"Όσο αυξάνεται η γνώση μειώνεται το εγώ, ενώ όσο μειώνεται η γνώση αυξάνεται το εγώ!"

31 Μαΐ 2015

Οι αντιμνημονιακοί χωροφύλακες



Του Ανδρέα Πετρουλάκη, www.protagon.gr


Eίναι γνωστοί, είναι αρκετοί, είναι απόλυτα προβλέψιμοι. Είναι η χωροφυλακή  του αντιμνημονιακού μετώπου. Δημοσιογράφοι οι περισσότεροι, έχουν απονείμει στον εαυτό τους τον τίτλο του τιμητή συναδέλφων τους. Δημοσιογράφων, γελοιογράφων, αναλυτών αλλά και συγγραφέων. Τελευταία επέκτειναν τη δραστηριότητά τους και στον καλλιτεχνικό χώρο και έβαλαν στο στόχαστρό τους και τον Νίκο Πορτοκάλογλου.Το κοινό χαρακτηριστικό τους είναι ότι η κριτική τους δεν εντοπίζεται στην αξία, στη συγκρότηση, στην αισθητική ή στη συνέπεια του κειμένου, του σκίτσου ή του τραγουδιού, κάτι που θα ήταν λογικό. Δεν εντοπίζεται καν στο περιεχόμενό τους (ποιoς θα είχε αντίρρηση;), και ας μην το καταλαβαίνουν οι ίδιοι, που πιστεύουν ότι κάνουν πολιτική. Διότι την πολιτική θέση την αντιμετωπίζεις με πολιτικά επιχειρήματα, όχι με επιφωνήματα, επίθετα και επιρρήματα. Πόσω μάλλον όταν το ίχνος που έχει αφήσει η δημοσιογραφική ιστορία σου είναι αχνότερο από εκείνο των κρινομένων- τότε μπαίνει και ένα θέμα ασυμμετρίας που θα έπρεπε να τους κάνει πιο απαιτητικούς στην προσπάθειά τους. Στην ουσία είναι οι άγρυπνοι αριστεροί φρουροί που στοχοποιούν με ζηλευτά αντανακλαστικά καθέναν με αντίθετη άποψη απλώς γιατί είναι άποψη με την οποία οι ίδιοι, η παρέα τους και το κόμμα τους δεν συμφωνούν. Αυτό τους αρκεί. Συνεννοούνται μεταξύ τους, αλληλοθαυμάζονται, αυτοτροφοδοτούνται και προφανώς αυτοϊκανοποιούνται ενώ στην ουσία συμμετέχουν σε ένα μονόχνωτο, αυτιστικό, διαδικτυακό κυρίως, περιθώριο το οποίο όμως είναι πιθανώς αρκετό να προκαλέσει τη διάχυση της προγραφής σε χώρους πιο επικίνδυνους, όπως τους υποτιθέμενους αντιεξουσιαστές. Δεν είναι λίγες οι φορές που επιθέσεις σε δημοσιογράφους και συγγραφείς, στα Εξάρχεια και αλλού, ακολούθησαν διαδικτυακή στοχοποίηση. Κανείς, ασφαλώς, από αυτούς δεν καταδίκασε απερίφραστα αυτή τη βία.

Λίγες φορές ακούμε τις πραγματικά δικές τους πολιτικές θέσεις. Τις περισσότερες μηρυκάζουν συνοπτικά τα κλισέ-κραυγές του αντιμνημονιακού αγώνα, που και το ίδιο το κόμμα που οι περισσότεροι στηρίζουν αποσύρει σιγά-σιγά απ' την αγορά. Σαν να πρόκειται για κάποιον κοινό τόπο τον οποίο οφείλουμε όλοι να ασπαζόμαστε χωρίς πολλά-πολλά και οι ίδιοι έχουν (αυτο)ταχθεί στην υπηρεσία αστυνόμευσής του, για αυτό δεν μπαίνουν και ποτέ στον κόπο μιας σοβαρής ανάλυσης, μιας συγκροτημένης κριτικής, μιας συνεκτικής αντιπρότασης, τουλάχιστον όσοι από αυτούς έχουν τη δυνατότητα να το κάνουν. Δεν είναι αυτός ο ρόλος τους, ο ρόλος τους είναι «κοιτάτε τι λέει το μνημονιακό παπαγαλάκι, το ανάλγητο όργανο των εκδοτών, των επιχειρηματιών, του συστήματος κ.λπ.». Η δουλειά η δική τους τελειώνει στην υβριστική, χλευαστική, απαξιωτική στοχοποίηση - οι αναλύσεις είναι για άλλους.
Το κυριότερο και λυπηρότερο γνώρισμά τους είναι η βαθιά αντιδημοκρατική τους αντίληψη. Δεν υπάρχει ελεύθερη γνώμη που να είναι αντίθετη από τη δική τους, πάντα κάποιο σκοτεινό σχέδιο εις βάρος του λαού υπηρετεί. Δεν υπάρχει κανένας απολύτως σεβασμός  στην αντίθετη άποψη, αυτή πρέπει απλώς να μην ακούγεται (γι' αυτό πρόσφατα ζήτησαν κάποιοι και την απόλυση συναδέλφου τους στην ίδια εφημερίδα). Δεν υπάρχει δημοκρατική διαφωνία, υπάρχει το δόγμα «όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας». Δεν πολεμούν ιδέες, πολεμούν ανθρώπους.
Με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ τα έχουν βρεί λίγο σκούρα. Βλέπουν μέρα με τη μέρα να ξηλώνεται το πουλόβερ που μαζί του είχαν πλέξει και να τους αφήνει όλο και πιο γυμνούς. Πόσο ακόμα θα μιλάς για παπαγαλάκια του συστήματος όταν το σύστημα έχει πια άλλο όνομα και όλα αυτά που είχαν με πάθος πολεμήσει βλέπουν να γίνονται απαράλλαχτα και σήμερα- ακόμα κι αυτοί θα καταλαβαίνουν ότι γίνονται γραφικοί. Είναι τυχαίο ότι η νέα Ηγερία των περισσότερων χωροφυλάκων της ανιμνημονιακής ιδεολογίας είναι η πράγματι συνεπής στον προεκλογικό εαυτό της Ζωή Κωνσταντοπούλου; Αν τους αρκεί αυτή η πολιτική έκφραση εμάς μας περισσεύει.

27 Μαΐ 2015

Η μάχη για το πελατειακό κράτος

Ο πρωθυπουργός δεν διαπραγματεύεται την σωτηρία και την ανάπτυξη της χώρας μέσω του υγιούς ιδιωτικού τομέα, αλλά την ενίσχυση του κρατισμού, που θα τού εξασφαλίσει παραμονή στην εξουσία. Διαπραγματεύεται, δηλαδή, την διαιώνιση μίας καταστάσεως που είναι η αιτία της κρίσεως και που τα μνημόνια στόχο είχαν και έχουν την άρση της.
του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου, από europeanbusiness            

Η εξοργιστική αδιαφορία με την οποία αντιμετωπίζει η κυβέρνηση την ανεργία και την άνοδό της συνάδει απόλυτα και με τον προκλητικό κυνισμό που δείχνει απέναντι σε 1.300.000 ανέργους της χώρας. Παράλληλα, οι παραστάσεις υπουργών της κυβέρνησης και του ίδιου του πρωθυπουργού με τις καθαρίστριες του υπουργείου Οικονομικών και τους χρυσοδάκτυλους «εργαζόμενους» στην πάλαι ποτέ κρατική τηλεόραση, είναι η πειστικότερη απόδειξη του άκαμπτου ταξικού χαρακτήρα της σημερινής συγκυβέρνησης, και κυρίως του δήθεν αριστερού σκέλους της, που είναι και κυρίαρχο.           

Όλα αυτά, λοιπόν, έφεραν στην μνήμη μας την παρουσίαση ενός βιβλίου του καθηγητή κ. Γρηγόρη Θ. Παπανίκου από τον καθηγητή κ. Θάνο Σκούρα πέρυσι τον Μάιο στο Αθηναϊκό Ινστιτούτο Εκπαίδευσης και Έρευνας.

