια…

13 Δεκ 2014

Δεν μπορούμε να αλλάξουμε τίποτα αν δεν αλλάξουμε τον εαυτό μας

"Όλοι σκέφτονται να αλλάξουν το κόσμο, κανείς δε σκέφτεται να αλλάξει τον εαυτό του"
Του Φώτη Γεωργελέ, από την athensvoice.gr

- Πρέπει πάντα να προσπαθείς να σώζεις μια ζωή.
- Δεν μπορείς όμως να υπερασπίζεσαι τη ζωή απειλώντας με θάνατο τους άλλους.
- Θυμόμαστε ακόμα τον Μάη του ’68 ή το «φράουλες και αίμα» των αντιπολεμικών διαδηλώσεων του ’67 για το Βιετνάμ, επειδή ήταν μοναδικές στιγμές. Στιγμιαίες εκρήξεις στο χρόνο που συμπύκνωναν την επιθυμία των νέων για μια άλλη εξέλιξη, λιγότερο συντηρητική και υποκριτική.
- Δεν υπάρχει τίποτα επαναστατικό στην επανάληψη. Δεν μπορεί ποτέ η ρουτίνα να είναι εξεγερσιακή. Δεν υπάρχει τίποτα αντιεξουσιαστικό σε προκαθορισμένα ραντεβού και επετειακές συγκρούσεις. Η εξέγερση δεν δίνει ραντεβού κάθε 17 Νοέμβρη, κάθε 6 Δεκέμβρη, κάθε εθνική παρέλαση, κάθε Φλεβάρη στα αγροτικά μπλόκα της εθνικής οδού, κάθε Οκτώβρη στις σχολικές καταλήψεις, κάθε γιορτές στα σκουπίδια των απορριμματοφόρων, κάθε καλοκαίρι στα αποκλεισμένα λιμάνια, κάθε Κυριακή στην Ερμού.
- Συστηματικό είναι μόνο το σύστημα.
- Το σύνθημα «εμπρός για της γενιάς μας τα Πολυτεχνεία» το έφτιαξαν αυτοί που δεν ήταν στο Πολυτεχνείο το ’73. Το Πολυτεχνείο έγινε ακριβώς για να μη χρειάζεται η χώρα μας άλλα Πολυτεχνεία.
- Τα συνθήματα από τον παρισινό Μάη κι από το αμερικάνικο «καλοκαίρι της αγάπης» επηρέασαν τη ζωή μας τον επόμενο μισό αιώνα. Άλλαξαν τη γλώσσα μας, τις σχέσεις των δύο φύλων, τη σεξουαλικότητα, τα τραγούδια μας, τον κινηματογράφο, τη λογοτεχνία. Τη δημοσιογραφία, τη διαφήμιση, την επικοινωνία. Άλλαξαν τον Λόγο της Δύσης. Ούτε μισό σύνθημα δεν έχει μείνει από τόσα χρόνια συγκρούσεων. Μόνο στατιστικοί αριθμοί. Τόσοι τόνοι πέτρες, τόσες σπασμένες βιτρίνες.
- Η θυματοποίηση, ο μιζεραμπιλισμός, η αναζήτηση αποδιοπομπαίων τράγων, η κατασκευή εξωτερικών εχθρών, ήταν πάντα η μέθοδος του κυρίαρχου συστήματος για να αποκρύψει τις εσωτερικές συγκρούσεις και αντιθέσεις.
