"Όσο αυξάνεται η γνώση μειώνεται το εγώ, ενώ όσο μειώνεται η γνώση αυξάνεται το εγώ!"

27 Σεπ 2016

Το τελευταίο τζάμπα ταξίδι

Του Αντώνη Πανούτσου, από το Πρώτο Θέμα

Υπάρχουν δύο ΣΥΡΙΖΑ. Ο πρώτος που πίστευε ότι μπορεί να πιάσει όλη την Ευρώπη κορόιδο.


Ο ΣΥΡΙΖΑ του Ιανουαρίου του ’15 που πίστευε ότι μπορεί να σκίσει τα μνημόνια και να γίνει μπροστάρης στη μεγάλη σοσιαλιστική συμμαχία της Ευρώπης. Ο ΣΥΡΙΖΑ που θα έσκιζε το μνημόνιο, θα τελείωνε την τρόικα και θα έπαιζε νταούλι με τις αγορές να χορεύουν. Είναι ο ΣΥΡΙΖΑ των προσωπικών και ιδεολογικών φαντασιώσεων. Με τον Βαρουφάκη να παίζει τον ρόλο του μεγάλου διαπραγματευτή και τον Λαφαζάνη να σχεδιάζει την κατάληψη του Νομισματοκοπείου. 

Υπάρχει, όμως, και ο δεύτερος ΣΥΡΙΖΑ. Αυτός του Σεπτεμβρίου, που συνέχισε να υπόσχεται γνωρίζοντας όμως πλέον ότι δεν πρόκειται να τα πραγματοποιήσει. Είναι η διαφορά ανάμεσα στην ακούσια και τη συγγνωστή βλάβη. Η διαφορά ανάμεσα σε κάποιους ιδεοληπτικούς που οι συνθήκες έφεραν στην εξουσία και μια ομάδα κυνικών εκμεταλλευτών της εξουσίας. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ του Ιανουαρίου του ’15 ήταν ο Κώστας Λαπαβίτσας που φαντασιώνεται ότι κάνει πραγματικότητα το όνειρο του Αρη, ο ΣΥΡΙΖΑ του Σεπτεμβρίου του ’16 είναι ο Χρήστος Σπίρτζης που θέλει να κάνει πραγματικότητα το όνειρο του Κοσκωτά. Ο πρώτος ΣΥΡΙΖΑ ήταν εκνευριστικά ανόητος, ο δεύτερος απωθητικά κυνικός. 

Γιατί είναι κυνικό από τη μία να προσπαθείς να κοροϊδέψεις τους δανειστές στους οποίους υποσχέθηκες ιδιωτικοποιήσεις και ταυτόχρονα να κοροϊδεύεις τους ψηφοφόρους σου λέγοντας ότι αυτό που γίνεται δεν είναι ιδιωτικοποιήσεις αλλά παραχώρηση δημόσιας περιουσίας αντί αντιτίμου. Φθάνοντας σε διάφορες γελοιότητες σε εξωτερικό επίπεδο, όπως αυτή του Δρίτσα όταν προσπάθησε να περάσει τα δικά του στη ζούλα στο νομοσχέδιο για το Λιμάνι. Χωρίς να έχει σκεφτεί ότι οι Κινέζοι της COSCO δεν είναι απαραίτητα Κινέζοι, αλλά μπορεί να είναι και Ελληνες δικηγόροι που η δουλειά τους είναι να ενημερώνουν τον πελάτη τους σε ενδεχόμενα ριξίματα. Εχουμε όμως και γελοιότητες σε εσωτερικό επίπεδο, όπως αυτή του αγλαού βουλευτή ΣΥΡΙΖΑ Κοζάνης Μίμη Δημητριάδη, που μιλώντας στη Βουλή είπε ότι η κυβέρνηση δεν θέλησε να πάρει περισσότερα χρήματα για το Ελληνικό αφού θα πήγαιναν στην αποπληρωμή του χρέους, ενώ η προτεραιότητά της είναι η ανάπτυξη της οικονομίας. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ του Σεπτεμβρίου είναι μια κυβέρνηση που έχει πάψει να έχει εμπιστοσύνη στην πολιτική της. Με στελέχη που σκέφτονται την επόμενη μέρα, έχοντας τη δικαιολογία «πουλήσαμε το λιμάνι στον Πειραιά αλλά θυμάστε ότι προσπάθησα να κοροϊδέψω τους Κινέζους» ή «εγώ δεν ήθελα να δοθεί το Ελληνικό για το χρέος». Ενα κόμμα που καβαντζώνει και καβαντζώνεται και προσπαθεί να βρει τον ειρμό του στον λόγο που η πραγματικότητα έχει συντρίψει. 

Πλησιάζουμε στο τέλος μιας κυβέρνησης που έφερε η απελπισία. Το κόμμα που έφτασε στην εξουσία με την υπόσχεση ότι θα συγκρουστεί με την Ανγκελα Μέρκελ κατέληξε να συγκρούεται στη ΔΕΘ με την Ευαγγελία Τσικρίκα. Στην κυβέρνηση δεν υπάρχουν πολιτικοί με σχέδιο, αλλά κάποιοι που προσπαθούν να κάνουν το τελευταίο τζάμπα ταξίδι. Κυριολεκτικά και μεταφορικά.Καλοτάξιδοι

18 Σεπ 2016

Η μικρή Ελλάδα του Αλέξη Τσίπρα.

