"Όσο αυξάνεται η γνώση μειώνεται το εγώ, ενώ όσο μειώνεται η γνώση αυξάνεται το εγώ!"

21 Οκτ 2015

Ένα κόμμα-επικοινωνιακό κόλπο

Του Ανδρέα Πετρουλάκη, από τους protagon.gr
Καταλάβατε τι συμβαίνει στη χώρα μας τις τελευταίες μέρες; Ψηφίζεται στη Βουλή για τρίτη φορά αυτό που τις προηγούμενες δύο γέμισε την Πλατεία Συντάγματος με οργισμένα πλήθη που έβαζαν φωτιές και έσπαγαν μάρμαρα για τις ζωές που τους έκλεβαν. Ήταν εκείνες οι ηρωικές ημέρες που άκουγες συχνότερα τις λέξεις προδότες και γερμανοτσολιάδες από τις καλημέρα- καλησπέρα (έτσι κι αλλιώς πολλοί την είχαν κόψει την καλημέρα τελείως), ενώ πού και φορά πρόβαλλαν από την αχλή των δακρυγόνων οι σεπτές μορφές του Μίκη Θεοδωράκη και του Μανόλη Γλέζου με την οργή του λαού χαραγμένη στο πρόσωπό τους, υποβασταζόμενοι από τους αρχηγούς του αντιμνημονιακού μετώπου. Έλεγες ότι την επόμενη φορά που θα μαζευτεί κόσμος στο Σύνταγμα θα ήταν για να στηθούν κρεμάλες.
Φευ, την επόμενη φορά στο Σύνταγμα μαζεύτηκαν 300, όλοι μέσα στη Βουλή και έξω οι ανθοπώλες. Οι πάλαι υποβαστάζοντες τους θρυλικούς αγωνιστές αρχηγοί ψήφιζαν ανεπαισθήτως το δικό τους Μνημόνιο και ο λαός, εκείνος που παλιά μάζευαν στις ρούγες, σήμερα ήταν σπίτι. Πού πήγε η ιερή του αγανάκτηση τώρα που όλα είναι χειρότερα; Κουράστηκε, στόμωσε, αποκαρδιώθηκε και εγκατέλειψε; Μίσησε τόσο πολύ τους προηγούμενους ώστε έδωσε σε αυτούς οσηδήποτε ανοχή χρειαστεί; Τους πίστεψε τόσο πολύ που ακόμα ζει στη φαντασίωση που του χάρισαν απλόχερα μέχρι να νιώσει στην τσέπη του την πραγματικότητα; Σε κάθε περίπτωση ένα μεγάλο κομμάτι του λαού χειραγωγήθηκε. Δύο κόμματα, και κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ, έδειξαν εκπληκτική δύναμη και ικανότητα διαχείρισης του θυμού και της ελπίδας του κόσμου επί πέντε χρόνια και της παραίτησης και του φόβου του τώρα.
Παρακολουθεί ο λαός απαθής σήμερα να του βάζουν μεγαλύτερους φόρους αυτοί που κατήγγειλαν την υπερφορολόγηση, να του αυξάνουν εισιτήρια και χαράτσια αυτοί που τον καλούσαν να μην τα πληρώνει, να του μειώνουν την επιδότηση πετρελαίου οι ίδιοι που μιλούσαν για δολοφόνους με μαγκάλια, να κόβουν τη χρηματοδότη του ΕΣΥ εκείνοι που μιλούσαν για νοσοκομεία-νεκροταφεία, να αφήνουν χιλιάδες κενά στα σχολεία αυτοί που ούρλιαζαν για εγκατάλειψη της δημόσιας Παιδείας, να περικόπτουν μισθούς και να εξολοθρεύουν συντάξεις αυτοί που μιλούσαν για βίαιη φτωχοποίηση των Ελλήνων, να διογκώνουν την ανεργία αυτοί που αδιακόπως φώναζαν για τους 1,5 εκατομμύριο ανέργους (για αυτοκτονίες δεν ακούει πια γιατί προφανώς σταμάτησαν να καταμετρώνται στις 25 Ιανουαρίου). Μία σουρεαλιστική αντιστροφή της πραγματικότητας με ένα χλωμό σενάριο που γεφυρώνει το κενό ανάμεσα στις δύο εποχές: «Εμείς διαπραγματευτήκαμε σκληρά- μα και οι άλλοι διαπραγμάτευση κάνανε, ναι αλλά εμάς μας εκβίαζαν- μα και τους άλλους τους εκβίαζαν, οι άλλοι το πίστευαν, εμάς είναι αντίθετο στην ιδεολογία μας».