Με τίτλο «Η οικονομική κρίση της Ελλάδας: μια ταξική ανάλυση υπέρ των μνημονίων», το βιβλίο αυτό είναι σήμερα εξαιρετικά επίκαιρο. Και είναι επίκαιρο διότι η σημερινή ελληνική κυβέρνηση που ασκεί την εξουσία είναι η πιο ταξική που θα μπορούσε ποτέ να υπάρξει. Πέντε μήνες τώρα, ο κ. Αλέξης Τσίπρας και οι κυβερνητικοί εταίροι του μας λένε ότι διαπραγματεύονται «σκληρά» με τους θεσμούς, αλλά ο απλός πολίτης μάλλον δεν γνωρίζει τίποτε περί του πραγματικού αντικειμένου αυτής της διαπραγματεύσεως. Γι αυτό, σκόπιμον είναι να βάλουμε κάποια πράγματα στην θέση τους.

Πριν απ’ όλα, θα πρέπει να τονίσουμε με έμφαση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ήλθε στην εξουσία για να αποτελέσει παρένθεση. Χρησιμοποίησε όλα τα μέσα που «άγιαζε» ο σκοπός για να καταλάβει την εξουσία και να παραμείνει σε αυτήν –ενδεχομένως δε για πολύ καιρό. Έτσι, στην πεντάμηνη θητεία της, η κυβέρνηση στην ουσία διαπραγματεύεται «κέρδος χρόνου» για να μπορέσει να τοποθετήσει συγγενείς, φίλους, ημέτερους και άλλους τινές στις διάφορες αρθρώσεις της εξουσίας, υπό συνθήκες αδιαφάνειας. Εξ ου και η κατάργηση του θεσμού της Διαφάνειας, πράξη για την οποία ελάχιστος λόγος έγινε.

Στην συνέχεια, και με δεδομένη την δραματική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, η κυβέρνηση δεν ενδιαφέρεται για την ανάπτυξή της αλλά για την ενίσχυση του κρατισμού –που είναι και ο βασικός οικονομικός μοχλός της πολιτικής της εξουσίας. Στο επίπεδο αυτό, λοιπόν, η κυβέρνηση, γράφοντας στα παλαιότερα των υποδημάτων της υποχρεώσεις, δεσμεύσεις και προσανατολισμό της χώρας, είναι έτοιμη να συμπράξει με Κινέζους, Ρώσους και άλλους προκειμένου να πάρει δάνεια 15-20 δισ. ευρώ, εκχωρώντας δημόσια περιουσία. 

Το πρόβλημά της, όμως, είναι ότι δεν την πολυεμπιστεύονται οι διάφοροι συνομιλητές της –οι οποίοι, βεβαίως, έχουν γεωπολιτικές θεωρήσεις και στοχεύσεις πολύ πιο επεξεργασμένες από τις κοντόθωρες και υπεραπλουστευτικές βλέψεις μιας συγκυβερνήσεως χρεοκοπημένης χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Υπό αυτές τις συνθήκες, όσο «γην και ύδωρ» δώσει η παρούσα κυβέρνηση σε χώρες που ανταγωνίζονται την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Δύση γενικότερα, είναι πολύ δύσκολο να τις πιέσει να έλθουν σε ρήξη με την πρώτη εμπορική δύναμη στον κόσμο. 

Συνεπώς, ο πρωθυπουργός και οι περί αυτόν σύμβουλοί του παίζουν κυριολεκτικά με την φωτιά –που έχει την ιδιότητα να καίει όσους δεν προσέχουν.

Και ενώ όλα αυτά επισυμβαίνουν στο παρασκήνιο, η ιδιωτική οικονομία καταρρέει. Οι άνεργοι του ιδιωτικού τομέα αυξάνονται, οι επιχειρήσεις που ακόμα λειτουργούν πληρώνουν το προσωπικό τους με κατά μέσον όρο 4 μήνες καθυστέρηση, οι εισαγωγείς πρέπει να προπληρώνουν τα προϊόντα που εισάγουν, η αβεβαιότητα έχει ρίξει το τουριστικό ρεύμα πάνω από 20%, οι κρατικοδίαιτοι φορείς και επιχειρήσεις έχουν απλήρωτους προμηθευτές πάνω από 15 μήνες, κοινοτικά προγράμματα έχουν παγώσει λόγω ελλείψεως ρευστότητας και ο ταξικός χαρακτήρας της ελληνικής κοινωνίας εντείνεται.

Τα παρασιτικά κοινωνικά στρώματα που τρέφονται από το κράτος και που έφεραν τους κ.κ. Τσίπρα και Καμμένο στην εξουσία, αποχωρώντας από τα δύο μεγάλα παραδοσιακά κόμματα, είναι αυτά που στην διάρκεια της κρίσεως υπέστησαν τις λιγότερες ζημιές. Αντίθετα, στην περίοδο της κρίσεως οι οικονομικές απολαβές των στρωμάτων αυτών –που κατά τους Γρηγόρη Παπανίκο και Θάνο Σκούρα αντιπροσωπεύουν το 40% των εργαζομένων στην Ελλάδα– αποστερούν σημαντικούς οικονομικούς πόρους από τα μη κρατικοδίαιτα, και άρα λιγότερο προνομιούχα, κοινωνικά στρώματα και ως εκ τούτου τα οδηγούν στην εξαθλίωση.

Υπό αυτές τις συνθήκες, η περίφημη διαπραγμάτευση της σημερινής κυβερνήσεως έχει σκληρό ταξικό χαρακτήρα. Ο πρωθυπουργός δεν διαπραγματεύεται την σωτηρία και την ανάπτυξη της χώρας μέσω του υγιούς ιδιωτικού τομέα, αλλά την ενίσχυση του κρατισμού, που θα τού εξασφαλίσει παραμονή στην εξουσία. Διαπραγματεύεται, δηλαδή, την διαιώνιση μίας καταστάσεως που είναι η αιτία της κρίσεως και που τα μνημόνια στόχο είχαν και έχουν την άρση της.

Συνεπώς, το πρόβλημα του κ. Τσίπρα δεν είναι οι διάφορες δήθεν προοδευτικές συνιστώσες του κόμματός του, αλλά οι κρατικοδίαιτες δυνάμεις που τον έφεραν στην εξουσία και οι οποίες, για να παραμείνουν σε αυτήν, θα πρέπει να κάνουν μνημονιακές παραχωρήσεις.

Το ερώτημα έτσι που τίθεται είναι αυτό του βαθμού παραχωρήσεων που θέλει να κάνει  η παρασιτική Ελλάδα της οπισθοδρομήσεως, απέναντι στην άλλη, πραγματικά προοδευτική Ελλάδα που σήμερα πνίγεται. Με πιο απλά λόγια, το μέλλον της χώρας εξαρτάται από το κατά πόσον η συγκυβέρνηση θα δεχθεί να βάλει νερό στο κρασί του πελατειακού κράτους, αφ’ ενός, για να αποφύγει την επίσημη πτώχευσή του και, αφ’ ετέρου, για να διατηρήσει κάποια από τα προνόμιά του.