Αναδημοσίευση από τις Πληκτρολογίες

Μονολογεί και πάλι μέσω της ΕΡΤ ο Αλέξης Τσίπρας. Κούφια λόγια, λόγια μιας απελπισμένης αριστεράς και πολλών διαψευσμένων ελπίδων. Μια απέραντη κενότητα πολιτικής, ιδεών, σχεδίων, μια ατέλειωτη φλυαρία κι αναμάσημα των ίδιων και των ίδιων αντιλήψεων, ιδεοληψιών, ψεμάτων.

Είναι θλιβερή και φοβισμένη, πλέον, η φωνή που ακούγεται από το βήμα της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ, δεν έχει καμιά σχέση με το σάλπισμα της αριστεράς της ελπίδας, δεν έχει καμιά σχέση με τα οράματα και τις ιδέες της αριστεράς των αγώνων για ελευθερία, δημοκρατία, σοσιαλισμό. Είναι ένας ήχος μονότονος, ένας ενοχλητικός θόρυβος, μια κουρασμένη απ’ τις επαναλήψεις ηχώ από το χτες.

Ο ομιλητής δεν θέλει ή δεν μπορεί ν’ αντιληφθεί, ότι είναι πρωθυπουργός και πολιτικός ηγέτης όλων των Ελλήνων, δεν μπορεί να κατανοήσει τις ευθύνες που σηκώνει στις πλάτες του, τις ζωές που κρέμονται απ’ τα χείλη του, τις ανάσες που κόβονται σε κάθε του λέξη, τις ελπίδες που διαψεύδονται σε κάθε ατάκα που απελπισμένα εκβιάζει το χειροκρότημα του ακροατηρίου.

Η Ελλάδα του Αλέξη Τσίπρα είναι το κράτος των διορισμών, των επιδοτήσεων και των βοηθημάτων. Η Ελλάδα του Αλέξη Τσίπρα είναι μια χώρα παρίας, αυτή τη χώρα που βολεύεται να εκπροσωπεί, γι’ αυτόν το λαό που αρέσκεται να ομιλεί και σ’ αυτόν αισθάνεται άνετα όταν απευθύνεται. Εκεί, στο μίζερο και το παραπονιάρικο ταμπεραμέντο του ταιριάζει ο λόγος που εκφέρει. Η δικαιοσύνη του εξαντλείται εκεί που τελειώνει η μισαλλοδοξία κι ο κοινωνικός αυτοματισμός, εκεί που το μίσος τυφλώνει κι η αλητεία νομιμοποιείται.

Το Ελληνικό κράτος που ονειρεύεται ο Αλέξης Τσίπρας δεν μπορεί να υπάρξει. Δεν μπορεί να υπάρξει, όχι μόνο γιατί δεν έχει τους αναγκαίους πόρους, αλλά γιατί το κράτος, με ευθύνη όλων όσων κυβέρνησαν τη χώρα μέχρι σήμερα, έχει συγκεκριμένες παθογένειες, αγκυλώσεις και δυσλειτουργίες, οι οποίες, αφενός μεν εμποδίζουν πλέον την ανάπτυξη ενός αποτελεσματικού συστήματος κονωνικής προστασίας, και, προπαντός, υπονομεύουν διαρκώς και συστηματικά την ανάπτυξη της χώρας και της κοινωνίας στο σύνολό της.

Τον Αλέξη Τσίπρα δεν τον ενδιαφέρει ν’ αντιμετωπιστούν αποφασιστικά, ριζοσπαστικά και σχεδιασμένα οι παραπάνω αδυναμίες, δεν είναι στις προθέσεις του αυτό το κράτος – λάφυρο ν’ αλλάξει, να εκσυγχρονιστεί, να νοικοκυρευτεί. Αυτές οι λέξεις είναι ακατάλληλες, νεοφιλελεύθερες, ξεπουλημένες κατά τον ιδεοληπτικό συλλογισμό του. Είναι βγαλμένες από το μνημονιακό καταστροφικό σχέδιο των δανειστών και των εγχώριων φερέφωνών τους [των «προσκηνημένων»]. Γι’ αυτό δεν μπορεί να υπάρξει το κράτος που υπόσχεται ο Αλέξης Τσίπρας.

Η περιστολή των δαπανών του δημοσίου σημαίνει κατ’ αυτόν απολύσεις, γιατί δεν θέλει ν’ αγγίξει τις σπάταλες κι αναποτελεσματικές διαδικασίες του. Η εξοικονόμηση πόρων του κράτους σημαίνει κατ’ αυτόν ξεπούλημα, γιατί δεν θέλει ν’ ανατραπούν κατεστημένες δομές και συντεχνιακές ισορροπίες. Η απλούστευση διαδικασιών κι η αξιολόγηση του προσωπικού σημαίνει κατ’ αυτόν αυταρχισμός και διαφθορά, γιατί επιδιώκει πάση θυσία τον έλεγχο του κράτους και των μηχανισμών του.

Πάλιωσε πολύ γρήγορα ο Αλέξης Τσίπρας, πιο γρήγορα ακόμα κι απ’ τις διαψευσμένες αυταπάτες του. Αδυνατώντας να σταθεί με αξιώσεις, κύρος κι υπευθυνότητα σε μιαν εξουσία που λυσσαλέα διεκδίκησε και, τελικά, κατέκτησε, επιστρατεύει, πλέον, ό,τι μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν οδηγός πολιτικής επιβίωσης σε έκτακτες συνθήκες.