Δεν χρειάστηκε καν να προσπαθήσουν να επινοήσουν κάτι σοβαρότερο από αυτό το φαιδρό στόρι «και τώρα δίκιο έχουμε και τότε δίκιο είχαμε». Με αυτό πήραν εκλογές από τα αποδυτήρια και με αυτό κέρδισαν την εξέδρα χωρίς να παίξουν μπάλα. Έπεισαν γιατί αυτό που ξέρουν να κάνουν καλά είναι να πείθουν. Αυτό είναι στην ουσία ο ΣΥΡΙΖΑ. Ένα σοφά μελετημένο, καλοσχεδιασμένο και αποτελεσματικό Εργαστήριο Επικοινωνίας. Ένα τεράστιο επικοινωνιακό κόλπο που έχει στηθεί στα πάνελ, στον Τύπο και το διαδίκτυο, τόσο αριστοτεχνικά δομημένο που κάνει τους πολιτικούς του αντιπάλους να μοιάζουν με ερασιτέχνες. Το πολιτικό του περιεχόμενο ήταν της τάξεως του 2.5% και αυτό το πήρε ο Λαφαζάνης και έφυγε. Όμως δεν άλλαξε τίποτα, μολονότι τρώθηκε πολιτικά διατήρησε ανέπαφο το επικοινωνιακό του κέλυφος, τη σημαντικότερη δηλαδή περιουσία του. Επειδή όμως δεν γίνεται να κυβερνήσεις για πολύ με επικοινωνία, το μέγα ερώτημα είναι αν έχει τη δυνατότητα να την υποκαταστήσει με πολιτική. Κυρίως με δική του πολιτική ταυτότητα πέραν του υβριδίου ρητορική Λαφαζάνη, πολιτική Σαμαρά με στολή Καμμένου, που είναι σήμερα. 

11 Οκτ 2015

Ο άνθρωπος που έσωσε την Ευρώπη από την Αριστερά


Του Μιχάλη Νταγγίνη, αναδημοσίευση από marketnews.gr

Το καλοκαίρι μιλούσα τακτικά με φίλους από την Ισπανία, οι οποίοι ιδεολογικά κλίνουν προς την Αριστερά, όπως οι περισσότεροι νέοι στη Νότια Ευρώπη τα τελευταία χρόνια. Τους ρώτησα λοιπόν αν θα ψηφίσουν Podemos, το αντιμνημονιακό κόμμα της Ισπανίας που συνεργάζεται με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Πριν καν τελειώσει η ερώτηση, τα βλέμματα και οι εκφράσεις των προσώπων τους σηματοδότησαν το «ΝΟ!» που ακολούθησε. Η επόμενη ερώτηση ήταν αν η τόση σιγουριά τους σχετίζεται με το καταστροφικό επτάμηνο του ΣΥΡΙΖΑ στο τιμόνι της δικής μας χώρας. Απάντησαν ότι μετά την θητεία Τσίπρα στην Ελλάδα, όχι μόνο αυτοί αλλά και πολλοί συνομήλικοί τους έχουν αποκλείσει την Αριστερά ως εκλογική επιλογή, υπό το φόβο ότι η ήδη τραγική κατάσταση θα καταντήσει…ελληνική. Και πράγματι, οι ισπανικές δημοσκοπήσεις αποδεικνύουν ότι η ραγδαία πτώση των Podemosόπως και η σταθεροποίηση της νυν κυβέρνησης στην πρωτιά, συνέβησαν μετά τον Ιανουάριο του 2015.
Γιατί τα θυμήθηκα όλα αυτά; Γιατί πριν μια εβδομάδα, οι Πορτογάλοι, επίσης κάτοικοι Νότου, ακολούθησαν τον ακριβώς ίδιο δρόμο. Παρά τις κοινωνικές δυσκολίες που έφερε η λιτότητα, ο πορτογαλικός λαός επανεξέλεξε την κεντροδεξιά παράταξη του Κοέλιο, δίνοντας σήμα να συνεχιστεί μια πολιτική που στο τέλος της ημέρας συμμαζεύει τα οικονομικά του κράτους, ξαναβάζει τη χώρα σε τροχιά ανάπτυξης και δίνει ελπίδα στους πολίτες ότι μπαίνουν γερές βάσεις ώστε να μην ξαναζήσουν όσα στο παρελθόν. Τιμωρώντας τον λαϊκισμό που θέλει «να τα αλλάξει όλα», αλλά καταλήγει να φέρνει νέα δάνεια και σκληρότερα μέτρα, η Πορτογαλία κοιτάει την επόμενη μέρα με πολιτική σταθερότητα, παραγωγική άνοδο και –κυρίως- δανεισμό από τις αγορές κι όχι από «κηδεμόνες» συνοδεία μνημονίων.

Και κάπου εδώ έρχεται η μόνη επιτυχία του Αλέξη Τσίπρα, πέραν των αλλεπάλληλων επικοινωνιακών νικών του στο εσωτερικό. Μέσα από τις θυσίες της Ελλάδας, οι ευρωπαϊκοί λαοί είναι πιο σίγουροι από ποτέ ότι η Αριστερά δεν είναι η λύση του προβλήματος. Για την ακρίβεια, πλέον συνειδητοποίησαν ότι είναι η αιτία νέων, χειρότερων προβλημάτων που ξαναβουλιάζουν τις χώρες στην ύφεση, την ανεργία, την διεθνή απομόνωση, χωρίς κάποιο σχέδιο εξόδου από όλα αυτά.