-Η «λατρεία να μισούμε το κράτος» δείχνει κοινωνία καθηλωμένη στην παιδική ηλικία, στην πελατειακή οργάνωση της οικονομίας. Που περιμένει τα πάντα από το κράτος και το κόμμα-πατερούλη και το μισεί όταν αυτό δεν ανταποκρίνεται.
- Η τυφλή εκτόνωση της καταπιεσμένης οργής δεν είναι απελευθερωτική. Απελευθερωτικό είναι μόνο ό,τι εμπεριέχει δημιουργία. Η αδιέξοδη οργή είναι καλομαθημένη αντίδραση. Γιατί δεν με φροντίζετε πια; Θα σας τιμωρήσω.
- Η επαναστατική οργή αλλάζει τα πάντα, δημιουργεί καινούργια υποδείγματα. Καινούργιες γλώσσες, καινούργια τραγούδια, καινούργιες δουλειές, καινούργιες σχέσεις. Τόσα χρόνια «αγώνων», τίποτα καινούργιο δεν έχει φανεί σ’ αυτή τη χώρα.
- Η αδιέξοδη οργή επαναλαμβάνει και διασώζει τα παλιά αδιέξοδα.
- Η τέχνη δεν είναι ποτέ προοδευτική, αν επαναλαμβάνει την κυρίαρχη ιδεολογία. Η ανατρεπτική τέχνη δεν κολακεύει το κοινό της, δεν επιβεβαιώνει τα στερεότυπά του. Τα ανατρέπει. Το ξεβολεύει. Το βάζει να σκεφτεί, να αντιμετωπίσει τον εαυτό του. Προοδευτική τέχνη είναι αυτή που μας αναγκάζει να κοιτάξουμε στον καθρέφτη. Όχι αυτή που μας δείχνει με το δάχτυλο εχθρούς.
- Όταν όλοι, δεξιοί κι αριστεροί, φασίστες και τρομοκράτες, παπάδες και αναρχικοί, λένε τα ίδια πράγματα, δεν μπορεί να έχουν όλοι δίκιο. Κάπου αλλού κρύβεται η αλήθεια.
-Δεν θα λύσουμε τα οικονομικά μας προβλήματα αν δεν λύσουμε πρώτα τα πολιτικά. Και δεν θα λύσουμε τα πολιτικά αν δεν ξεκινήσουμε από τα προβλήματα δημοκρατίας. Σ’ αυτή τη χώρα υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι που δεν καταλαβαίνουν καν τι σημαίνει δημοκρατία.
- Δεν μπορούμε να αλλάξουμε τίποτα αν δεν αλλάξουμε τον εαυτό μας. Αν δεν παραδεχτούμε τα λάθη μας. Όποιοι μας λένε πράγματα που ξέρουμε, δεν είναι φίλοι μας. Μόνο όσοι μας ξεβολεύουν, όσοι λένε σκληρές αλήθειες, ενδιαφέρονται για μας.
- Η Ελλάδα θα αλλάξει όταν οι Έλληνες πιστέψουμε ότι μπορούμε. Όταν πιστέψουμε στις δικές μας δυνάμεις. Όσο φοβόμαστε ότι δεν θα τα καταφέρουμε, όσο φοβόμαστε το μέλλον, θα βρίσκουμε κάθε δικαιολογία για να μείνουμε ίδιοι, σε ένα αδύνατο και μίζερο παρελθόν. Όταν μια μέρα πούμε, σιγά το πράγμα, τι έγινε, αύριο ξεκινάμε, δώσε μου 2-3 χρόνια και θα σου φτιάξω την καλύτερη Αθήνα, τις καλύτερες πόλεις, τα καλύτερα μαγαζιά, τις καλύτερες επιχειρήσεις, τις καλύτερες παραλίες, τότε θα καταλάβουμε ότι όλα αυτά, τρόικες, μνημόνια, χρέη, δεν είναι τίποτα, είναι φαντάσματα του παρελθόντος.