‘Ο,τι φθαρμένο και παλιό από ένα πολιτικό σύστημα που λυσσαλέα πολέμησε κι απαξίωσε, αποτελεί την πρώτη του επιλογή, το πρώτο του επιχείρημα, την πρώτη του εξαγγελία. ‘Ο,τι κατεστημένο και ισχυρό από ένα σύστημα συμφερόντων και διαπλοκής που ακατάπαυστα κατακεραύνωνε και κατήγγειλε αποτελεί την προμετωπίδα της διαφάνειας, την αποθέωση της εξυγίανσης, την αδιάσειστη απόδειξη του δημόσιου συμφέροντος.

Δεν μπορεί ο Αλέξης Τσίπρας να πάρει τη χώρα στις πλάτες του και να την οδηγήσει με ασφάλεια στη σταθερότητα, στην κοινωνική δικαιοσύνη, στην ανάπτυξη. Δεν έχει τη δύναμη, τη δυνατότητα και το κουράγιο, δεν έχει το υπόβαθρο και την κουλτούρα του εργάτη, του δουλευταρά, του μαχητή.

Δεν έχει το ιδεολογικό εύρος και το πολιτικό σθένος να πολεμήσει πραγματικά για την Ελλάδα που στα λόγια ευαγγελίζεται. Αυτή την Ελλάδα, που μόνο μέσα στα χαρτιά του των ομιλιών του ανακαλύπτει και περιγράφει, είναι μια άγνωστη γι’ αυτόν και τις ιδέες του χώρα, μια ξένη χώρα που τελεί μάλιστα υπό κατοχή, γιατί ανήκει στην Ευρώπη, σ’ αυτήν την πληγωμένη και προβληματική Ευρώπη, την Ευρώπη που σ’ αυτή τη φάση κυριαρχούν οι συντηρητικές δυνάμεις, κι είναι οι δυνάμεις που έχουν την ισχύ, τα μέσα και την ικανότητα να επιβάλουν τη θέλησή τους [έχουν όμως και το χρήμα].

Δεν πολεμάει για την Ευρώπη ο Αλέξης Τσίπρας, την Ευρώπη πολεμάει κι ό,τι αυτή μπορεί ν’ αντιπροσωπεύει για την ελευθερία, τη δημοκρατία, τη δικαιοσύνη και τη συνεργασία των λαών. Δεν πιστεύει σ’ αυτή την Ευρώπη, όχι γιατί είναι σήμερα συντηρητική, αλλά γιατί, παρά τα σοβαρά, αλλά όχι άλυτα, προβλήματά της, εξακολουθεί να είναι φιλελεύθερη, δημοκρατική, ενωμένη. Σ’ αυτήν την Ευρώπη δεν χωράει η Ελλάδα του Αλέξη Τσίπρα. Ο Αλέξης Τσίπρας θέλει μιαν Ελλάδα για τον εαυτό του, στυλ ΣΥΡΙΖΑ 3%, ελεγχόμενη, κατευθυνόμενη, δογματική, με αυταρχισμό και φράξιες. Σ’ αυτή την Ελλάδα και μόνο απευθύνεται μονότονα, μελαγχολικά, μπαγιάτικα. Αυτή τη νέα μικρή Ελλάδα θέλει να κυβερνάει.

Χωράμε σ’ αυτή την μικρή Ελλάδα που έχει στο μυαλό του ο πρωθυπουργός; [Εμείς, νομίζω, είμαστε πολλοί για να φύγουμε…]

14 Σεπ 2016

Η «κουλτούρα» που διαχέεται

Του Νίκου Βατόπουλου, από την Καθημερινή.

Υπάρχει στην Ελλάδα μια κουλτούρα που έχει διαχυθεί παντού. Έχει εισχωρήσει στους πόρους του κοινωνικού σώματος, έχει γίνει αποδεκτή είτε ως επιλογή είτε ως αναγκαίο κακό. Είναι η κουλτούρα ΣΥΡΙΖΑ. Η κουλτούρα αυτή δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με τον πολιτικό χώρο που εκφράζει ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι ευρύτερη και απλώνεται ως στάση ζωής, ως αισθητική, ως τρόπος κατανόησης του κόσμου, ως αντίληψη του ίδιου μας του εαυτού σε ένα κόσμο περίπλοκο, δυσνόητο και ταχύ. Ταυτίζεται, όμως, με τις καθεστωτικές αντιλήψεις του ΣΥΡΙΖΑ, εκπροσωπείται από τον κόσμο του και επιβάλλεται ως μηχανισμός που συντηρεί έννοιες όπως η κοινωνική αλληλεγγύη με εξίσωση προς τα κάτω και η διαίρεση της κοινωνίας σε καλούς και κακούς. Όλη αυτή η θολή αντίληψη στηρίζεται κατά κανόνα στο βαθύ, δομικό και αρραγές κόμπλεξ για οτιδήποτε ξεχωρίζει ως καλύτερο.