Ο Αλέξης Τσίπρας παρέλαβε μια χώρα με ανάπτυξη 0.9 %, ακριβώς δηλαδή στο μέσο όρο της Ευρωζώνης. Μια χώρα που έριχνε αργά αλλά σταθερά την ανεργία της. Μια χώρα που το 2014, μετά από πέντε χρόνια απελπισίας, είχε επιτέλους περισσότερες νέες επιχειρήσεις απ’ ο,τι κλεισμένες. Ο ελληνικός λαός, οργισμένος από τη συνεχή λιτότητα και παραπλανημένος από τα οργιώδη ψέματα της αντιπολίτευσης, έδωσε εντολή στον Τσίπρα «να τα αλλάξει όλα». Λίγους μήνες μετά, η Ελλάδα είναι ξανά σε ύφεση, με αυξημένη ανεργία, με επιστροφή στα ελλείμματα, με περισσότερες κλειστές επιχειρήσεις. Κυρίως δε, χωρίς κανένα σημάδι για το πότε θα σταματήσει αυτή η αδιάκοπη ανταλλαγή δανείων και μέτρων με την Ευρώπη.

Οι γείτονές μας έμαθαν και από τα λάθη μας. Στο δίλημμα «σταθερότητα ή αλλαγή», απαντούν σταθερότητα. Η αλλαγή προϋποθέτει σχέδιο, μετρήσιμα μεγέθη, νούμερα, ρεαλισμό και σκληρές αλήθειες. Τα ακριβώς αντίθετα δηλαδή από όσα μετέρχεται η ευρωπαϊκή Αριστερά για να υφαρπάξει την ψήφο των πολιτών. Γι’ αυτό και οι λαοί του Νότου συνεχίζουν να εμπιστεύονται αυτούς που νοικοκυρεύουν τη χώρα, επιλέγοντας να πληρώσουν οι ίδιοι για το μέλλον των παιδιών τους. Και κάπως έτσι, η Ελλάδα θα μείνει στην Ιστορία ως η μόνη χώρα που βίωσε τις φριχτές συνέπειες του «αντιμνημονίου», κατεδαφίζοντας την όποια αμφιβολία ότι υπάρχει άλλος δρόμος για την έξοδο από τα μνημόνια εκτός από την εφαρμογή τους. Ο Αλέξης Τσίπρας είναι το ζωντανό παράδειγμα προς αποφυγή για τους Ευρωπαίους ψηφοφόρους, κλείνοντας την Αριστερά στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας. Αν εφαρμόσει και το μνημόνιο που υπέγραψε, θα μπορούμε με ασφάλεια να πούμε ότι ένας Έλληνας αριστερός έσωσε τελικά και την Ελλάδα από την Αριστερά.

2 Οκτ 2015

«Η ΕΛΛΑΔΑ ΘΑ ΧΑΘΕΙ ΜΕΣΑ ΣΕ 50 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΡΙΟΚΡΑΤΙΑΣ!»

Αναδημοσίευση από το ithesis
Όταν ήταν μικρός ήθελε να γίνει αστροναύτης ή επιστήμονας, αλλά πάντα ακολουθούσε τα βήματα του ήρωά του, του «Ζορό», του μασκοφόρου εκδικητή, γιατί πίστευε στην απονομή της δικαιοσύνης, όπως κι εκείνος, και γοητευόταν από τον μοναχικό αγώνα του εναντίον των κακών.
Σήμερα ο κορυφαίος ερευνητής Γιάννης Ιωαννίδης, που είναι διευθυντής του Κέντρου Ερευνών Πρόληψης Ασθενειών (Prevention Research Center) στο πανεπιστήμιο Stanford και ταυτόχρονα καθηγητής Παθολογίας, Έρευνας και Πολιτικής Υγείας και Στατιστικής στο ίδιο πανεπιστήμιο, ως ένας σύγχρονος «Ζορό» δίνει τον προσωπικό και συνήθως μοναχικό του αγώνα υπέρ της αξιοκρατίας και εναντίον της μετριοκρατίας.
Σε αυτόν ακριβώς τον αγώνα επικεντρώθηκε ο ίδιος κατά την ομιλία του με τίτλο:»Medocracy versus Meritocracy» στο TΕDx academy που έλαβε χώρα το περασμένο Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου στο Μέγαρο Μουσικής. «Θεωρώ ότι είναι πολύ λίγες οι ευκαιρίες που σου δίνονται για να επικοινωνήσεις με το κοινό και στις μέρες μας δεν δίνεται καν η δυνατότητα να βγει στην επιφάνεια κάποια τέτοια τοποθέτηση για τη μετριοκρατία. Πιστεύω ότι o επιστήμονας έχει υποχρέωση να τοποθετηθεί δημόσια εναντίον της, γιατί έχω την αίσθηση πως δεν υπάρχει σωστή πληροφόρηση του κοινού. Το να αφήσεις τον κόσμο στο σκοτάδι νομίζω ότι είναι πολύ απαισιόδοξο και ηττοπαθές. Τώρα κατά πόσο μπορεί κάποιος να τον αλλάξει με μια ομιλία 15 λεπτών δεν είμαι και πολύ βέβαιος.