- Οι Κύπριοι έχουν ξεχάσει ότι είναι σε μνημόνια. Χθες όμως μια φίλη μου από την Αυστρία μού είπε ότι το παιδί της διάλεξε να σπουδάσει σε κυπριακό πανεπιστήμιο.
- Υπάρχουν μερικοί άνθρωποι που νομίζουν ότι η ζωή τούς χρωστάει. Κανείς άνθρωπος που αγωνίστηκε στη ζωή του δεν το πιστεύει αυτό.
- Στη ζωή έχουμε δικαιώματα επειδή αναλαμβάνουμε υποχρεώσεις. Αυτές οι υποχρεώσεις είναι που νομιμοποιούν τα δικαιώματα. Έχεις ακούσει ποτέ κανέναν να σου μιλάει για υποχρεώσεις;
- Οι επιλογές μας έχουν κόστος. Μερικοί είναι τόσο προστατευμένοι, ώστε πέφτουν από τα σύννεφα μόλις το αντιλαμβάνονται αυτό.
- Η κοινωνία είμαστε εμείς. Οι άνθρωποι γύρω μας. Τα εκατομμύρια διαφορετικές περιπτώσεις. Δεν είμαστε μόνοι μας. Εμείς αποτελούμε αυτό που αγαπάμε ή μισούμε να είμαστε. Κι εμείς μόνο μπορούμε να το αλλάξουμε.
- Όταν ακούς κάποιον να σου μιλάει με παραδείγματα από το παρελθόν, για τη Θάτσερ, τον Εμφύλιο, τις Ερυθρές Ταξιαρχίες, το Πολυτεχνείο, την Κατοχή, την Αποστασία, αυτό θέλει να επαναλάβει. Σ’ αυτό είναι καθηλωμένος.
- Τίποτε απ’ όσα έγιναν πριν 30-40-70 χρόνια δεν νομιμοποιεί όσα συμβαίνουν σήμερα. Ο ανθρώπινος πολιτισμός συνεχώς ανακαλύπτει, αναδιασκευάζει την πορεία του. Η ζωή είναι πολύτιμη, γιατί μόνο αν υπάρχει μπορεί να αλλάξει.
- Η βία των τζιχαντιστών προκαλεί φρίκη όχι γιατί είναι των εχθρών. Αλλά γιατί επιστρέφει τον πολιτισμό σ’ ένα μεσαίωνα που έχει ξεπεράσει.
- Η διαιώνιση της πολιτικής βίας στην ελληνική δημοκρατία δεν είναι θέμα ριζοσπαστισμού. Είναι πρόβλημα καθυστέρησης.
- Οι μισές αλήθειες είναι τα χειρότερα ψέματα. Εδώ που έχουμε φτάσει, μπλοκαρισμένοι σ’ ένα μόνιμο αδιέξοδο, δεν υπάρχει άλλος τρόπος από το να πουν όλοι την αλήθεια. Όλη την αλήθεια.
- Μόνο η αλήθεια είναι επαναστατική. Μόνο η γνώση είναι απελευθερωτική. Αν δεν συγκεντρωθεί τώρα μια κρίσιμη μάζα υποψιασμένων πολιτών, η κοινωνία μας θα παρακμάσει με εκρήξεις κρότου-λάμψης μέχρι το τελικό σκοτάδι.