Η κουλτούρα αυτή παρέχει περίβλημα προστασίας και κατά κανόνα είναι εξαιρετικά επιεικής με όσους την ασπάζονται ή την αποδέχονται και αμείλικτη με όσους την αρνούνται ή την αποστρέφονται. Η κουλτούρα αυτή σφραγίζει την Ελλάδα. Δεν γνωρίζω πότε ξεκίνησε να γίνεται κυρίαρχη και να δηλητηριάζει την παιδεία, την καθημερινότητα, τον τρόπο θέασης και κατανόησης του διεθνούς περιβάλλοντος. Ενδεχομένως, να υπήρχε «από πάντα», ενδεχομένως να ενισχύθηκε από τη χούντα, από το λαϊκιστικό ΠΑΣΟΚ του ’80, από τους αμόρφωτους της λαϊκής Δεξιάς και από τη μάζα της Αριστεράς. Μικρή σημασία έχει να αναλυθεί η καταγωγή αυτής της ιδεολογικής μάστιγας. Σημασία έχει ότι σήμερα πρυτανεύει και εξουσιάζει τον τρόπο σκέψης εκατομμυρίων Ελλήνων. Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ και η αντοχή του, παρά την καταστροφή που έχει επιφέρει, την εξαπάτηση των πολιτών και την αβυσσαλέα ανικανότητα σε όλα τα επίπεδα, οφείλονται σε αυτήν την κουλτούρα, που τώρα βρήκε εκπρόσωπο στην απολύτως φυσιολογική συγκατοίκηση του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ. Η κουλτούρα αυτή, φθηνή, δακρύβρεχτη, ψυχοπονιάρα, αυστηρή στα εύκολα και φυγόπονη στα δύσκολα, έχει την ιδιότητα να γεννά κόλακες και αυλάρχες, να προκαλεί χειραψίες και χειροκροτήματα. Βραχείας διάρκειας αλλά δηλητηριώδους σημασίας. Είναι η κουλτούρα που διαχέεται και μέσα από τερατώδεις παρεξηγήσεις κρατά τη χώρα σε διαρκή υπανάπτυξη.

12 Σεπ 2016

Ο ληστής τρελάθηκε

Του Νίκου Μαραντζίδη, από την Καθημερινή
Ένας ανθρωπολογικός μύθος αποδίδει την ίδρυση του κράτους στη στιγμή που ένας περιπλανώμενος ληστής αποφάσισε να αλλάξει τρόπο ζωής και ζήτησε από τους κατοίκους μιας κοινότητας να επιτρέψουν σ’ αυτόν και στους άντρες του να εγκατασταθούν μόνιμα και νόμιμα στο χωριό τους αναλαμβάνοντας τη συντήρησή του. Αυτός, ως αντάλλαγμα, θα τους παρείχε προστασία από τους άλλους ληστές, που με τη δράση τους μάστιζαν τη περιοχή.
«Γιατί όχι;» σκέφτηκαν οι κάτοικοι. Κουρασμένοι καθώς ήταν από την προσπάθεια να υπερασπιστούν το βιος τους από τους διψασμένους, για λεία, εισβολείς, βρήκαν την ιδέα πρακτική. «Αντί να αγωνιούμε και να ανησυχούμε διαρκώς για την περιουσία μας, είναι καλύτερα να πληρώνουμε σταθερά από κάτι ο καθένας μας σε ένα ληστή που θα αναλάβει να μας προστατεύει από τους εξωτερικούς κινδύνους», φέρεται πως είπαν. «Στο κάτω κάτω, αυτός ο ληστής θα είναι ένας από εμάς, θα συντηρείται από εμάς και άρα θα έχει κάθε συμφέρον να μας φέρεται καλά ώστε να ευημερούμε για να μπορεί να ευημερεί κι εκείνος. Αν εμείς πεινάμε, θα δυστυχήσει και αυτός», πρόσθεσαν οι πιο ορθολογικοί.
Σύμφωνα με τον μύθο, η ιδέα αποδείχτηκε λειτουργική και ενθουσίασε τους κατοίκους. Και στη συνέχεια όχι μόνο τους ανθρώπους εκείνου του χωριού αλλά και των υπολοίπων χωριών της περιοχής, ώσπου κάθε χωριό αναζητούσε ένα ληστή προκειμένου να τον «υιοθετήσει». Από εκείνη τη στιγμή, και έπειτα, οι άνθρωποι ήξεραν πού θα έπρεπε να απευθύνονται κάθε φορά που κάποιοι απειλούσαν τη ζωή τους ή την περιουσία τους.