20 Μαΐ 2015

Δημοκρατία κατάλληλη μόνο για να προσκυνάει λείψανα

Του Τάκη Θεοδωρόπουλου, από την athensvoice
Το ζήτημα με τον καρνάβαλο που στήθηκε γύρω από το «σκήνωμα» της Αγίας Βαρβάρας δεν είναι το θρησκευτικό αίσθημα. Το θρησκευτικό αίσθημα, η αποδοχή της ανθρώπινης αδυναμίας απέναντι σε μια ύπαρξη πρόσκαιρη με προδιαγεγραμμένο τέλος, είναι απολύτως σεβαστό. Όπως είναι σεβαστή η ανθρώπινη αδυναμία, η σωματική και η ψυχική αναπηρία, ο φόβος του θανάτου, ο πόνος της αρρώστιας, η φτώχεια και όσα αισθήματα δεν μπορείς να τα διαχειρισθείς με το οπλοστάσιο της λογικής, όπως ο έρωτας ή το πένθος.
H επεξεργασία του θρησκευτικού αισθήματος υπήρξε μία από τις βασικές ιδρυτικές χειρονομίες του πολιτισμού, κάθε πολιτισμού. Ο δικός μας, από το πρώτο ξημέρωμά του, από τον Όμηρο και τον Αισχύλο ως τους μεγάλους καθεδρικούς ναούς της σκέψης που οικοδόμησε η φιλοσοφία το ανακήρυξε σε κεντρικό υπαρξιακό ζήτημα, μαζί με την πολιτική οργάνωση και την αναζήτηση των αρχών και του τρόπου λειτουργίας του σύμπαντος κόσμου. Όπως δεν μπορούμε να διανοηθούμε τον ευρωπαϊκό πολιτισμό χωρίς τις αναφορές στον ελληνορωμαϊκό πολιτισμό, χωρίς τη μεγάλη τέχνη της Αναγέννησης ή τον Γαλιλαίο, έτσι και δεν μπορούμε να τον διανοηθούμε χωρίς τη χριστιανική εκκλησία. Όλα αυτά συνυπήρξαν, όχι πάντα αρμονικά, πάντως συνυπήρξαν. Και ο Μιχαήλ Άγγελος για τον Πάπα έφτιαχνε τα αριστουργήματά του.
Αυτά για αρχή. Για να προσθέσω και κάτι που έγραψε ο Ράσελ και με έχει σημαδέψει: η αθεΐα είναι η άλλη πλευρά του νομίσματος της πίστης. Ο άθεος πιστεύει ότι δεν υπάρχει θεός, όπως και ο πιστός πιστεύει ότι υπάρχει. Δεν είναι περισσότερο ανορθολογιστής ο γεροντάκος που θέλει να ακουμπήσει το τζάμι με τα σάλια που καλύπτει ένα κομμάτι ωλένης από τον βλαμμένο κουκουλοφόρο που καίει ανθρώπους στη Μαρφίν και γράφει στον τοίχο «Κάτω ο Πολιτισμός».
Ο αγνωστικιστής αμφιβάλλει και προσπαθεί να επεξεργαστεί με τη λογική τις αμφιβολίες του. Στην καθ’ ημάς Ανατολή βέβαια τα πράγματα και σ’ αυτό τον τομέα είναι απλούστερα. Η εκκλησία εξακολουθεί να παραμένει κρατική υπηρεσία, κάτι σαν το Υπουργείο Χωροταξίας με ράσα, το θρησκευτικό αίσθημα εξακολουθεί να συνδέεται με ιστορικά απολιθώματα όπως ο εθνικισμός και βέβαια αποτελεί ένα πρώτης τάξεως υλικό για τη συνταγή του λαϊκισμού. Αν είσαι Έλληνας οφείλεις να είσαι χριστιανός ορθόδοξος και να πηγαίνεις στην Ανάσταση κρατώντας ένα άσπρο κερί. Φέτος στην εκκλησία του Σωτήρος στην Κυδαθηναίων ο παπάς πριν εκφωνήσει το περίφημο Χριστός Ανέστη έσκυβε από την εξέδρα χαμογελώντας για τις φωτογραφίες των πιστών από τα κινητά. Ω του θαύματος! Ο Θεός της Ελλάδας έχει τη μαγική ικανότητα να μετατρέπει ό,τι περνάει στην επικράτειά του σε ευτράπελο. Η περίφημη «τραγωδία» που ζει ο τόπος στην πραγματικότητα είναι κωμική επιθεώρηση όπου ο κάθε καρατερίστας, από τον Βαρουφάκη ως τον Θεσσαλονίκης Άνθιμο, κάνουν το νούμερό τους επί σκηνής.
Το ζήτημα είναι ότι η ορθόδοξη εκκλησία ταυτίζει το θρησκευτικό αίσθημα με τον καρνάβαλο της Αγίας Βαρβάρας. Ή μάλλον, για την ακρίβεια, το αντιμετωπίζει με την αδιαφορία που αντιμετωπίζει ο υπάλληλος της Νομαρχίας το έγγραφο για την αποκατάσταση του σπασμένου υπόνομου στο Περιστέρι. Σημασία δεν έχει να φτιαχτεί ο υπόνομος. Σημασία έχει να διεκπεραιωθεί το έγγραφο. Το λείψανο λειτουργεί όπως η σφραγίδα του Εθνόσημου, ένα σύμβολο κενό περιεχομένου το οποίο όμως σου επιτρέπει να πεις πως έκανες το καθήκον σου. «Εγώ το προσκύνησα, άρα δεν χρειάζομαι αντικαταθλιπτικό, που είναι κι ακριβό».
Η ορθόδοξη εκκλησία, προσηλωμένη στο «σχήμα» και τους «τύπους», είναι η κατ’ εξοχήν υπεύθυνη για τη μεγάλη πνευματική επινόηση του σύγχρονου ελληνισμού, την παπαγαλία. Δεν χρειάζεται να πιστεύεις, αρκεί να κάνεις το σημείο του σταυρού, δεν χρειάζεται να μαθαίνεις, αρκεί να επαναλαμβάνεις αυτό που λέει το βιβλίο της Ιστορίας.
Δεν φτάνει το ελαφρυντικό ότι εμείς δεν περάσαμε Διαφωτισμό. Είναι σαν αυτό που λέγαμε παλιά ότι για όλα φταίει η Τουρκοκρατία. Ιστορικά είχαμε πολλές ευκαιρίες να «διαφωτιστούμε». Και σήμερα, όταν το χαμόγελο αισιοδοξίας που έφερε ο Διαφωτισμός στην ύπαρξη έχει αρχίσει να θαμπώνει, εμείς, για μια ακόμη φορά, αισθανόμαστε πως τα πράγματα επιβεβαιώνουν τη χειρότερη πλευρά του εαυτού μας. Εμείς μένουμε ίδιοι, ο κόσμος αλλάζει και προσαρμόζεται στα μέτρα του δικού μας ανορθολογισμού. «Πάρε για καλό και για κακό κι ένα αγιασμένο στιλό για να γράψεις μαθηματικά, παιδί μου».
Το ζήτημα είναι πώς το θρησκευτικό αίσθημα μετατρέπει κοινωνικές ομάδες σε όχλο. Οι κυρίες που ούρλιαζαν ζητώντας παράταση της παραμονής του λειψάνου στον Άγιο Σάββα, σαν να ζητάνε παράταση για τις δηλώσεις στην εφορία, αδιαφορώντας παντελώς για τους καρκινοπαθείς, οι γιατροί που ζητούσαν προτεραιότητα για να προσκυνήσουν γιατί είναι γιατροί, ήταν η γενική δοκιμή αυτού που θα συμβεί αν ο μη γένοιτο επέλθει η κατάρρευση της οικονομίας. Το εξαγριωμένο πλήθος του Άγιου Σάββα δεν διαφέρει και πολύ από τους «Αγανακτισμένους» του Συντάγματος. Έλειπε μόνο ο Βαρουφάκης με το καφάσι του για να τους εξηγήσει πώς λειτουργεί το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα. Όλοι εναντίον όλων και ο «Λεβιάθαν» του Χομπς σε πλήρη ανάπτυξη, βουλιμικός, εξαγριωμένος, πεινασμένος, παντοδύναμος. Είναι αυτό που λέμε πως η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα.
Γιατί ζητάμε από την εκκλησία και τους πιστούς της να φερθούν με άλλο τρόπο απ’ αυτόν με τον οποίον συμπεριφέρονται οι πολιτικοί; Γιατί θεωρούμε πως ο Πειραιώς Σεραφείμ έχει περισσότερο αίσθημα ευθύνης από τον Κατρούγκαλο; Η αντίληψη του πονηρούτσικου Μητρόπουλου για το σύγχρονο κόσμο πόσο διαφέρει από την αντίληψη του μητροπολίτη Καλαβρύτων; Και ο μεν και ο δε ανήκουν στις ελίτ αυτής της χώρας.
Ας το πάρουμε κάποτε απόφαση: αυτό που ζούμε πέντε χρόνια τώρα, όπως κι αυτό που ζούσαμε πριν, όταν η Ελλάδα λειτουργούσε σαν απέραντο σκυλάδικο, οφείλεται στην παταγώδη αποτυχία των ελίτ. Φτιάξαμε μια δημοκρατία ισοπεδωμένη, κατάλληλη μόνο για να προσκυνάει λείψανα, θρησκευτικά, πολιτικά, οικονομικά, πνευματικά.