3 Δεκ 2014

Έρχεται ο ΣΥΡΙΖΑ - Μια απ’ τα ίδια ή “νέο” σοσιαλφασιστικό κράτος;


Αναδημοσίευση από την  ΟΑΚΚΕ

Πολλοί άνθρωποι με πατριωτικά και δημοκρατικά αισθήματα και διαθέσεις, συνήθως καταβασανισμένοι από τη χρεοκοπία και την καταστροφή, εναποθέτουν ελπίδες για μια μερική καλυτέρευση της ζωής τους σε μια κυβέρνηση με επικεφαλής τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτό δε το κάνουν γενικά γιατί εκτιμάνε τα στελέχη ή την πολιτική φερεγγυότητα του, αλλά επειδή βλέπουνε το μαρασμό, την πείνα και τη μαυρίλα που έχει σκεπάσει τη χώρα κύρια ως ευθύνη των πράγματι άθλιων απέναντι στο λαό, αλλά κάπως στοιχειώδικα αστοδημοκρατικών κομμάτων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ (τα οποία, το πρώτο από το 1997 και το δεύτερο από την ίδρυσή του, είχαν βέβαια ρωσόδουλους κρυφοφασίστες ηγέτες).

Αυτή τη θεωρία την έχουν ενισχύσει και τα δύο αυτά κόμματα και η μάζα των στελεχών τους, που απόφευγαν επί δεκαετίες να χτυπήσουν τη βάση των θεωριών με τις οποίες τάιζε τις μάζες η ψευτοαριστερά, με πυρήνα το ψευτοΚΚΕ, καθώς και τις παραφυάδες - διασπάσεις του τελευταίου, μία από τις οποίες είναι και ο κυβερνητικός πλέον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτές οι θεωρίες έγιναν εθνική “αλήθεια” και οδήγησαν σε ιδεολογική ηγεμονία φασιστών και σοσιαλφασιστών σε ό,τι αφορά τα αίτια της κρίσης και της χρεοκοπίας.

Πολλοί λοιπόν από αυτούς τους ανθρώπους θεωρούν ότι, στο βαθμό που ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποδειχθεί ανακόλουθος με τις υποσχέσεις του ή μια άθλια συνέχεια των μέχρι σήμερα κυβερνητικών κομμάτων, θα αποχωρήσει ήσυχα ήσυχα κάτω από τη λαϊκή κατακραυγή, όπως αυτή θα εκφραστεί με την ψήφο στις επόμενες  - από την άνοδό του στην κυβέρνηση - εκλογές.

Οι σοσιαλφασίστες δεν έρχονται για να φύγουν

“Κούνια που σας κούναγε”, λέει ο λαός και στη συγκεκριμένη περίπτωση η φράση ταιριάζει γάντι. Κι αυτό γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι κόμμα της αστικής δημοκρατίας, όπως αυτή γεννήθηκε στην Ελλάδα μέσα από τους αντιμοναρχοφασιστικούς και αντι-χουντικούς αγώνες, με κορυφαία εκδήλωση τους, λίγο πριν τη μεταπολίτευση, το Πολυτεχνείο του ’73.

Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι παιδί των χειρότερων, πιο αριβιστικών και πιο αστικά φιλόδοξων στελεχών του ψευτοΚΚΕ,  της περιόδου 1956-1991. Είναι δηλαδή παιδί αυτών που διάλυσαν το πραγματικό ΚΚΕ και υπονόμευσαν τόσο τους αντιμοναρχοφασιστικούς αγώνες του 1956-1967, παραδίνοντας το λαό πολιτικά άοπλο στη μανία του αντικομμουνιστικού φασισμού των χουντικών, ενώ υπονόμεψαν και την ίδια την αντιχουντική πάλη, με τη γραμμή τους για “οικουμενική κυβέρνηση” χωρίς πτώση της χούντας και την προσπάθειά τους να σπάσουν και να ποδηγετήσουν - στη συνέχεια - την κατάληψη του Πολυτεχνείου.

Είναι τα στελέχη εκείνα του ψευτοΚΚΕ (και τα χειρότερα πολιτικά παιδιά τους) που δεν άφησαν φιλορώσικη διχτατορία σε Ευρώπη, Ασία, Αφρική και Αμερική που να μη τη λιβανίσουν, “σοβιετό”-φιλο βασανιστή, χαφιέ και δολοφόνο που να μην τον αθωώσουν, ρώσικη κατοχή που να μη τη δικαιολογήσουν (βλ. Τσεχοσλοβακία, Αφγανιστάν).

Οι άνθρωποι αυτοί, ανερχόμενοι στην εξουσία, με μόνο πολιτικό κεφάλαιο την εύνοια των παλιών και “αιώνιων” αφεντικών τους, των Ρώσων σοσιαλιμπεριαλιστών, δεν έρχονται για να κάνουν μια απλή “αλλαγή φρουράς” με τους γενικούς γραμματείς τους στα υπουργεία και τους διοικητές τους σε δημόσιους οργανισμούς, όπως έκαναν πάντα, ακόμη και σε εποχές μεγάλης όξυνσης ανάμεσά τους, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, όταν εναλλάσσονταν στην κυβέρνηση.