Και ο ληστής όμως δεν βγήκε χαμένος. Από τη σκληρή, γεμάτη κινδύνους και αβεβαιότητα, ζωή της παρανομίας που διήγε τώρα μπορούσε να κυκλοφορεί ανάμεσα στους ανθρώπους και να απολαμβάνει τη φιλοξενία τους. Του έδιναν τα χρήματά τους, του ζητούσαν τη γνώμη του για θέματα ευταξίας και κοινωνικής ειρήνης, κατέδιδαν σε αυτόν, και στους άνδρες του, τον κακοήθη γείτονα που έκλεβε από την περιουσία τους. Σταδιακά ξεχάστηκε το παρελθόν του ληστή, και αυτός απέκτησε μεγαλύτερη δύναμη και κύρος από οποιονδήποτε άλλον πολίτη. Ο πρώην ληστής έγινε, χωρίς να αντιληφθεί κανείς πώς ακριβώς, ανώτερος όλων και οι άνδρες του «μονιμοποιήθηκαν». Με τα χρόνια, αποφάσισε να αναμειχθεί περισσότερο στη ζωή των ανθρώπων. Δεν περιοριζόταν στα θέματα της τάξης αλλά ρύθμιζε σχεδόν ολόκληρη την κοινωνική ζωή: την οικονομία και το εμπόριο, την εκπαίδευση, τις μεταφορές. Βέβαια ο πολυπράγμων πρώην ληστής, που τώρα ονομαζόταν κράτος, απαιτούσε ολοένα και περισσότερους πόρους από τους κατοίκους.
Με τα χρόνια, τα πράγματα εξελίχθηκαν. Κάποιες κοινωνίες κατάφεραν να ευημερήσουν, ενώ κάποιες άλλες δεινοπαθούσαν από αυταρχικούς ή σπάταλους πρώην ληστές που τους είχαν επιβληθεί ολοκληρωτικά και δεν μπορούσαν να απαλλαγούν από αυτούς. Οι κοινωνίες πλέον δεν ήξεραν να ζήσουν χωρίς τον ρόλο των πρώην ληστών. Ένιωθαν συχνά πως είχαν γίνει δούλοι μιας κατάστασης από την οποία δεν μπορούσαν να απεγκλωβιστούν ή δεν ήθελαν να βγουν. Αραιά και πού, μόνο, οι άνθρωποι όταν ήταν πολύ δυσαρεστημένοι εξεγείρονταν, απαιτώντας να πληρώνουν λιγότερους φόρους ή να τους φέρονται καλύτερα.
Ακόμη κι αν είναι απολύτως φανταστική αυτή η ερμηνεία της καταγωγής του κράτους, μας βοηθάει να βρούμε αναλογίες με τις συνθήκες στη χώρα μας. Δεν υπάρχει μάλιστα αμφιβολία πως ο δικός μας ληστής έχει αποτρελαθεί τελείως. Αφού έκανε για δεκαετίες μια σπάταλη και διεφθαρμένη ζωή, τώρα που του τελείωσαν τα δανεικά, ξεζουμίζει τους κατοίκους με φόρους.
Όλοι αντιλαμβανόμαστε πως είναι τέτοια η έκρηξη των φόρων που οι πολίτες  βρίσκονται  σε  μια κατάσταση οιονεί δουλείας και σίγουρης απελπισίας. Ιδιαίτερα η μεσαία τάξη, που διέθετε κάποιας μορφής περιουσία, είναι τώρα δέσμια και ταπεινωμένη σε  μια ισορροπία τρόμου ανάμεσα σε  δύο  προβληματικές  επιλογές: είτε να αρνείται να ανταποκριθεί στους φόρους επιδεικνύοντας μια ασυνήθιστη,  για  τη  διαπαιδαγώγησή της, ανυπακοή – είτε ρυθμίζοντας τη ζωή της  με δόσεις  να απασχολείται  διαρκώς με το εφιαλτικό ερώτημα: «Τι πρέπει να πληρώσω αυτόν τον μήνα;».
Είναι προφανές πως αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί επί μακρόν. Άνθρωποι και επιχειρήσεις αναχωρούν κάθε μέρα από τη χώρα μας για να ζήσουν σε κράτη με μεγαλύτερο σεβασμό στον φορολογούμενο πολίτη ή, έστω, με μεγαλύτερη ευφυΐα για το δικό τους καλό. Καμιά κοινωνία δεν μπορεί να αντέξει αδιαμαρτύρητα τη φορολογική της εξόντωση εν ονόματι της σωτηρίας του κράτους. Πολύ περισσότερο, δε, αν αυτό το κράτος συμπεριφέρεται σαν ένας σπάταλος εκβιαστής, ο οποίος κάθε φορά που του λείπουν τα ποσά που έχει αυθαίρετα ορίσει ως απαραίτητα για τη διαβίωσή του, επιβάλλει φόρους και απειλεί τους πολίτες με φυλακίσεις, κατασχέσεις και δημόσια διαπόμπευση σε περίπτωση που αυτοί φανούν ασυνεπείς στις οικονομικές τους «υποχρεώσεις» προς το κράτος.