17 Μαΐ 2015

Εγκαταλείπουν

του Λεωνίδα Καστανά, από το Blog: μη μαδάς τη μαργαρίτα

O SYRIZA είχε, εδώ και ένα χρόνο, στην τσέπη την εκλογική νίκη. Το εκλογικό σώμα είχε πάρει τη ροπή του, ο Σαμαράς δεν είχε πιθανότητες να το  γυρίσει. Μια προ εκλογών συμφωνία με τους δανειστές απλά θα έκανε την ήττα του μεγαλύτερη.  Ο κόσμος είχε πιστέψει ότι το σχήμα «λεφτά χωρίς μνημόνιο» ήταν εφικτό, αρκεί κάποιος νάχε τα κότσια να το θέσει στο τραπέζι με άγριο βλέμμα. Εδώ πιστεύει ότι μας ψεκάζουν ή ότι θεραπεύουν τον καρκίνο τα λείψανα της Αγίας. Συνεπώς θα μπορούσε να κατεβάσει ένα δυο ταχύτητες στις προεκλογικές υποσχέσεις ώστε νάχει αβάντζιο στις διαπραγματεύσεις. Αν ήθελε πραγματικά να διαπραγματευτεί και να πετύχει μια συμφωνία στα βασικά. Αλλά δεν το έκανε και καλώς δεν το έκανε. Δεν το πίστευε και δεν είπε ψέματα σε αυτό. Με κάθε τρόπο μας υπενθύμιζε ότι παίζει και η ρήξη αν …

Τρεις μήνες τώρα το πάει και το φέρνει αλλά όχι για να βρει μια λύση. Εργάζεται για να μη βρει. Από τη στιγμή που κατάλαβε ότι οι έξω δεν μασάνε και έχουν ταμπουρωθεί καλά πετάει τη μπάλα στην εξέδρα και κάνει καθυστέρηση για να φέρει τα πράγματα στο Χ. Ακόμα και αν υπογράψει δεν θα υλοποιήσει τίποτα, τουναντίον όλοι τότε θα κάνουν τα πιο τρελά δικά τους. Και με χίλιες υπογραφές, η ασφυξία δεν θα κοπάσει αφού οι «έξω» δεν τον εμπιστεύονται ακόμα και αν κάνει 100.000 απολύσεις στο δημόσιο. Έχει φροντίσει γι αυτό. Ότι κι αν νομοθέτησε, εκτός μνημονιακών δεσμεύσεων, αυτές τις 100 μέρες συμπυκνώνονται σε ένα μήνυμα προς τους εταίρους. «Κύριοι δεν μπορώ να το κάνω, βρείτε εσείς μια λύση με τους εδώ να τελειώνουμε».

Δεν πήγε ο Γιάνης να κάνει τα show του με τα σακάκια και να δυναμιτίσει τη συμφωνία έτσι από μόνος του. Ούτε ο Μπαλτάς γύρισε την εκπαίδευση στο 80 μόνο από προσωπικές του ιδεοληψίες. Και ο Παρασκευόπουλος δε βιάστηκε από αφέλεια να βγάλει το Σάββα ενώ όλοι ήξεραν ότι οι Αγγλοαμερικάνοι θα στραβώσουν άσχημα. Ούτε βγαίνουν τυχαία οι «Αριστεροί» και λένε ότι πιο ακραίο και αντιφατικό τους κατεβαίνει. Ούτε βγάζουν από απρονοησία τον Αλέκο με τον καφέ στα κανάλια.  Και αυτά με τα «μέσα έξω δημοψήφισμα» δεν είχαν κανένα λόγο να τα πλασάρουν αν δεν ήθελαν να αδειάσουν οι τράπεζες και να στεγνώσει η αγορά. Νομίζω ότι στοSYRIZA κοιτάζουν τις δημοσκοπήσεις που τους δείχνουν ακόμα κραταιούς και εκνευρίζονται. Έχει δαγκώσει ο κόσμος γερά τη λαμαρίνα και δε λέει να την αφήσει όσο και αν του την τραβούν.

Κανείς από το SYRIZA δεν θέλει να ζήσει σε μια φτωχή και διαλυμένη Ελλάδα εκτός ΕΕ. Είπαμε ιδεοληψία αλλά από μπαγιόκο μια χαρά  τους βλέπω όλους. Αν η έξοδος είχε οφέλη έστω και για κάποιες κοινωνικές ομάδες που τους στηρίζουν (ΔΥ, συνταξιούχοι) θα το συζητούσαν σοβαρά. Αλλά ξέρουν ότι οι κρατικοδίαιτοι χρειάζονται κάποιον να τους ταΐζει  και αυτοί είναι οι απασχολούμενοι του ιδιωτικού τομέα. Χωρίς λεφτά από την τρόϊκα η Ελλάδα δεν μπορεί να ζήσει, ούτε όπως ζούσε πριν τις εκλογές, πόσο μάλλον να ανακάμψει. Και κανείς δεν θέλει να κυβερνήσει μια χώρα που καταρρέει και να χρεωθεί την απόλυτη φτώχια που έρχεται.

Εδώ που τα λέμε οι περισσότεροι αντίπαλοί τους είχαν ένα φόβο μπας και τα καταφέρουν στο μπλοφάρισμα. Μήπως και οι έξω μασήσουν και υποχωρήσουν. Συνεπώς το ρίσκο που πήραν, έστω και μεγάλο, άξιζε τον κόπο για τη δική τους λογική. Ο κόσμος δεν είναι ηλίθιος. Υπήρχε μια πιθανότητα να πετύχουν και τους την έδωσε. Γιατί είναι πολλά τα λεφτά. Και κουρεματάκι και χρήμα ζεστό και καμιά σοβαρή μεταρρύθμιση και αξιοπρέπεια. Τι άλλο να ζητήσει ο Έλληνας; Το δέλεαρ ήταν μεγάλο για να πούνε όχι στο ποντάρισμα ενώ στη τσόχα έπαιζε «σταυρός μ’ αγκάθια». Γι αυτό και ακόμα στέκονται. Ό Έλληνας που παίρνει γραμμή από την τηλεόραση ακόμα ελπίζει και πώς να μην το κάνει όταν το όνειρο είναι τόσο γλυκό. Απλά οι καναλάρχες δεν αποφάσισαν ακόμα να το γυρίσουν γιατί και αυτοί έχουν κόκκινα δάνεια και δεν πρέπει να το ρισκάρουν.

Ο SYRIZA ξέρει πια ότι το επόμενο μνημόνιο που θα υπογράψει μια ελληνική κυβέρνηση θα είναι πολύ πιο σκληρό και απαιτητικό από τα προηγούμενα. Με απαιτήσεις για βαθιές μεταρρυθμίσεις και γενναίο ψαλίδισμα του κράτους αδίκου. Πόσες χώρες της ΕΕ ζουν πιο φτωχά από μας; Ε εκεί θέλουν να μας πάνε και θα μας πάνε. Στη Σλοβακία, τη Σλοβενία, τη Λετονία, την Εσθονία και δε συμμαζεύεται. Και κει να δεις για πότε στήνουμε ξανά αγροτική παραγωγή, και φάμπρικες και πατέντες και πουλάμε τα ασημικά του κράτους, και ανοίγουμε την οικονομία μας στην καινοτομία, στο ξένο κεφάλαιο και απλοποιούμε το κράτος και τρέχουμε κλπ. Η Δύση βρήκε την ευκαιρία για την τελική λύση του ελληνικού προβλήματος και της την έδωσε ο ελληνικός λαός ψηφίζοντας SYRIZA. Τα καμώματα των κυβερνητικών είναι το βούτυρο στο ψωμάκι των Δυτικών Ελίτ. Αυτό που υποτίθεται ότι αντιστρατεύονται, αυτό ενισχύουν.   Και στις χώρες που προανέφερα αλλά και σε άλλες πιο ανθηρές από μας το «ρετσίνα Κουρτάκη, κάθε μέρα γιορτή» που παίζει στην Ελλάδα από πρωί μέχρι το άλλο πρωί εκεί δεν παίζει ούτε στις πιο μεγάλες εθνικές εορτές.