Το “νέο” ρώσικο κράτος

Ο ΣΥΡΙΖΑ έρχεται να δυναμώσει στρατηγικά ένα πράγματι σάπιο και ξενόδουλο από γεννησιμιού του ελληνικό αστικό κράτος ΑΠΟ ΤΑ ΔΕΞΙΑ, για έναν απλό λόγο: γιατί η σημερινή στελέχωση αυτού του κράτους είναι στην κύρια πλευρά της σε κάποιο βαθμό “εθνική”, εννοώντας το “εθνική” μέσα πάντα στα πλαίσια της γενικά ξενόδουλης ελληνικής αστικής τάξης, δηλαδή στον κύριο όγκο της αποτελείται από γενικά όχι μαχητικούς εχθρούς της οικονομικής ανάπτυξης, της Ευρώπης και της αστικής μισο-δημοκρατίας, οι οποίοι προέρχονται κυρίως από τους χώρους των πάλαι ποτέ κυρίαρχων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ. Πολλοί από αυτούς όχι μόνο δεν είναι καθόλου καθαροί και άσπιλοι, αλλά έχουν λειτουργήσει σαν παράσιτα πάνω στο σώμα της κοινωνίας, έχουν σταθεί με περιφρόνηση και υπεροψία απέναντι στο λαό και τον έχουν βασανίσει. Σε ένα μετρίως αστο- δημοκρατικό κράτος ενάντια σε πολλούς από αυτούς θα είχαν παρθεί διοικητικά μέτρα και ξήλωμα.

Αντίθετα, η απόλυτη παράδοση της χώρας στο ρωσοκινέζικο άξονα και η πλήρης αποσάθρωση της παραγωγής της, η οποία είναι προϋπόθεση γι’ αυτή την παράδοση, χρειάζεται διχτατορία και εκβιασμό, ύποπτα κνίτικα πραξικοπήματα από τα πάνω, αν όχι ανοιχτά, τουλάχιστον υπόκωφα αλλά εμφατικά, ώστε και η μισοδημοκρατική Ε.Ε. να καθησυχάζεται και η “δουλειά” να γίνεται.

Οι μέρες που ο λαός θ’ αρχίσει να ψυχανεμίζεται ότι στο σβέρκο κάθισαν τύποι απείρως χειρότεροι από κείνους που - σε μεγάλο βαθμό δίκαια - μίσησε δεν είναι μακριά, μιας και οι κνίτες του ΣΥΡΙΖΑ μόνο πείνα, γλοιώδη υποτέλεια και πούλημα της χώρας και του λαού στο χειρότερο ιμπεριαλισμό (εκείνο των Ρώσων, αλλά και των Κινέζων συμμάχων τους) θέλουν και μπορούν να εφαρμόσουν.

Όμως τότε και η πραγματική Αριστερά, αυθόρμητη στη βάση και συνειδητή (η τελευταία με καθοδηγητικό πυρήνα της την ΟΑΚΚΕ) θα έχει δυναμώσει και θα φωνάζει την αλήθεια, αλλά και οι πλατείς πατριώτες και δημοκράτες θα θέλουνε να κουτρουβαλήσουνε τα παιδιά του Φλωράκη που ντυθήκανε “κυβερνητική Αριστερά” από την εξουσία. 