Γιάννης Ιωαννίδης: «Μπορεί σε 50 χρόνια να μην υπάρχει η Ελλάδα ως χώρα»

Μπορεί όμως να ευαισθητοποιήσει κάποιους να ψάξουν κάτι περισσότερο ή να αμφισβητήσουν κάποια πράγματα που θεωρούν δεδομένα», λέει χαρακτηριστικά ο ίδιος, ο οποίος υποστηρίζει πως η μετριοκρατία μέσα σε μια κοινωνία επιφέρει ως φυσική εξέλιξη την καταστροφή. Σύμφωνα με την άποψή του, οι ίδιοι οι μετριοκράτες επιζητούν κάποια στιγμή την καταστροφή, αφού γνωρίζουν μυχίως ότι, όντες στείροι ιδεών, δε μπορούν να κατακτήσουν μια θέση στην Ιστορία ως δημιουργοί και προσπαθούν να πάρουν μια θέση σε αυτήν τουλάχιστον ως καταστροφείς: «Νομίζω ότι αυτή είναι η αλήθεια και πρέπει να την λέμε και ας πληρώνουμε το τίμημα , την ποινή που επιφέρει η ομολογία της.
Όμως είμαστε επιστήμονες και στην επιστήμη δεν υπάρχει ολόκληρη ή μισή ή σχεδόν αλήθεια. Υπάρχει αλήθεια και μόνο αυτήν μπορεί κάποιος να κυνηγήσει και να υποστηρίξει. Το ίδιο ισχύει και για το κοινωνικό χώρο. Το να μην λέμε την αλήθεια και να μην την υπερασπιζόμαστε μας έχει στοιχίσει ήδη ακριβά. Μας έχει στοιχίσει ο συμβιβασμός, η συγκάλυψη, η παραδοχή κάποιων πραγμάτων τα οποία διστάζουμε να τα καταγγείλουμε δημόσια, αφού μέχρι τώρα δε βγήκε κανένας. Αυτό που διδάσκει η επιστήμη είναι η παρρησία, το θάρρος, η ειλικρίνεια και η εντιμότητα που πρέπει να έχει κάποιος, πρώτα ως προς τον εαυτό του και δευτερευόντως ως προς τους άλλους. Δεν έχεις ανοχή για ψέμα όταν ερευνάς την αλήθεια και όταν δυσκολεύεσαι τόσο πολύ να την ανακαλύψεις. Και όταν τη βρεις πρέπει να την τεκμηριώσεις, να τη μοιραστείς, να την εμφανίσεις, όσο και αν ενοχλείς, και να την εκθέσεις στη κριτική των άλλων. Πρέπει να είσαι ανοικτός στη κριτική.», υποστηρίζει ο ίδιος.
Ένας τολμηρός διανοητής και μετα-ερευνητής
Δεν είναι τυχαίο που το 2010 το περιοδικό «The Atlantic» χαρακτήρισε τον καθηγητή Ιωαννίδη ως τον πλέον τολμηρό διανοητή-επιστήμονα (Brave thinker). Ο Έλληνας ερευνητής θεωρείται κορυφαίος παγκοσμίως στο χώρο της μεθοδολογίας της έρευνας και ειδικότερα της συστηματικής αξιολόγησης της αξιοπιστίας ερευνητικών ευρημάτων και έχει αναδειχθεί 191ος ανάμεσα σε 669 επιστήμονες υψηλού κύρους, όσον αφορά την επιρροή του (με βάση τις αναφορές άλλων επιστημόνων στο έργο του), σύμφωνα με τα στοιχεία της βάσης δεδομένων «Google Scholar Citations. Το 2005 «τάραξε» τα νερά της επιστημονικής έρευνας παρουσιάζοντας τη μελέτη με θέμα «Γιατί τα ευρήματα των περισσότερων δημοσιευμένων επιστημονικών ερευνών είναι αναληθή», στην οποία κατέδειξε την πληθώρα ανυπόστατων ισχυρισμών και λανθασμένων στατιστικών στοιχείων που προκύπτουν από τις σύγχρονες έρευνες.
Η μελέτη αυτή δημοσιεύτηκε τότε στην επιστημονική εφημερίδα PLoS Medicine(http://journals.plos.org/plosmedicine/article?id=10.1371/journal.pmed.0020124) και εξακολουθεί να είναι, μέχρι στιγμής, η πιο πολυδιαβασμένη ( από περισσότερους από 1,5 εκατομμύρια αναγνώστες). Ο ίδιος, επιδιώκοντας να πάει την έρευνά του ένα βήμα παραπέρα, εργάστηκε πάνω στην «μετα-έρευνα» και το 2014 ίδρυσε το – μοναδικό στον κόσμο – εργαστήριο METRICS στο Πανεπιστήμιο Stanford, το οποίο ασχολείται με τη βελτίωση των ερευνητικών μεθόδων και πρακτικών με τέτοιο τρόπο ώστε να οδηγηθούμε σε πιο αξιόπιστα ερευνητικά αποτελέσματα και σε μείωση των σφαλμάτων και των μεροληψιών. «Μετα-ερευνητής» είναι ο επιστήμονας που ασχολείται με τη μεγάλη συνολική εικόνα της επιστημονικής πληροφορίας προκειμένου να εξάγει πιο γενικά και ενδεχομένως πιο «τεκμηριωμένα» συμπεράσματα. «Το μετα- ακούγεται λίγο μεταφυσικό, αλλά είναι ένα κεντρικό κομμάτι της ερευνητικής διαδικασίας. Στις μέρες μας η επιστήμη ανθεί και αυτό είναι θετικό. Έχουμε πολλές ερευνητικές προσπάθειες και σχεδόν 20 εκατομμύρια ανθρώπους που συγγράφουν επιστημονικές εργασίες. Πολλοί κάνουν παρόμοιες έρευνες ή μελέτες για το ίδιο θέμα. Υπάρχουν περίπου 5 εκατομμύρια άρθρα που κυκλοφορούν στη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία κάθε χρόνο, από τα οποία το 96% αυτών ισχυρίζεται ότι έχει βρει κάτι στατιστικά σημαντικό και σχεδόν το 100% αυτών ότι έχει βρει κάτι σημαντικό στατιστικά ή με άλλον τρόπο.