Και να γράψω κάτι για την αντιμεταρρύθμιση του κ. Μπαλτά. Είναι οι σωστές ρυθμίσεις για να χώσεις την Ελλάδα ακόμα πιο βαθιά στα «νεοφιλελεύθερες πηγάδια» της Δύσης. Και να τη χώσεις με ντεσαβαντάζ, ως παρία, ως ζήτουλα. Αν είσαι αληθινός αριστερός παλεύεις τον καπιταλισμό με τα όπλα του. Γίνεσαι αυτάρκης, επιστημονικά άρα και ισχυρός οικονομικά και του βγάζεις τη γλώσσα και μετά τραβάς το δρόμο σου. Γιατί όπως και να το κάνουμε ο κύκλος του Οtto κινεί το βενζινοκινητήρα και πρέπει να τον ξέρεις άριστα. Αν θέλεις να δώσεις δύναμη στο δάσκαλο, πχ.  δεν τον βάζεις να εκλέγει διευθυντή τον κολλητό του ή τον πιο αδύναμο και ανίκανο που δεν θα του ζητήσει ποτέ τα ρέστα. Δίνεις το δικαίωμα σε δασκάλους να στήσουν κολεκτιβιστικά σχολεία, τους παρέχεις την υποδομή και τους αφήνεις να κάνουν  τα δικά τους προγράμματα αλλά και να πληρώνονται από τους μαθητές τους. Αν κοροϊδεύουν προφανώς και θα πεινάσουν. Αλλά όταν έχουμε καταπιεί τον κομμουνισμό αμάσητο τότε κάνουμε απλώς δημοσιοϋπαλληλία με τα λεφτά των ξένων.

Ο SYRIZA δεν μπορεί να κάνει τίποτα, πέρα από καταγγελτική αντιπολίτευση. Δεν ξέρει, δεν θέλει, δεν γουστάρει.  Ταλαιπωρεί και ταλαιπωρείται. Γι αυτό και αφήνει την υπόθεση να σαπίζει μέχρι να πέσει με κάποιο τρόπο. Είτε με παράταση των ανωμαλιών, είτε με συμφωνία και κυβέρνηση εθνικής ενότητας, είτε με δημοψήφισμα του στυλ αφού άλλα θέλει ο λαός εμείς δεν θα του πάμε κόντρα, είτε με εκλογές, του στυλ μας έριξαν οι κακοί δανειστές ο SYRIZA θα φύγει άμεσα. Το ζήτημα είναι τι ακολουθεί. Και αν γράφω συνεχώς για κυβέρνηση πολλών κομμάτων είναι για να μπορεί να συγκρατήσει τη δυσαρέσκεια λόγω του καταιγισμού των αλλαγών που θα ακολουθήσουν. Λόγω της αλλαγής παραδείγματος που θα είναι βίαιη και σκληρή. Διαφορετικά και ο SYRIZA να δεχόταν να τις υλοποιήσει όλοι οι άλλοι θα του έκαναν αντιμνημονιακή αντιπολίτευση και σύντομα θα τον έριχναν. Το «σχέδιο» είναι να παγιδευτεί όλο το πολιτικό δυναμικό σε έναν άλλο στόχο. Αυτό δυστυχώς ή ευτυχώς είναι και το σχέδιο των δανειστών.

Όλα αυτά προφανώς και τα εικάζω.       

12 Μαΐ 2015

Παιδεία εν έτει 2015.

Αναδημοσίευση από το Blog: ΠΛΗΚΤΡΟλογίες
Καμιά διάθεση ή –πολύ περισσότερο– πρόθεση έχω να υποβαθμίσω την ομολογουμένως επιτυχημένη ανοιχτή συγκέντρωση της επιτροπής πρωτοβουλίας «Παιδεία 2015», με κεντρικό σύνθημα το λογοπαίγνιο «όχι μπαλτά στην παιδεία», που πραγματοποιήθηκε χτες στο Μαρούσι σαν αντίδραση στην επιχειρούμενη από την κυβέρνηση οπισθοδρόμηση της παιδείας με τo νομοσχέδιo του υπουργείου Παιδείας, που η συζήτησή του αρχίζει απόψε στη Βουλή.

«Άπαντες παρόντες», θα μπορούσε να είναι ένας δημοσιογραφικός τίτλος για να καταδειχτεί το πλήθος των συμμετασχόντων από τον εκπαιδευτικό χώρο, αλλά για να τονιστεί ιδιαίτερα η παρουσία σχεδόν όλων από τους διατελέσαντες τα τελευταία τουλάχιστον χρόνια υπουργούς στον ευαίσθητο και νευραλγικό αυτόν τομέα. Και δεν ήταν μόνο αυτοί, αφού σημαντικός ήταν κι ο αριθμός των βουλευτών από τα κόμματα της αντιπολίτευσης που έκαναν αισθητή την παρουσία τους.

Ακούστηκαν πολλά εξόχως ενδιαφέροντα και κατατοπιστικά για τις επιπτώσεις που θα προκαλέσουν οι εισαγόμενες από την κυβέρνηση ρυθμίσεις στη δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση, για τις συνέπειες που θα ανακύψουν και την υποβάθμιση που θα επέλθει στα ΑΕΙ με την κατάργηση του «νόμου Διαμαντοπούλου». Μάλιστα, όπου γινόταν αναφορά στο συγκεκριμένο νομοθέτημα η αντίδραση από το ακροατήριο ήταν εξόχως θερμή [δεν διέκρινα, δυστυχώς, αν μεταξύ των χειροκροτητών σ’ αυτές τις αποστροφές ήταν κι ο παρευρισκόμενος κύριος Αρβανιτόπουλος]. Διατυπώθηκαν και συγκεκριμένες ιδέες και προτάσεις για το παρόν και το μέλλον του εκπαιδευτικού συστήματος και το ρόλο των εκπαιδευτικών. Όλα κύλησαν καλά.

Το πόσο «καλά» κυλούν τα εκπαιδευτικά μας θέματα επί σειρά ετών δεν χρειάζεται νομίζω να το επισημάνω εγώ. Η παιδεία κάθε τρεις και λίγο πρωταγωνιστεί –αρνητικά κατά κανόνα– στην επικαιρότητα και οι οικογένειες που έχουν παιδιά σε κάποια από τις εκπαιδευτικές βαθμίδες βιώνουν «από πρώτο χέρι» τα προβλήματα και τις παθογένειες του εκπαιδευτικού συστήματος, το ίδιο κι οι διδάσκοντες όλων των βαθμίδων κι όλων των χώρων.

Αυτή η δυσάρεστη –έως θλιβερή– κατάσταση, έδωσε κατά καιρούς ευκαιρίες για συζητήσεις και αναζητήσεις –αλλά και σκληρές αντιπαραθέσεις, βεβαίως– για συνταγματική αναθεώρηση του άρθρου 16, για τις καταλήψεις, για την κατάργηση του ασύλου, για τα δωρεάν σχολικά βιβλία, για τα συγγράμματα κ.ο.κ. Φτάσαμε στο 2015 με τον τρόπο αυτό κι ακόμα αναζητάμε τρόπους για να επιλέγονται οι διευθυντές των σχολικών μονάδων, για την αξιολόγηση, για τις εισαγωγικές στα ΑΕΙ, για χίλια δυο πράγματα.

Να το γράψω όπως το αισθάνθηκα στη χτεσινή εκδήλωση. Έχουμε χάσει από χέρι. Και δεν εννοώ εμάς, που σαράντα χρόνια διαχειριστήκαμε με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τα της παιδείας –και όχι μόνο, βεβαίως-βεβαίως. Είναι χαμένα τα παιδιά κι οι γενιές που ακολουθούν και θα είναι χαμένα όσο εμείς κι όλοι όσοι ασχολούνται με τα της παιδείας και του εκπαιδευτικού συστήματος δεν βάλουν στην άκρη τις κομματικές και παραταξιακές τους ταμπέλες, καρέκλες και βολές κι ασχοληθούν ουσιαστικά για τα πραγματικά προβλήματά της.