7 Σεπ 2016

Πώς εμείς οι πιο αντιμνημονιακοί ξεμείναμε με τα ατελείωτα μνημόνια;

Του Σπύρου Βλέτσα, από την athensvoice.gr

Κάθε τόσο ο Αλέξης Τσίπρας σε διεθνείς συναντήσεις μιλάει για την Ευρώπη που πρέπει να αλλάξει, να ξαναβρεί τις αξίες της και για «την ανάγκη να τεθεί στο τραπέζι ένα νέο σχέδιο για την επόμενη μέρα. Να υπάρξει ένα new deal, μια νέα συμφωνία για μια Ευρώπη που θα εμπνεύσει ξανά τους λαούς της και ιδίως τους νέους ανθρώπους».
Στο μεταξύ, ενώ ο Έλληνας πρωθυπουργός εμφανίζεται σαν ο κάτοχος της λύσης για τα ευρωπαϊκά προβλήματα, οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες δεν φαίνεται να έχουν και τόση ανάγκη τις ιδέες του. Όλες οι χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, με μοναδική εξαίρεση την Ελλάδα. Εκείνος που οδήγησε τη χώρα του σε μια μεγάλη καταστροφή, την οποία οι πολίτες της θα πληρώνουν για χρόνια, έχει το απίστευτο θράσος να υποδεικνύει λύσεις στους ηγέτες χωρών που τα καταφέρνουν, ευκολότερα ή δυσκολότερα. 
Η Ισπανία, παρότι περνά μια δύσκολη πολιτική κρίση και έχει υπηρεσιακή κυβέρνηση, πέτυχε ανάπτυξη 3,2% το δεύτερο τρίμηνο του 2016 με δημιουργία 216.000 νέων θέσεων εργασίας. Το 2015 οι άνεργοι στην Ισπανία μειώθηκαν κατά 354.000 άτομα. Δεν είναι μόνο η Ισπανία. Όλες οι χώρες της Ευρώπης που εντάχθηκαν σε πρόγραμμα σταθεροποίησης σήμερα βρίσκονται σε θετικό έδαφος, μειώνοντας την ανεργία και αυξάνοντας τα εισοδήματα.
Εδώ η ύφεση συνεχίζεται και οι εξαγωγές ήταν μειωμένες το πρώτο πεντάμηνο το 2016 κατά 12% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2015. Εκείνο που αυξάνεται είναι οι φόροι: ΦΠΑ, εστίαση, ξενοδοχεία, κινητή τηλεφωνία, καύσιμα, ίντερνετ, κρασί, μπίρα. Όλα αυτά  σε πλήρη αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρώπη, όπου κανείς δεν διανοείται να αυξήσει τους φόρους.
Είναι γνωστό ότι η Ελλάδα είχε επιστρέψει στην ανάπτυξη το 2014, ξεπερνώντας  τις προβλέψεις των διεθνών οργανισμών. Για τη διετία 2015-16 όλοι προέβλεπαν ανάπτυξη που θα πλησίαζε το 7%. Με αυτή την οικονομική μεγέθυνση το κράτος θα είχε μεγαλύτερα έσοδα χωρίς να χρειαστεί να ανέβουν οι φόροι.
Είναι παράδοξο πώς μια τόσο μεγάλη οικονομική ζημιά έχει γίνει αποδεκτή από μεγάλο μέρος της κοινωνίας σαν μια φυσιολογική ή αναπόφευκτη εξέλιξη. Σαν η καταστροφική αυτή κατάληξη να ήταν αποτέλεσμα ανυπέρβλητων εξωτερικών παραγόντων και όχι κατόρθωμα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Το παράδοξο γίνεται ακόμη μεγαλύτερο αν συγκρίνουμε τη σημερινή ανοχή των πολιτών με το πώς αντιμετωπίστηκε η ίδια η οικονομική κρίση. Οι περισσότεροι συμπολίτες μας ήταν πεπεισμένοι ότι κάποιος εξωτερικός δάκτυλος διέκοψε βίαια την ευημερία μας. Ακόμη και σήμερα, μετά από όσα έχουν συμβεί, υπάρχουν πολλοί πρόθυμοι να  υιοθετήσουν και να διακινήσουν αντιφατικές και εξωπραγματικές θεωρίες για το πώς καταλήξαμε στα μνημόνια.
Υπάρχουν συμπολίτες μας που υποβαθμίζουν και περιφρονούν την ανάπτυξη του 2014 ενώ οι ίδιοι νοσταλγούν την ανάπτυξη και τις ωραίες μέρες της περιόδου πριν την κρίση. Θεωρούν ασήμαντη την ανάπτυξη που είχε η χώρα πριν την κυβέρνηση Τσίπρα. Δεν θέλουν να δουν ότι δεν στηρίχτηκε ούτε στα ελλείμματα, ούτε στον δανεισμό, ούτε στην κατανάλωση εισαγόμενων προϊόντων, αφού είχαμε πρωτογενές πλεόνασμα και οι εισαγωγές δεν ξεπερνούσαν τις εξαγωγές μας. Αντίθετα με την περίοδο 2008-9, που μέσα σε μια διετία το κράτος δανείστηκε σχεδόν 60 δισ. και έριξε μεγάλο μέρος τους στην αγορά. Τότε η οικονομία δούλευε με  την κατανάλωση και τις εισαγωγές που ξεπερνούσαν τις εξαγωγές κατά περίπου 65 δισ. στη διετία.
Αυτό που φαίνεται κάθε μέρα είναι πόσο ακριβά πληρώσαμε και θα εξακολουθήσουμε να πληρώνουμε, όχι μόνο το πάρτι εκείνης της περιόδου, αλλά και την πρόθεση ορισμένων να χτίσουν καριέρες και να εμπορευθούν τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης. Εκμεταλλευόμενοι την προθυμία των πολιτών να υποκαταστήσουν τα γεγονότα με βολικές θεωρίες συνωμοσίας και ρηχές αντικαπιταλιστικές αναλύσεις, πολιτικοί, δημοσιογράφοι και τηλεδιασκεδαστές οικοδόμησαν την αντιμνημονιακή υπερπαραγωγή. 
Τώρα που ο λογαριασμός από τα αποτελέσματα αυτής της τεράστιας απάτης έφτασε στους πολίτες και οι  δήθεν εξωτερικοί εχθροί (Μέρκελ, Σόιμπλε, ΔΝΤ) τελείωσαν, επινοούνται νέοι εχθροί (διαπλοκή) και εφαρμόζονται καινούρια κόλπα. Ο σκοπός είναι στο ηθικολογικό δίπολο καλοί-κακοί να αντικατασταθούν οι «κακοί», αλλά οι «καλοί» να παραμείνουν οι ίδιοι.
Η σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες που βρέθηκαν σε προγράμματα σταθεροποίησης δεν είναι θλιβερή για την Ελλάδα μόνο στο πεδίο της οικονομίας. Είναι θλιβερή και στο πεδίο των θεσμών και του δημόσιου διαλόγου.
Την ώρα που εμείς κατατροπώναμε τη λιτότητα, τους μερκελιστές και τους γερμανοτσολιάδες, οι άλλοι διόρθωναν τα προβλήματα των οικονομιών τους. Έτσι εμείς –οι πιο αντιμνημονιακοί– ξεμείναμε με τη λιτότητα διαρκείας και τα ατελείωτα μνημόνια.
Και καταλήξαμε να μοιάζουμε με τους «Μοιραίους» που ο Κώστας Βάρναλης περιέγραφε (σε πολύ διαφορετικές συνθήκες, βέβαια) στο γνωστό ποίημά του:
- Φταίει το ζαβό το ριζικό μας!
- Φταίει ο Θεός που μας μισεί!
- Φταίει το κεφάλι το κακό μας!
- Φταίει πρώτ’ απ’ όλα το κρασί! 
Δύσκολο να  βρει κανείς τι φταίει στη χώρα της χαμένης αυτογνωσίας. 