Τότε όμως οι ΣΔΟΕ, οι αστυνομίες, τα δικαστήρια, σε ένα βαθμό ο στρατός, γενικά τα νευρικά γάγγλια του κράτους θα έχουν καταληφθεί από μια ετερόκλιτη στη μορφή, αλλά εύκολα εξηγήσιμη στην ουσία βρώμικη συμμαχία: οι χειρότεροι απόγονοι των ταγματαλητών και των χιτών, οι χουντικοί και οι φασίστες μέσα από τον “παλιό” κρατικό μηχανισμό θα ‘χουνε γεμίσει μαζί με τους κνίτες του ΣΥΡΙΖΑ (και μάλιστα υπό την ηγεσία των δεύτερων) όλες τις νευραλγικές θέσεις και θα ‘χουνε φτιάξει το εκτρωματικό μέτωπο της ρουφιανιάς, της απάτης, του φόβου και του εκβιασμού απέναντι σε κάθε τίμιο λαϊκό άνθρωπο ή και αστό, ο οποίος δε θα τους κάνει τα χατίρια και δε θα σκύβει μπροστά σ’ αυτούς και στα αφεντικά τους.

Οι συριζαίοι, δηλαδή οι κυβερνητικοί κνίτες, παρέα με τα σταυραδέρφια τους του ψευτοΚΚΕ, θα έχουν πια ελέγξει για τα καλά, μέσω της κρατικής επικυριαρχίας πάνω στις τράπεζες, τη ροή των δανείων σε επιχειρήσεις και θα την ανοίγουν κατά το δοκούν, ανάλογα με το ποιον μικρό, μεσαίο ή και μεγάλο αστό θέλουν να προσεταιριστούν ή να εξοντώσουν.

Θα κάνουν το δίχως άλλο τα σκάνδαλα απολύτως κυρίαρχα στην πολιτική ζωή του τόπου. Και δε μιλάμε φυσικά για τα πραγματικά μεγαλύτερα σκάνδαλα, αυτά των ολιγαρχών που έχει φτιάξει στη χώρα μας η Ρωσία, τύπου Κόκκαλη, Μπόμπολα, Γερμανού, Βγενόπουλου,  Μυτιληναίου, Κοπελούζου κλπ. Αυτοί είναι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ και αυτούς δεν πρόκειται να τους αγγίξει κανείς, όπως δε τους άγγιξε κανείς υπό τις ρωσόδουλες κυβερνητικές ηγεσίες Α. Παπανδρέου, Σημίτη, Κ. Καραμανλή του ανιψιού, Γ. Παπανδρέου και Σαμαρά.

Στα υπαρκτά ή και ανύπαρκτα σκάνδαλα με τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ θα “ταράζει στη νομιμότητα” (εννοεί τη σοσιαλφασιστική “νομιμότητα”) τους παλιούς, ευρωπαιόφιλους ή εθνικιστές αστούς, θα εξοντώνονται όσοι άμεσα ή έμμεσα θα στέκονται αντίπαλοι στην αποικιακή καταστροφή - βομβαρδισμό της παραγωγικής βάσης της χώρας και στην πλήρη υποταγή στη νεοτσαρική - νεοχιτλερική Ρωσία και στους φίλους της.

Ο δε απλός λαός θα μαρτυρήσει, καθώς οι χειρότεροι μικροαστοί και οι πιο διεφθαρμένοι, οι πιο τραμπούκοι παλιοί κνίτες ενωμένοι με το χειρότερο και πιο διεφθαρμένο συνδικαλιστικό ΠΑΣΟΚ που σήμερα έχει γίνει ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τους κνίτικα “ριζοσπαστικοποιημένους” εθνικο-φασίστες τύπου Καμμένου - ΑΝΕΛ ή όπως αλλιώς θα λέγονται, θα γίνουν “τα αυτιά και τα μάτια” του σοσιαλφασισμού στη γειτονιά, στο γραφείο, στο σχολειό, σε κάθε κοινωνική δραστηριότητα.