Αν δεν μπει πρωτίστως, με ειλικρίνεια και διάθεση, η παιδεία στο επίκεντρο του πολιτικού και κοινωνικού ενδιαφέροντος και να πάνε στην πάντα τα συμφέροντα και τα νταλαβέρια, είτε δασκάλων και καθηγητάδων με τα κομματικά γραφεία, είτε πανεπιστημιακών με τις κυβερνητικές καριέρες και τις επαγγελματικές ανελίξεις, ούτε το μέλλον της παιδείας πρόκειται να ξεκαθαρίσει, ούτε το μέλλον των παιδιών μας βρίσκεται εντός των συνόρων της χώρας. Αν, με δυο λόγια, η εκπαιδευτική βιομηχανία της χώρας δεν αφοσιωθεί στο έργο της και δεν αναπροσανατολιστεί στο σκοπό της, στην παραγωγή δηλαδή εκπαιδευμένων πολιτών και κατηρτησμένων επιστημόνων, θα διαιωνίζονται οι συνελεύσεις κι οι πρωτοβουλίες σε πλατείες και στάδια, αλλά λύση στο προαιώνιο πρόβλημα της διασύνδεσης π.χ. της πανεπιστημιακής έρευνας με τις επιχειρήσεις δεν πρόκειται να υπάρξει.

Ο ανώνυμος εκπαιδευτικός κι εγώ μαζί ως πολίτης ήμασταν εκεί χτες, ήμασταν για ν’ ακούσουμε και να δούμε κατά πού μπορούν να τραβήξουν οι εξελίξεις στο χώρο της παιδείας. Ν’ αφουγκραστούμε και να καταλάβουμε, να ενημερωθούμε, ν’ αντιδράσουμε. Ούτε για το θεαθήναι πήγαμε, ούτε για δημόσιες σχέσεις.

Δεν υπονοώ μ’ αυτό, ότι όλοι αυτοί οι επώνυμοι που παραβρέθηκαν θα ήταν καλύτερα να είχαν κάτσει στα σπίτια τους, αλλά θα επιθυμούσα, προτού ξαναβγούν στην αντίσταση για το καλό της παιδείας και της χώρας, να επιχειρούσαν μια βαθιά και ειλικρινή αυτοκριτική για την κατάσταση που επικρατεί στην παιδεία σήμερα. Να συλλογιστούν, πού θα μπορούσαμε να είμαστε ως χώρα και ως κοινωνία, αν, όταν έπρεπε, συμφωνούσαν κι αποφάσιζαν κυβερνώντες κι εκπαιδευτικοί λειτουργοί, πολιτικοί και πανεπιστημιακοί, «να πέσει μπαλτάς» στις χρόνιες στρεβλώσεις και τις παθογένειες της παιδείας και το μαχαίρι στο εκπαιδευτικό σύστημα της μεταπολίτευσης «να φτάσει στο κόκαλο».

Νομίζω όμως, ότι τότε, τότε που οι συνθήκες ήταν περισσότερο ώριμες κι οι καιροί ιδιαίτερα πρόσφοροι, απασχολούσαν περισσότερο τους αρμόδιους άλλοι «μπαλτάδες» κι άλλα «κόκαλα». Είναι εύκολο ν’ αντιπαλέψουν τώρα τους σκελετούς; Το εγγύς μέλλον θα δείξει.

[Όπως και να ‘χει, απόψε το βράδυ στο Σύνταγμα, θα κρατώ, κύριε Βερέμη, στο χέρι μια μαργαρίτα].

Photo: Γιώργος Πατούλης blog

10 Μαΐ 2015

Οι 100 ημέρες του Σισύφου

Του Γιάννη Βούλγαρη από τα ΝΕΑ

Εντυπωσιακός πράγματι ο συμβολισμός! Η κυβέρνηση επιχειρεί την πολιτική στροφή στον ρεαλισμό ανήμερα σχεδόν της πέμπτης «επετείου» του πρώτου Μνημονίου. Μάιος 2010. Δεν χρειάζεται κανένα non paper για να πιάσουμε το υπονοούμενο. Το θυμόμαστε! Είμαστε η μόνη πια χώρα που όχι μόνο δεν κατάφερε να βγει από το Μνημόνιο, αλλά ετοιμάζεται να υπογράψει καινούργιο. Ιρλανδία, Πορτογαλία έχουν βγει από καιρό και η Κύπρος πάει προς την έξοδο. Πού βρίσκεται ο συμβολισμός; Στο ότι οι 100 πρώτες μέρες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ συμπυκνώνουν το γιατί παραμένουμε εγκλωβισμένοι στη χρεοκοπία και στα Μνημόνια. Μέσα σε τρεις μόλις μήνες ο ΣΥΡΙΖΑ έριξε τη χώρα ξανά στην ύφεση και στα πρωτογενή ελλείμματα. Σαν τον Σίσυφο, γυρίσαμε στο 2012 για να προσπαθήσουμε πάλι να ανεβάσουμε τον βράχο. Ήρκεσαν 100 μέρες για να γίνει σαφές ότι αυτό το μείγμα διαμαρτυρίας, οργής, δημαγωγίας, ψεύδους, παρωχημένων αντιλήψεων, λαθεμένων εκτιμήσεων για τους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς, που πακεταρίστηκε σαν «αντιμνημονιακός λόγος» και καλλιεργήθηκε από το εθνολαϊκιστικό σύμπλεγμα ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ (ας παραβλέψουμε τη Χρυσή Αυγή παρότι μεριμνά για αυτήν η Κωνσταντοπούλου), ήταν πολιτικά και προγραμματικά στείρο. Ούτε σχέδιο ανασυγκρότησης μπορούσε να παραγάγει ούτε να υποδείξει έναν «εναλλακτικό δρόμο» στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές. Κατάφερε όμως κάτι χειρότερο. Εξανέμισε τα βήματα προόδου που είχαμε κάνει με κόπους και θυσίες. Η κοινωνία και οι πολίτες πληρώνουν και θα πληρώσουν το τίμημα της οπισθοδρόμησης. Προς το παρόν, κάνουν τον σταυρό τους να αποφύγουμε τα χειρότερα, γιατί από την πρόθεση μέχρι την επίτευξη μιας συμφωνίας ο δρόμος είναι ακόμα μακρύς.
Τρεις μήνες που συμβολίζουν πέντε χρόνια. Μια χώρα που δεν κατάλαβε ότι χρεοκόπησε και γι’ αυτό ήρθε το Μνημόνιο, αλλά πιστεύει ακόμα ότι επειδή ήρθε το Μνημόνιο χρεοκόπησε. Μια χώρα που δεν κατόρθωσε να συμφωνήσει ούτε στα ελάχιστα μιας εθνικής στρατηγικής εξόδου από την κρίση. Ενα κομματικό - μιντιακό σύστημα που έπαιξε όλο και πιο απροκάλυπτα το χαρτί της δημαγωγίας, της πόλωσης και της καταστροφής του αντιπάλου, αδιαφορώντας κυνικότατα για το εθνικό συμφέρον. Κρατικές και οικονομικές ελίτ που δεν μπόρεσαν να αρθούν πάνω από τον ορίζοντα της τσέπης τους. Και η κοινωνία; Μετέωρη. Από τη μια αφηνόταν με ευκολία να παρασυρθεί από τη δημαγωγία και τον ανορθολογισμό. Από την άλλη, διατήρησε κάτι σαν ιστορικό ένστικτο που αποτρέπει τους τυχοδιωκτισμούς του εθνολαϊκιστικού μπλοκ. Ακόμα και σήμερα, από τη μια συνεχίζει να υποστηρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ και από την άλλη απορρίπτει όλες τις επιλογές της κυβέρνησης στη δημόσια τάξη, στην εκπαίδευση, στο Μεταναστευτικό.
Ολα αυτά ανακινούν κακές ιστορικές στιγμές του εθνικού μας παρελθόντος. Στιγμές εθνικής παρακμής, αν όχι καταστροφής. Αλλά στο παρελθόν έχει υπάρξει και μια άλλη Ελλάδα που σε ανάλογες κρίσιμες φάσεις μπόρεσε να βρει τον δρόμο της ανασύνταξης. Στις σημερινές συνθήκες, αφετηρία της ανασύνταξης είναι η πραγματοποίηση της συμφωνίας με τους δανειστές. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να έχει κάνει την επιλογή της. Αν ναι, είναι καλοδεχούμενη και εφόσον αποδειχτεί επισφαλής θα πρέπει να στηριχτεί. Αν όμως κάνει πίσω γιατί δεν θα μπορεί να την περάσει στο κόμμα, τότε η χώρα θα καταλήξει νομοτελειακά σε μια εμφυλιοπολεμική αναμέτρηση «ευρώ ή δραχμή». Σε αυτή την περίπτωση, που σήμερα φαντάζει απομακρυσμένη, οι δυνάμεις της φιλοευρωπαϊκής Ελλάδας εκ των πραγμάτων θα δώσουν από κοινού τη μάχη.