6 Σεπ 2016

Θυσίασαν τη χώρα για την εξουσία

Του Δημήτρη Παπακωνσταντίνου, από το capital.gr
Πριν από έναν περίπου χρόνο, ο Αλέξης Τσίπρας έκανε μία πολύ συγκεκριμένη συμφωνία προκειμένου να διατηρήσει την εξουσία. Υποσχέθηκε στους Ευρωπαίους δύο πράγματα. Πρώτον ότι θα λάβει όποια μέτρα απαιτηθούν για να μπορέσει η χώρα να ζει με τις δικές της δυνάμεις μετά το 2018, δεύτερον ότι θα λειτουργήσει η Ελλάδα ως μία αποθήκη ψυχών για τις προσφυγικές ροές. 
Και τα δύο τα υλοποιεί με καταστροφική διαχείριση. Σε ό,τι αφορά τα οικονομικά, οδηγεί τη χώρα σε περαιτέρω μείωση του βιοτικού επιπέδου ενισχύοντας την εσωτερική υποτίμηση και ισοπεδώνοντας τον πληθυσμό, ιδιώτες και επιχειρήσεις. Μην έχοντας γνώσεις και πολιτική φιλοσοφία να καταρτίσει σχέδιο ανάπτυξης και ενίσχυσης της παραγωγικής βάσης, διάλεξε τον εύκολο δρόμο της εξαθλίωσης. Και για να αμβλύνει τις αντιδράσεις αξιοποίησε στο έπακρο τη λογική του "αφού δεν μπορώ να δώσω άρτο, θα δώσω θέαμα". Και έριξε στην επικοινωνιακή αρένα τον υποτιθέμενο πόλεμο κατά της διαπλοκής και της διαφθοράς, αλλά και την φορολογική επίθεση κατά των υποτιθέμενων "προνομιούχων". Μέσα σε αυτό τον σχεδιασμό εντάχθηκε και η υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών.
Στο μέτωπο του προσφυγικού προβλήματος, οι διαθέσεις αρχίζουν σιγά σιγά να φαίνονται και να πέφτουν οι μάσκες. Από τα hot spots υποδοχής, περνάμε τώρα στα κέντρα διαμονής. Αυτό σε όσους διαθέτουν απλή λογική σημαίνει ότι από προσωρινό, το πρόβλημα γίνεται μόνιμο. Και η συζήτηση που ανοίγει για την "επιστροφή" στην Ελλάδα προσφύγων που προωθήθηκαν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, προφανώς και δεν προμηνύει τίποτε το θετικό. Όπως επίσης τίποτε το θετικό δεν προμηνύει και η έντονη διακύμανση – συνήθως προς το δυσμενέστερο – των σχέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία. 
Εκείνο φυσικά που δεν καταλαβαίνουν αλλά ενδεχομένως και δεν τους ενδιαφέρει, είναι ότι οι εξελίξεις στην Ευρώπη απειλούν να επιβαρύνουν πολύ περισσότερο την θέση της χώρας. Η ενίσχυση ή και επαπειλούμενη επικράτηση ευρωσκεπτικιστών και ακραίων πολιτικά μορφωμάτων σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, σε καμιά περίπτωση δεν ευνοεί την Ελλάδα. Η πολιτική κατάρρευση της κυρίας Μέρκελ στη Γερμανία με ενίσχυση των δυνάμεων του ακροδεξιού εθνικιστικού AdF, ο κίνδυνος για την ευρωπαϊκή συνοχή που θα συνεπάγεται επικράτηση της Λεπέν στη Γαλλία, η απροθυμία όλο και περισσότερων χωρών να συνδράμουν οικονομικά τις ευπαθείς χώρες (όπως η δική μας), η πρόθεσή τους να κλείσουν πλέον ερμητικά τα σύνορα για να αναχαιτίσουν τα προσφυγικά κύματα, προφανώς δημιουργεί ένα αρκετά προβληματικό, αν όχι δυσοίωνο μέλλον για εμάς. 
Και ποιον έχουμε καπετάνιο στο καράβι που κλυδωνίζεται από τα κύματα; Μία κυβέρνηση που δεν έχει καμία αίσθηση του κινδύνου και η οποία αντίθετα σπεκουλάρει πολιτικά πάνω σε αυτόν. Η τακτική της αποσάθρωσης του οικονομικού ιστού της χώρας, δεν περικλείει μόνο την απειλή του να "γίνει η χώρα Βουλγαρία...", αν και πλέον αυτό ίσως και να είναι δυστυχώς μειωτικό για τη γείτονα (...). Ο πραγματικός κίνδυνος είναι να πέσουμε πολύ πιο χαμηλά. Χωρίς παραγωγικές τάξεις, χωρίς επιχειρηματικότητα, με διαλυμένη την φοροδοτική δυνατότητα της κοινωνίας, με κατάρρευση των δημόσιων εσόδων, του ασφαλιστικού συστήματος και των κοινωνικών δομών. 
Όσο δεν το καταλαβαίνουν και συνεχίζουν να παίζουν παιχνιδάκια με γνώμονα την αποσύνθεση και όχι τη σύνθεση και την ανάπτυξη, η χώρα όπως τη γνωρίζουμε έχει ημερομηνία λήξης. Και ας υποστηρίξει ό,τι θέλει ο πρωθυπουργός στην Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης προσπαθώντας να κάνει το μαύρο άσπρο. Αυτό είναι το διακύβευμα που πρέπει να αντιπαλέψει, να εμποδίσει και να αποτρέψει ο υπόλοιπος πολιτικός κόσμος. Πρέπει να σταματήσει η πορεία προς τον γκρεμό. Γιατί δυστυχώς, οι σημερινοί κυβερνώντες έλαβαν την απόφαση να θυσιάσουν την χώρα για την εξουσία. 