Κράτος του φιλοναζισμού και του εκβιασμού του λαού

Χώρια οι χρυσαυγίτες, που σήμερα έχουνε για βασικό πολιτικό “δικηγόρο” τους το μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ Μπελαντή, ο οποίος με απανωτά άρθρα τονίζει πόσο ζήτημα αρχής είναι να παραμείνουνε νόμιμοι οι ναζί ως οργάνωση και να δικαστούν μόνο μεμονωμένα και κατά μόνας για ποινικά αδικήματα τα μέλη της συμμορίας, χωρίς καμία αναγνώριση συλλογικής ευθύνης στην ηγεσία της για τη ρατσιστική βία.

Μπορεί κανείς να φανταστεί πόση ελευθερία κινήσεων θα έχουν οι χιτλερικοί μέσα στο “νέο” συριζαϊκό κράτος και πόσης ασυλίας θα απολαμβάνουν, όταν θα ταυτίζονται με τους κυβερνητικούς σοσιαλφασίστες στο γεωπολιτικό προσανατολισμό προς ανατολάς και στο ξεπούλημα της χώρας, κομμάτι - κομμάτι, στο ρώσικο κρατικομονοπωλιακό κεφάλαιο. 

Ήδη τα τρένα και το λιμάνι της Θεσσαλονίκης φαίνεται να καταλήγουν σε ρώσικα κρατικά χέρια, όπως το λιμάνι του Πειραιά κατέληξε σε κρατικά κινέζικά. Ο “συνδικαλισμός” μέσα στην ΚΟΣΚΟ, όπου οι ναζί είναι αρχηγοί (δηλαδή αρχιρουφιάνοι της εργοδοσίας), μαζί με τους κνιτοσυριζαίους που τους κάνουν πλάτες, είναι ένα ενδεικτικό προμήνυμα για το πόσο ανοιχτές φαιο-”κόκκινες” ενότητες πρέπει να αναμένουμε με την ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Αλίμονο σε όποιον δεν θα είναι “δικός τους”, δηλαδή χαφιές ή έστω υποταχτικός τους. Οι κνιτοσυριζαίοι δε θα μπορούν βέβαια να του κάνουν σε απόλυτο βαθμό ό,τι έκαναν οι σύντροφοί τους στην Ανατολική Γερμανία, μετά το 1960, οδηγώντας πολλούς αντιπάλους του σοσιαλφασιστικού καθεστώτος στην κοινωνική απομόνωση, στην περιθωριοποίηση, στα κρατητήρια της Στάζι και πολλούς στην αυτοκτονία. Και τούτο γιατί η Ελλάδα θα είναι υποχρεωμένη για τις ανάγκες του ρώσικου εισοδισμού να είναι μέσα στην ΕΕ.

Ειδικά όμως σε μια χώρα ρημαγμένη από την κρίση - που οι ίδιοι οι κνιτοσυριζαίοι κι οι φίλοι τους στις κυβερνήσεις προκάλεσαν και όξυναν, το ποιος κρατάει τα κλειδιά του κράτους στο ασφαλιστικό ταμείο, στον ΟΑΕΔ, στην εφορία, στην μισοκρατικοποιημένη τράπεζα, στο νοσοκομείο, στην εκπαίδευση, στους μηχανισμούς καταστολής είναι πολλές φορές μεταφορικά ή και κυριολεκτικά ζήτημα ζωής ή θανάτου. Και οι σοσιαλφασίστες έχουνε δείξει πόσο σκληροί μπορούν να γίνουν με όποιον αμφισβητεί ή ακόμα χειρότερα αποκαλύπτει την ποιότητα του ψευτοσοσιαλισμού τους, που είναι παρασιτικός, αποικιακός καπιταλισμός του αισχίστου είδους.