Το πιθανότερο όμως σενάριο είναι η σύναψη ενός νέου Μνημονίου από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ενόψει αυτής της εξέλιξης, ο δημοσιογραφικός λόγος κατακλύζεται από ερωτήματα. Θα μπορέσει η ηγεσία Τσίπρα να το επιβάλει στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία; Θα πάει σε νέες εκλογές τον Ιούνιο για να απαλλαγεί από τους εσωκομματικούς αντιπάλους; Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να μείνει ενιαίος ή θα κομματιαστεί; Ολοι καταλαβαίνουμε πόσο κρίσιμες είναι οι επόμενες εβδομάδες. Αλλο τόσο όμως κρίσιμο είναι το ερώτημα αν αυτός ο ΣΥΡΙΖΑ, με εκλογές ή χωρίς εκλογές, είναι σε θέση να διαχειριστεί όχι μόνο την άμεση στροφή, αλλά και τις μεσοπρόθεσμες επιπτώσεις της. Η Ελλάδα βρίσκεται ακόμα στην τροχιά της χρεοκοπίας. Η νέα συμφωνία γρήγορα θα προκαλέσει κοινωνικές αντιδράσεις, πόσω μάλλον που ο αντιμνημονιακός λόγος του ΣΥΡΙΖΑ τις νομιμοποιεί. Αν η κυβέρνηση ήταν σε θέση να αναπληρώσει τη φθορά των περιοριστικών μέτρων με την επιτάχυνση της ανάπτυξης, θα κέρδιζε κατά κράτος. Ομως η πολιτική κουλτούρα του ΣΥΡΙΖΑ δεν επιτρέπει να δημιουργηθεί κλίμα κινητοποίησης των παραγωγικών δυνάμεων, θεσμικού εκσυγχρονισμού και προσέλκυσης ξένων επενδύσεων.

Αντιθέτως, οι πρακτικές της κομματικοποίησης του κράτους, του νεποτισμού, της περιφρόνησης νέων θεσμών διαφάνειας (Διαύγεια), της άρνησης του κοινωνικού διαλόγου για κρίσιμα νομοθετήματα, της γελοιοποίησης της Βουλής, της προσπάθειας άλωσης της Δικαιοσύνης, πηγάζουν από το βάρος που έχει στο συριζαίικο DNA ένα αμάλγαμα παλαιοπασοκισμού και μετακομμουνιστικού αυταρχικού κρατισμού. Αυτά θα αποδειχτούν δομικά στοιχεία που θα αναπαράγουν συνεχώς τις αιτίες της χρεοκοπίας και θα μπλοκάρουν τις μεταρρυθμίσεις που είναι αναγκαίες. Όποιος προβλέπει με ελπίδα ή φόβο μια σταθερή ηγεμονία του ΣΥΡΙΖΑ μετά την επιχειρούμενη στροφή στον ρεαλισμό, ας κρατήσει μικρότερο καλάθι. Η επίτευξη συμφωνίας θα συμβάλει ασφαλώς στην απομυθοποίηση του αντιμνημονιακού λόγου, γεγονός θετικό γιατί η κοινωνία θα αναστοχαστεί πιο ώριμα τη δραματική περίοδο που πέρασε. Η προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ στα ευρωπαϊκά δεδομένα θα επεκτείνει σημαντικά το φιλοευρωπαϊκό κομματικό τόξο της Ελλάδας. Λόγω όμως της αφετηριακής πολιτικής κουλτούρας που τον διαπνέει, δεν θα μπορέσει να βρει στο εσωτερικό του επαρκείς ανανεωτικές δυνάμεις που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες ανασυγκρότησης της χώρας. Στο νέο ασταθές κομματικό σύστημα του πολωμένου πολυκομματισμού και της συνεχιζόμενης κοινωνικής κρίσης, ο ΣΥΡΙΖΑ, ενωμένος ή διασπασμένος, δεν μπορεί να γίνει το κόμμα - παράταξη που θα ενσωμάτωνε τη διαλεκτική εκσυγχρονισμού - λαϊκότητας, όπως συνέβη με τη ΝΔ του Κωνσταντίνου Καραμανλή ή το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου.
Έτσι, η νέα φάση της ανασυγκρότησης απαιτεί την παρουσία ενός πόλου με άλλη αφετηριακή πολιτική κουλτούρα. Προοδευτικού ευρωπαϊσμού. Θετική στάση απέναντι στην επιχειρηματικότητα και τις ξένες επενδύσεις. Κράτος δικαίου με αυτονομία απέναντι στα οργανωμένα συμφέροντα και τις συντεχνίες, ικανό να διαχειρίζεται με επιτελική ευελιξία μεγάλες αναπτυξιακές πρωτοβουλίες. Κοινωνική συμφωνία παραγωγικότητας με βάση τον ιδιωτικό τομέα. Επιχειρησιακή διαχείριση της δημόσιας περιουσίας. Ανακατανομή και ανασχεδιασμό του κράτους πρόνοιας.


Αυτή όμως είναι ατζέντα της μεταρρυθμιστικής Αριστεράς και του δημοκρατικού Κέντρου. Μετά τις αυταπάτες των «μαγικών λύσεων», αυτές οι ιδέες και αυτή η πολιτική κουλτούρα ξανακαλείται στο προσκήνιο. Με όρους αυτονομίας. Και όχι σαν ένα εξωτερικό φιλοευρωπαϊκό συμπλήρωμα του ΣΥΡΙΖΑ. Η στροφή του ΣΥΡΙΖΑ είναι ευπρόσδεκτη γιατί γλιτώνουμε τον γκρεμό, αλλά οι 100 πρώτες μέρες του μόνο ανησυχία προκαλούν.