3 Σεπ 2016

Ο Ρομπέν των αδειών

Του Ανδρέα Πετρουλάκη, από τους protagon.gr

Η διαπλοκή  ήταν το τελευταίο ανάχωμα της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ πριν την πλήρη ταύτισή τους με τις προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι η ρητορική του κ. Καμμένου δεν περιλαμβάνει πια κανένα άλλο κεφάλαιο. Όντως δεν τους βάρυναν ευθύνες για την έλλειψη ουσιώδους ρύθμισης του τηλεοπτικού τοπίου τα προηγούμενα χρόνια ενώ βοηθούσε και το ύψος των δανείων ορισμένων σταθμών. Έτσι δημιούργησαν τον εχθρό που είχαν ανάγκη. Ήταν ο μόνος διαθέσιμος  από τη στιγμή που κάθε άλλη αναφορά στο παρελθόν των μισητών πασοκονεοδημοκρατών συνοδευόταν από την οδυνηρή υπενθύμιση ότι το παρόν των ηθικά υπέροχων είναι χειρότερο.
Φούσκωσαν λοιπόν τεχνητά τη δύναμή του εναπομείναντος εχθρού, του έδωσαν εξωπραγματικές σκοτεινές ικανότητες και  μεγέθυναν υπερβολικά την υποτιθέμενη επιρροή του στον λαό. Έτσι τα κανάλια, στην πιο αδύναμη φάση της ιστορίας τους, με πρόγραμμα συρρικνούμενο και φτωχότερο από ποτέ και με διαρκώς μειούμενη επιδραστικότητα σε μία κοινωνία που όλο και περισσότερο ενημερώνεται από το Διαδίκτυο, ντύθηκαν με το ζόρι τη λεοντή του ανίκητου εχθρού. Μόνο έτσι μπορούσαν να δημιουργήσουν οι κυβερνώντες έναν αξιοπρεπή αντίπαλο να απορροφήσει όλη τους τη συσσωρευμένη επιθετικότητα, που άλλοτε διοχετευόταν ανεμπόδιστα σε ένα σωρό γερμανοτσολιάδικους στόχους. Όσο μεγαλύτερος φάνταζε ο εχθρός τόσο μεγαλοπρεπέστερη η νίκη των δυνάμεων του φωτός  και τόσο εμφατικότερη η υπενθύμιση ότι ο σημερινός φίλος της Μέρκελ είναι Αριστερός.
Η διαδικασία που ακολουθήθηκε ήταν εκουσίως ταπεινωτική . Θα μπορούσαν να είχαν χρησιμοποιήσει μια από τις δεκάδες διαθέσιμες ασφαλείς  μεθόδους πλειστηριασμών, από τις οποίες η βιβλιογραφία είναι γεμάτη, που ακόμα και το δικό μας κράτος έχει χρησιμοποιήσει στο παρελθόν για προκηρύξεις διαγωνισμών πολλών δις. Δεν υπηρετούσαν το σκηνικό μέρος της ιδέας που για αυτούς ήταν το κυριότερο, για αυτό δημιούργησαν μία ακόμα παγκόσμια πατέντα. Διότι παγίως στοχεύουν στα χαμηλά  ένστικτα ενός κομματιού του λαού που διασκεδάζει το φθόνο του για τους πλούσιους με την ιδέα ότι αυξάνεται ο ΦΠΑ στα ιδιωτικά σχολεία ή ότι ο Κυριακού κοιμήθηκε στρωματσάδα. Και από πάνω τους παίρνουν και 246 εκατομμύρια και τα χαρίζουν στα αδύναμα στρώματα του λαού. Το σόου ολοκληρώθηκε. Μετά αρχίζουν οι αριθμοί αλλά από αυτούς δυστυχώς δεν καταλαβαίνει η κοινωνία.
Η πώληση των αδειών ήταν μνημονιακή υποχρέωση και τα έσοδα ήταν εγγεγραμμένα στον προϋπολογισμό, άρα κανένα δικαίωμα να τα μοιράσει στους φτωχούς δεν έχει ο Ρομπέν Τσίπρας. Αντιθέτως θα λείψουν από τα έσοδα του κράτους και των ταμείων τα σημαντικά ποσά που συνεισέφεραν σε φόρους και εισφορές τα κανάλια που κλείνουν υποχρεωτικά, ενώ χάνονται τα δάνεια που έχουν πάρει αφού οι επιχειρηματίες δεν τα κλείνουν με δική τους ευθύνη (δεν αναφερόμαστε στη δουλειά και τις αποζημιώσεις που χάνουν οι εργαζόμενοι γιατί δεν είναι της ΕΡΤ). Είναι τα δάνεια για τα οποία είχαν στήσει  το υπερθέαμα της εξεταστικής της Βουλής  όταν κατασκεύαζαν τον μπαμπούλα εχθρό (συνολικά τα δάνεια των καναλιών αποτελούν το 0.7% των κόκκινων δανείων και τα μισά είναι εξυπηρετούμενα) αλλά οι άνθρωποι έχουν τη μοναδική ικανότητα να χάνουν χρήματα τη στιγμή που πείθουν τον λαό ότι του τα επιστρέφουν. Για μια φορά ακόμα ο Ρομπέν δεν θα είναι συνεπής στο ραντεβού του.