Αριστεροί, επαναστάτες, δημοκράτες εργάτες, προοδευτικοί αντιφασίστες και αντιιμπεριαλιστές φοιτητές, λαϊκοί άνθρωποι έχουν γευτεί τον κνίτικο ανοιχτό τραμπουκισμό από το ’74 κι εδώ, αλλά και την ύπουλη, συνασπισμαίικη σαπίλα σε δήμους, σχολεία, γειτονιές και συνδικάτα, όπου ο πρώην ΣΥΝ και νυν ΣΥΡΙΖΑ είχε εξουσία, παρέα με το ΠΑΣΟΚ ή μοναχός του, εδώ και 25 χρόνια (από το 1989 που τον έφτιαξε ο Φλωράκης - Κύρκος για να τον κάνει κυβερνητικό κόμμα στη θέση του ΠΑΣΟΚ).

Μια εξουσία του ΣΥΡΙΖΑ θα ανοίξει βέβαια τα μάτια σε πολλούς δημοκρατικούς ανθρώπους στην Ευρώπη, που θα δουν, πέρα από τα φαινόμενα που περιγράψαμε παραπάνω, τι θα πει μια ανοιχτή εξουσία των ξεσκολισμένων φίλων των Ρώσων διαμελιστών της Ουκρανίας και των ισλαμοναζιστών της Χαμάς σε μια ευρωπαϊκή χώρα.

Η αστική τάξη δε μπορεί να ηγηθεί της αντίστασης

Οι ΝΔ και τα ΠΑΣΟΚ - Δημοκρατικές Παρατάξεις, αλλά και τα “Ποτάμια” της απάτης και του κρυφοσυριζαϊσμού, δηλαδή της ύπουλης λογικής “ρώσικη γραμμή με ευρωπαϊκή φασάδα” που διαπνέει τις ηγεσίες τους δεν μπορούν να αποτελέσουν ανάχωμα στην πλημμυρίδα του σοσιαλφασισμού, που προελαύνει προς την εξουσία, τάχα σα “λαός κατά της νεοφιλελεύθερης πείνας”. Από την άλλη  αυτοί έχουν το κακό ότι  μπορούν πιο εύκολα από όσο ο ΣΥΡΙΖΑ να εξαπατούν την ΕΕ ότι η Ελλάδα σαν πολιτικό σύστημα είναι μια ευρωπαϊκή χώρα και όχι μια Κριμαία μέσα στην καρδιά της ΕΕ.

Το ίδιο δεν αποτελούν λύση οι μειοψηφικοί και ασθενικοί φιλελεύθεροι (όσοι δεν έχουν υποταχθεί στον καθεστωτικό φιλορώσο Σταύρο Θεοδωράκη και στο Ποτάμι του), στην πλειοψηφία τους μεταπράτες και αποξενωμένοι τόσο από την πραγματική παραγωγή όσο και από τους πόθους του λαού για λευτεριά και προκοπή, μερικοί εκ των οποίων φτάνουν να γλυκοκοιτάν τη Χρυσή Αυγή σαν απάντηση στους σοσιαλφασίστες (ενώ οι ναζί είναι σύμμαχοι της ψευτοαριστεράς σε όλη την εσωτερική και διεθνή γραμμή, κανίβαλοι και δολοφόνοι), δε θέλουν και δε μπορούν από την ταξική και πολιτική τους φύση να αποτελέσουν πυρήνα της αντίστασης στο σοσιαλφασισμό.

Μόνη λύση αποτελεί η ενδυνάμωση της ΟΑΚΚΕ και η συστράτευση μαζί της, ώστε η τελευταία να ηγηθεί ενός πλατιού, πατριωτικού και δημοκρατικού μετώπου ενάντια στην πλήρη υποταγή της χώρας μας στο ρωσοκινεζικό άξονα και στα παραπαίδια του στην Ελλάδα, με κύριους - σήμερα - εκφραστές τους χιτλερικούς φονιάδες της Χρυσής Αυγής και την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και παραπίσω, σαν ιστορικό ταμπούρι και πολιτική μήτρα την καθοδήγηση του ψευτοΚΚΕ, δηλαδή αυτούς που δολοφόνησαν πισώπλατα τον πυρήνα της προόδου σε αυτή τη χώρα, το παλιό, μεγάλο ΚΚΕ.