7 Μαΐ 2015

Η χώρα στα βράχια και ημείς άδομεν…

Του Μιχαήλ Κυριακίδη, από τη μεταρρύθμιση
Στις 100 ημέρες διακυβέρνησης από τη συνεργασία των κύριων εκφραστών του λαϊκισμού  ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, η χώρα πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο και ήδη το καράβι αγγίζει επικίνδυνα τα βράχια. Αυτοί που υποσχέθηκαν αξιοπρέπεια και «σκληρή διαπραγμάτευση», παρακολουθούν αμήχανα τα αδιέξοδα στα οποία μας οδήγησαν. Αντί αξιοπρέπειας, η χώρα απομονώθηκε και  λοιδορείται, ο αντιμερκελιστής Α. Τσίπρας επικοινωνεί σχεδόν καθημερινά με την καγκελάριο Μέρκελ και εκλιπαρεί για λύση…
Ο πρωθυπουργός βρίσκεται σε αδιέξοδο, καθώς, όσο προσγειώνεται στην ευρωπαϊκή και διεθνή πραγματικότητα, αντιλαμβάνεται πως είναι δέσμιος του άκρατου λαϊκισμού που είχε ως όχημα για να αναρριχηθεί στην εξουσία. Διαπιστώνει  καθημερινά πως η διαπραγμάτευση με τις συνιστώσες του κόμματός του και τα στελέχη του, είναι πιο σκληρή και από αυτήν με τους δανειστές και εταίρους, οι οποίοι πρέπει να παραδεχτούμε πως δείχνουν αξιέπαινη  αντοχή και κατανόηση.
Μετά από ένα τρίμηνο άσκοπων διαβουλεύσεων που αναλώθηκε σε μετονομασίες και διαδικασίες, σε μικρότητες συμπεριφοράς, όπως αυτές των συναντήσεων σε υπόγεια ξενοδοχείων, η ομάδα που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο, άρχισε να αντιλαμβάνεται -τουλάχιστον κάποιοι από αυτούς- πως παίζοντας καθυστέρηση, αυτός που χάνει δεν είναι οι εταίροι μας, αλλά η Ελλάδα… Όμως χάθηκε πολύς χρόνος …
Η οικονομία καταρρέει. Όλοι οι δείκτες χειροτέρευσαν, η πραγματική οικονομία νεκρώθηκε… Η ζημιά είναι τεράστια. Ό,τι πετύχαμε με τόσες θυσίες τα τέσσερα προηγούμενα χρόνια, εξανεμίζεται…
Η χώρα απομονώνεται συνεχώς, χάνει συμμάχους και φίλους.
Και όμως, αντί η κυβέρνηση να προβληματιστεί και να συνετιστεί,  συμπεριφέρεται όπως εκείνος ο οδηγός, που ενώ οδηγούσε ανάποδα στον αυτοκινητόδρομο, κατηγορούσε τους υπόλοιπους … Δείτε το χθεσινοβραδινό non paper του Μαξίμου. Αντί να παραδεχτεί το αδιέξοδο στο οποίο οδηγήθηκε με την τακτική αυτή, επιρρίπτει τις ευθύνες στους εταίρους, υποστηρίζοντας πως όλα οφείλονται στις «διαφορετικές στρατηγικές» ΔΝΤ και Ευρωπαίων. Λες και την προηγούμενη περίοδο δεν υπήρξαν διαφορές στις προσεγγίσεις σε διάφορα θέματα μεταξύ των δανειστών και εταίρων μας…
Η ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ που κυβερνά στο όνομα της Αριστεράς, είναι τεράστια. Η επιλογή της συμμαχίας του με τους ΑΝΕΛ δεν ήταν τυχαία, ούτε «παρα φύσιν». Τους ενώνει ο εθνικολαϊκισμός και των δύο, αλλά και ο αντιευρωπαϊσμός που γίνεται κάθε μέρα και πιο ορατός… Η ζημιά που γίνεται στην ελληνική κοινωνία είναι ανυπολόγιστη, καθώς ο αντιευρωπαϊσμός, ο απομονωτισμός, ο αναδελφισμός, είναι φαινόμενα που ισχυροποιούνται και δημιουργούν τις κατάλληλες εκείνες προϋποθέσεις για επιλογές δραματικές και εθνικές τραγωδίες…
Οι κατέχοντες σήμερα την εξουσία στο όνομα της Αριστεράς, είτε δεν το αντιλαμβάνονται, είτε ξανακάνουν τα ίδια τραγικά λάθη, επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις πως η ελληνική Αριστερά  δεν διδάχτηκε από τα  λάθη της στο παρελθόν.
Και τι κάνουν οι φιλοευρωπαϊκές προοδευτικές δυνάμεις; Ειδικότερα οι δυνάμεις εκείνες της σοσιαλδημοκρατίας και του δημοκρατικού φιλελεύθερου κέντρου;
«Των οικιών ημών εμπιπραμένων, ημείς άδομεν…»
Ο καθείς και το «μαγαζάκι» του… αρνούμενοι να δουν τη μεγάλη εικόνα, που είναι η συγκρότηση μιας ισχυρής δημοκρατικής – κεντροαριστερής, φιλοευρωπαϊκής συμμαχίας, που θα αποτελέσει την εναλλακτική  πρόταση όταν ο λαός συνειδητοποιήσει πως στα δύσκολα προβλήματα δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις και πως ο λαϊκισμός δεν αποτελεί διέξοδο.
Οι ευθύνες, του Σταύρου Θεοδωράκη, του Ευάγγελου Βενιζέλου, των κορυφαίων στελεχών που κινούνται στον χώρο αυτό, είναι τεράστιες. Τώρα που η χώρα πέφτει στα βράχια, μικρή σημασία έχει να επιβιώσουν τα «μαγαζάκια». Είναι εθνική ανάγκη για τη δημιουργία ενός εθνικού μετώπου που θα ξαναστρέψει το καράβι στην ασφαλή θάλασσα της Ευρώπης…

3 Μαΐ 2015

Υπομονή έως ότου φανεί η λογική

Του Νίκου Βατόπουλου, από την Καθημερινή


Υπάρχουν ορισμένα δεδομένα. Πρώτον, όλο και περισσότεροι υποστέλλουν τις σημαίες ενθουσιασμού για την κυβέρνηση. Δεύτερον, όλο και περισσότεροι αισθάνονται πολιτικά άστεγοι. Και τρίτον, όλο και περισσότεροι επιθυμούν να δηλώσουν δημοσίως την ανάγκη τους να σοβαρευτεί η χώρα. Έχουμε, δυστυχώς, αποδεχθεί το γεγονός ότι η χώρα είναι ανυπόληπτη, χρεοκοπημένη και παγιδευμένη σε τραγικές ιδεοληψίες. Όλος, όμως, ο κόσμος εκείνος που βρίσκεται «απέναντι» στις ρητορείες του Φλαμπουράρη, του Λαφαζάνη και του Βούτση, απέναντι σε αυτό το αναχρονιστικό πολιτισμικό στίγμα, που χαρακτηρίζεται από άγνοια (και αδιαφορία) για το πώς λειτουργούν οι ανοικτές κοινωνίες, βρίσκεται σε αναμονή.

Υπάρχει ένα κομμάτι του πληθυσμού, όχι αποκλειστικά αστικού, που αισθάνεται έτοιμο να ακολουθήσει εκείνον που θα του πει τρία απλά και λογικά πράγματα. Για το πώς θα πληρώσει υπαλλήλους και κράτος, για το πώς θα σώσει το μαγαζί του, για το πώς θα αναπτύξει την επιχείρησή του, για το πώς θα παραγγείλει υλικά από το εξωτερικό, για το πώς θα κρατήσει το παιδί του στην Ελλάδα. Όλα αυτά τα βασικά ερωτήματα που έχουν να κάνουν με την εργασία, δηλαδή με τις ευκαιρίες, με το πλαίσιο ζωής, με την ενθάρρυνση της δημιουργικότητας και της καινοτομίας, για το δικαίωμα του πολίτη να αναπτύσσεται χωρίς το κράτος να παριστάνει τον εργοδότη, η κυβέρνηση τα αγνοεί.

Αγνοεί, δηλαδή, τις βασικές αρχές της ανοικτής κοινωνίας και την άρνηση αυτή τη βαφτίζει κοινωνική πολιτική. Αλλά έως σήμερα δεν υπάρχει η αντιπολίτευση εκείνη που θα πει δυο απλά πράγματα χωρίς φλυαρία, που θα εμπνεύσει με τη λογική, που θα πει στους πολίτες «σας εμπιστευόμαστε, εμείς απλώς θα βάλουμε το πλαίσιο ώστε να αναπτύξετε τις δουλειές σας».

Η κυβέρνηση έχει κουράσει απελπιστικά με την εμμονή της στην κενολογία. Οπως και με την ιεράρχηση του νομοθετικού της έργου, με τα «κατεπείγοντα» για την παιδεία και την ενημέρωση. Όλα αυτά θα επιδράσουν, αργά ή γρήγορα, εις βάρος της. Απλώς, ακόμη, είναι νωρίς. Αυτό που επιθυμεί ο μέσος πολίτης που βρίσκεται «απέναντι» στην κυβέρνηση είναι να επιτευχθεί η συμφωνία με τους εταίρους, να περάσουν τα νέα μέτρα στη Βουλή, να γίνει εκκαθάριση του εσωτερικού μετώπου στον ΣΥΡΙΖΑ και να έρθει γρήγορα η ανασύνταξη της αντιπολίτευσης. Υπομονή.