Άρα λοιπόν μια μεγάλη πρόκληση στις μέρες μας δεν είναι να κάνεις την επόμενη «ανακάλυψη. Μεγαλύτερη σημασία έχει πλέον το πώς θα συνθέσεις την πληροφορία. . Οι σημαντικότερες τεκμηριωμένες, πραγματικές και χρήσιμες ανακαλύψεις προέρχονται πλέον από σύνθεση της πληροφορίας. Όλες αυτές οι προσεγγίσεις της μετα-έρευνας έχουν ξεκινήσει από την ανάγκη να βλέπει κανείς την πληροφορία πιο σφαιρικά και από ψηλά, αντί να εστιάζει στη λεπτομέρεια. Χρειάζεται ένας ευρυγώνιος φακός για να δεις τι έχει γίνει και τι μπορεί να γίνει, αλλά να μη σταματήσεις εκεί. Για να συνθέσεις ολοκληρωτικά την εικόνα χρειάζεται να φανταστείς και πως θα εξελιχτεί αυτό το αρχιτεκτόνημα στο μέλλον. Να δεις πού θέλεις να προσθέσεις και πού θέλεις να αφαιρέσεις. Αν πας να κάνεις την επόμενη ανακάλυψη απλώς εστιάζοντας στη λεπτομέρεια χάνεις την ικανότητα να δεις τη πανοραμική εικόνα. Κάτω από αυτήν την οπτική οι μέθοδοι μετα-ανάλυσης είναι μια επαναδιάταξη της επιστημονικής εστίασης», συμπληρώνει ο ερευνητής. Σύμφωνα με τον ίδιο, κάθε μια επιστήμη αναπτύχθηκε ως ένα χωριό και μέσα στο κάθε χωριό επιβλήθηκαν κάποιοι αυθαίρετοι κανόνες για πρακτικούς λόγους περισσότερο.
Αυτά τα χωριά αρχίζουν τώρα να επικοινωνούν περισσότερο και να κάνουν τα όρια των επιστημών ασαφή, καθώς η μια επιστήμη εισχωρεί στην άλλη. Αυτό ακριβώς το άνοιγμα κάνει τους επιστήμονες να βλέπουν ότι συχνά έχουν δεχτεί κανόνες μέσα σε στενά πεδία χωρίς να τους έχουν επικυρώσει πραγματικά ως τον καλύτερο τρόπο για να δουλέψουν στην έρευνά τους. «Πολλές από τις μελέτες μου αφορούν σε μεγάλα επιστημονικά πεδία και εστιάζουν στο πόσο τα αποτελέσματά των ερευνών σε αυτά τα πεδία είναι φερέγγυα και πραγματικά μπορούν να επικυρωθούν. Πολύ συχνά τα αποτελέσματα δεν είναι πολύ αισιόδοξα για να μη πω πως, σε μερικές περιπτώσεις, είναι και αρκετά άσχημα. Το πιθανότερο είναι να είναι κάτι λάθος παρά να είναι πραγματικό και οι επικυρώσεις στο μεγαλύτερο ποσοστό τους δεν επιβεβαιώνουν τα αρχικά αποτελέσματα..
Οι αιτίες για αυτό που συμβαίνει είναι πολλές, όπως η μεγάλη πίεση που αισθάνονται οι επιστήμονες να βρουν κάτι καινούργιο προκειμένου να εξασφαλίσουν τη συνέχιση της χρηματοδότησης του έργου τους, τα αόρατα συμφέροντα και οι πιέσεις που τους ασκούνται από τις βιομηχανίες που δραστηριοποιούνται σε διάφορους επιστημονικούς τομείς, η «ελαστική» αντιμετώπιση των στατιστικών κανόνων ή η μεροληψία του ίδιου του ερευνητή – συνειδητή ή υποσυνείδητη – στην προσπάθειά του να ανακαλύψει κάτι. Παρόλα αυτά εφόσον αυτή η διερεύνηση της αξιοπιστίας και των πιθανών σφαλμάτων αυτό συμβαίνει μέσα στον επιστημονικό χώρο, δεν παρατηρούνται συχνά κακοήθεις αντιδράσεις και επιθέσεις, κυρίως υπάρχει γόνιμη κριτική», εξηγεί ο ίδιος.
Ο καθηγητής Ιωαννίδης επισημαίνει πως στις μέρες μας οι καλύτεροι επιστήμονες, εκ των πραγμάτων, κάνουν όλοι λίγο- πολύ μετα-έρευνα. Εξάλλου, η έρευνα είναι παγκόσμια άρα ένα μεγάλο μέρος των επιστημονικών ανακαλύψεων της πρώτης γραμμής και οι σημαντικότερες μελέτες είναι συνεργατικές ( κοινά πρωτόκολλα, κοινούς τρόπους συλλογής δεδομένων, κοινούς αλγόριθμους, κοινούς τρόπους σύνθεσης αποτελεσμάτων, κοινό συμπέρασμα). Ο απλός κόσμος παρόλα αυτά χάνεται μέσα σε έναν απέραντο ωκεανό πληροφόρησης και δείχνει να είναι μπερδεμένος.
«Είναι αλήθεια πως υπάρχει ενσυνείδητη, υποσυνείδητη ή ασυνείδητη παραπληροφόρηση. Επικρατεί ένα χάος πληροφορίας που μπορεί να είναι και υποκινούμενο στην περίπτωση που υπάρχει ένα σαφές συμφέρον που καλλιεργεί ένα θετικό περιβάλλον για αυτό. Είναι δύσκολο σε ένα απλό πολίτη να κολυμπήσει σε αυτόν τον ωκεανό πληροφορίας και να μη βουλιάξει. Μοιάζει λίγο με «ανυπεράσπιστη πόλη» και λυπάμαι που το λέω αυτό. Αφενός η επιστήμη έχει τα δικά της εσωτερικά προβλήματα που εκ των πραγμάτων οδηγούν στην παραγωγή αναληθών ή υπερβολικών δεδομένων και στοιχείων και αφετέρου υπάρχει μια άλλη διαστρέβλωση της πληροφορίας που περνάει μέσα από μεροληψίες, από τον τρόπο που θα αποδοθεί από τα ΜΜΕ (από μη επιστημονικά καταρτισμένους δημοσιογράφους που κυνηγούν τη «πιασάρικη» είδηση), με αποτέλεσμα να φτάνει στον αποδέκτη μια εντατική και επικίνδυνη παραπληροφόρηση, ιδιαίτερα στο χώρο της υγείας.»
Η αναξιοκρατία και η έκπτωση αριστείας «πληγώνουν» την Ελλάδα
Ο καθηγητής σε κάθε ευκαιρία στηλιτεύει την αναξιοκρατία και την έκπτωση της αριστείας στην Ελλάδα, όμως πιστεύει πως η χώρα μας διαθέτει την ικανότητα να γίνει μία από τις πλέον ευημερούσες χώρες του κόσμου, αν αξιοποιήσει το ταλέντο και τις δεξιότητες σοβαρών επιστημόνων και αν εστιάσει αυστηρά στην αξιοκρατία και στην αριστεία. » Η έλλειψη αριστείας είναι η κύρια αιτία που δεν μπορεί η χώρα μας να αξιοποιήσει τους ανθρώπους της και αυτή είναι μια κατάσταση που δυστυχώς ανατροφοδοτείται. Η έκπτωση της αριστείας δημιουργεί περισσότερη έλλειψη αριστείας.
Νομίζω ότι ζούμε σε εποχή σκοταδισμού. Έχουμε ακόμη δημοκρατία δηλ. μπορούμε να ασκούμε τα δικαιώματά μας, αλλά παρατηρώ ότι οι επικρατούσες δομές εξακολουθούν να είναι ασφαλείς στη φαυλότητά τους και ίσως είναι και πολύ ενδιαφέρον το ότι καταφέρνει να υπάρχει ακόμη αυτή η δημοκρατία. Μοιάζει σχεδόν ειρωνικό. Σκοπός της δημοκρατίας είναι να αναδεικνύει την αριστεία, η οποία με τη σειρά της υπερασπίζεται τη δημοκρατία. Αν η δημοκρατία καταστρέψει την αριστεία, τότε ποιος θα την υπερασπιστεί; Ζούμε ίσως σε μια μορφή εικονικής, μιας άκυρης δημοκρατίας, όπου υπάρχουν τα δικαιώματα αλλά δεν υπάρχει ουσία. Έτσι ο κόσμος δεν αλλάζει, δεν πάει μπροστά, δεν εξελίσσεται, δεν βελτιώνεται και παραμένει σε τέλμα ανακυκλώνοντας την παθογένεια» , υποστηρίζει ο Έλληνας επιστήμονας.
Σύμφωνα με έρευνά του, από τα περίπου 20 εκατομμύρια επιστήμονες που έχουν κάνει τουλάχιστον μία επιστημονική δημοσίευση, το 1% (περίπου 200.000) έχει ελληνικά ονόματα. Αν εστιάσει κάποιος μόνο στους κορυφαίους επιστήμονες (εν ζωή ή όχι), το ποσοστό των Ελλήνων πλησιάζει το 3%, που είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό δεδομένου ότι οι Έλληνες αποτελούν λιγότερο από το 0,2% του παγκόσμιου πληθυσμού. Από αυτούς τους Έλληνες του 3%, μόλις ένας στους επτά (14%) έζησε ή ζει στην Ελλάδα, ενώ όλοι οι άλλοι (86%) στο εξωτερικό. »
Πολλοί αναρωτιούνται γιατί οι Έλληνες επιστήμονες μεγαλουργούν στο εξωτερικό. Υπάρχει απάντηση. Καταρχήν το δείγμα είναι σαφώς επιλεγμένο. Δε φεύγει οποιοσδήποτε. Φεύγει αυτός που έχει και λίγο το δαίμονα μέσα του για να τον σπρώξει να «αποδράσει». Αυτοί που φεύγουν είναι λοιπόν μάλλον επιλεγμένοι, ανήσυχοι, με περισσότερα ενδιαφέροντα και όρεξη, με διάθεση να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες και να ξεκινήσουν από το μηδέν σε ένα περιβάλλον ξένο και εχθρικό πολλές φορές. Ο άλλος παράγοντας είναι πως αν αυτός ο άνθρωπος βρεθεί στο κατάλληλο περιβάλλον, αν έχει όρεξη, αν διακρίνεται από δημιουργικότητα, αν θέλει να πετύχει κάτι παραπάνω και προτίθεται να δουλέψει από το πρωί ως το βράδυ, τότε έχει τα μέσα, την υποστήριξη, την αναγνώριση, τη χρηματοδότηση και άλλους έξυπνους ανθρώπους γύρω του για να αλληλεπιδράσει , για να τον εμπνεύσουν και να τους εμπνεύσει, υπάρχει το υπόστρωμα για να ανθίσει αυτή η προσπάθεια του.
Αλλά και στην Ελλάδα μπορεί να γίνει αυτό, από ο, τι λέει η προσωπική μου εμπειρία, αλλά είναι πολύ πιο δύσκολο. Όμως σήμερα ο παγκόσμιος ερευνητικός ιστός είναι μια ανοικτή κοινότητα, δεν υπάρχουν στεγανά, μπορεί να κάνει κανείς έρευνα από όποιο σημείο του πλανήτη βρίσκεται, μπορεί να συνεργαστεί με οποιονδήποτε, δεν είναι περιορισμένος»
Σημασία κατά τον καθηγητή έχει το αν η Ελλάδα μπορεί να δημιουργήσει τις συνθήκες που θα την κάνουν ελκυστική για ανθρώπους που θέλουν να παραμείνουν ή να επιστρέψουν για ρεαλιστικούς και όχι για «ποιητικούς» λόγους. «Εγώ θεωρώ ότι έμεινα στην Ελλάδα δέκα χρόνια (δίδαξε στην Ιατρική Σχολή Ιωαννίνων) για ποιητικούς λόγους και όχι για ρεαλιστικούς.
Έβλεπα το χάος γύρω μου και εμπνεόμουν από αυτό να συνεχίσω, αλλά αυτό είναι μια ψυχοπαθολογική κατάσταση. Δεν μπορείς να περιμένεις από το μέσο άνθρωπο να εμπνέεται από τις δυσκολίες και από το χάος. Κάποιος που αποφασίζει να γυρίσει στα ελληνικά πανεπιστήμια, τις περισσότερες φορές αποφασίζει να διασχίσει την έρημο Γκόμπι. Αν εμπνέεται από αυτό(υπάρχουν πολλοί που εμπνέονται κι εγώ εμπνεόμουν από αυτό) διασχίζουν την έρημο Γκόμπι, βιώνουν μια εξαιρετικά πλούσια εμπειρία και την εκμεταλλεύονται με διάφορους τρόπους είτε επιστημονικά είτε γράφοντας ποίηση. Αλλά δε μπορώ να πω στο μέσο άνθρωπο πήγαινε να διασχίσεις την έρημο Γκόμπι. Πρέπει να είμαι ρεαλιστής μαζί του»
Ο καθηγητής δηλώνει πως λατρεύει την πατρίδα του και πως ουσιαστικά δεν την έχει εγκαταλείψει ποτέ, αφού η ψυχή του παραμένει εδώ. «Στην Ελλάδα θα ήμουν διατεθειμένος να γυρίσω και σωματικά αν έβλεπα ότι η χώρα μου έχει όραμα αριστείας και είναι διατεθειμένη να απαντήσει σε προκλήσεις με έναν τρόπο καινούργιο, δυναμικό, διαφορετικό, καινοτόμο. Θα πήγαινα οπουδήποτε υπάρχει αυτό το περιβάλλον, ένα περιβάλλον όπου αμφισβητείς τον ίδιο σου τον εαυτό σου γιατί θέλεις να πετύχεις το ακόμη καλύτερο. Αυτό, δυστυχώς, δεν υπάρχει στην Ελλάδα. Υπάρχουν κάποιες νησίδες, κάποιοι άνθρωποι που προσπαθούν, απομονωμένοι, βαλλόμενοι πανταχόθεν, περιθωριοποιημένοι σε καθεστώς διωγμού ή σε μια κατάσταση μόνιμης εσωτερικής εξορίας, αλλά η επικρατούσα δυναμική δεν είναι δυναμική αριστείας, είναι ακριβώς το αντίθετο».
Η Ελλάδα χρειάζεται όραμα και όχι ηγέτες
Ο κορυφαίος επιστήμονας έχει δηλώσει επανειλημμένα πως «δεν γνωρίζει σχεδόν τίποτα» χωρίς αυτό να αποτελεί απαραίτητα μια αντίφαση, αφού εξελικτικά δεν υπάρχει κάποιο όριο στη γνώση που ο ίδιος να μπορεί να διακρίνει, δεν υπάρχει «ταβάνι», όπως συνηθίζεται να λέγεται. «Αν σκεφτούμε τι ξέραμε 50 χρόνια πριν σε σχέση με αυτά που γνωρίζουμε σήμερα, δεν έχω λόγο, κατά αντιστοιχία να μη πιστεύω ότι αυτά τα δύο ή τρία ή πέντε πράγματα που ξέρω, σε πενήντα χρόνια από τώρα θα είναι σχεδόν ένα τίποτε. Ελπίζω δηλαδή να είναι τίποτε. Το άσχημο θα είναι αν μετά από 50 χρόνια ξέρουμε τα ίδια ή και λιγότερα. Έχει συμβεί στην διαδρομή της Ιστορίας.
Εύχομαι και ελπίζω να μη ξαναζήσουμε Μεσαίωνα», λέει χαρακτηριστικά και συμφωνεί με όσους υποστηρίζουν πως η Ελλάδα, αλλά και γενικότερα ολόκληρος ο κόσμος πάσχει από έλλειψη οράματος και ηγετών. «Δεν περιμένω από κανέναν ηγέτη να σώσει την Ελλάδα ή την Ευρώπη ή ολόκληρο τον πλανήτη. Πιστεύω ότι οι εποχές των ηγετών έχουν ξεπεραστεί. Οι ηγέτες ίσως χρειαζόντουσαν κάποτε για να οδηγήσουν στρατούς να πολεμήσουν στη Τροία. Στις μέρες μας πιστεύω μόνο σε, πολλούς σε αριθμό, έντιμους πολίτες επιστήμονες, σοβαρούς, γνώστες, καλά πληροφορημένους, ειδικούς που μπορούν να πουν με βεβαιότητα τι ξέρουμε και τι δε ξέρουμε. Δεν περιμένω από αυτούς που βγαίνουν στα κανάλια και στα μπαλκόνια να μας σώσουν. Περιμένω από ανθρώπους με ήπιο, σοβαρό και τεκμηριωμένο λόγο να δαμάσουν, να μεταφέρουν και να ερμηνεύσουν τη σωστή πληροφορία. Μπορεί να ακούγεται λιγάκι ταπεινό αυτό, ίσως και βαρετό και μπορεί να σου πει κάποιος ότι θέλεις άλλον έναν τεχνοκράτη. Δε θέλω άλλον ένα τεχνοκράτη, θέλω πολλούς τεχνοκράτες, θέλω εκατομμύρια. Τότε μπορούμε να μιλάμε για μια άλλης μορφής κοινωνία όπου δεν θα υπάρχει όλη αυτή η παραπληροφόρηση και η αχρηστία που επικρατεί. Ίσως σε κάποιες κοινωνίες να μη πραγματοποιηθεί αυτό και να χαθούν, να σβήσουν. Σε άλλες ίσως να γίνει και να καταφέρουν να προχωρήσουν».
Ο καθηγητής Ιωαννίδης αποφεύγει να κάνει προβλέψεις για την Ελλάδα και δεν το διακινδυνεύει. «Στις προβλέψεις μου έχω πέσει πάντα έξω, άρα δε θα διακινδυνεύσω άλλη μια, δε θέλω να κάνω πρόβλεψη. Τα στοιχεία όπως που έχουμε είναι τραγικά. Παρόλα αυτά δε θέλω να χάνω την ελπίδα ότι μπορεί να προκύψει κάτι καλό.
Κανένα επιστημονικό μοντέλο δε μπορεί να λειτουργήσει πλήρως όταν έχουμε να κάνουμε με κοινωνίες ανθρώπων. Κρατάω την ελπίδα ότι η Ελλάδα δεν θα ανήκει σε αυτές τις κοινωνίες που θα σβήσουν, αλλά δεν μπορώ και να το αποκλείσω. Μπορεί σε 50 χρόνια να μην υπάρχει η Ελλάδα ως χώρα, είναι μια πιθανή εξέλιξη και θα έλεγα ότι είναι μια αρκετά πιθανή εξέλιξη. Μπορεί όμως και να σωθεί από κάποιον που δεν έχει γεννηθεί ακόμη ή από κάποιον που αυτή τη στιγμή σκέφτεται κάτι καινοτόμο. Άρα λοιπόν υπάρχει αυτό το στοιχείο της αβεβαιότητας. Νομίζω ότι η ελληνική κοινωνία θα δώσει την ευκαιρία στον εαυτό της να πάρει το ρίσκο. Εδώ έδωσε την ευκαιρία σε τόσους αδαείς, σε τόσους μέτριους και άχρηστους που την εξουσιάζουν τόσα χρόνια, γιατί να μη δώσει την ευκαιρία σε πέντε, δέκα, εκατό ανθρώπους να πάρουν το ρίσκο και ίσως τελικά να είναι εκείνοι που θα καταφέρουν να την τραβήξουν προς τα πάνω, ως σύνολο και όχι ως μονάδες».